|
Θωράκιση
οργανικής κερδοφορίας
ενόψει μείωσης επιτοκίων
Το 2025
σηματοδοτεί μια
μεταβατική περίοδο για
τις ελληνικές τράπεζες.
Η αναμενόμενη
αποκλιμάκωση των
επιτοκίων από την
Ευρωπαϊκή Κεντρική
Τράπεζα, αν και ευνοϊκή
για το κόστος χρήματος,
περιορίζει το περιθώριο
απόδοσης στα επιτοκιακά
έσοδα. Ως απάντηση, οι
διοικήσεις έχουν
επιταχύνει την υλοποίηση
μιας στρατηγικής μείωσης
του κόστους
χρηματοδότησης, μέσω της
αναχρηματοδότησης
παλαιότερων, ακριβότερων
ομολόγων με νέες
εκδόσεις χαμηλότερου
επιτοκίου.
Ήδη από
το 2024, οι σχετικές
εκδόσεις έχουν
υπερδιπλασιαστεί
φτάνοντας τα 7,75 δισ.
ευρώ, ενώ η τάση
συνεχίζεται και το 2025.
Οι αποδόσεις των νέων
senior ομολόγων
διαμορφώνονται πλέον στο
4%, και των subordinated
στο 4,3%, εμφανώς
χαμηλότερα από τα
επίπεδα της προηγούμενης
διετίας.
Από MREL
στη μείωση τόκων
Ενώ τα
προηγούμενα χρόνια οι
εκδόσεις ομολόγων
επικεντρώνονταν στην
κάλυψη των ελάχιστων
απαιτήσεων κεφαλαιακής
επάρκειας (MREL), η
πρόωρη επίτευξη των
σχετικών στόχων από τις
ελληνικές τράπεζες
επιτρέπει τώρα τη
μετατόπιση του βάρους
προς τη διαχείριση του
κόστους δανεισμού. Η
στρατηγική αυτή, σύμφωνα
με την Τράπεζα της
Ελλάδος, συνεισφέρει στη
διαρθρωτική βελτίωση των
καθαρών εσόδων από
τόκους χωρίς να
περιορίζει την παροχή
ρευστότητας στην
οικονομία.
Ισχυρή
έναρξη έτους – Πιστωτική
επέκταση ρεκόρ
Παράλληλα με τις
κεφαλαιακές κινήσεις, οι
τράπεζες καταγράφουν
έντονη επιχειρησιακή
δραστηριότητα. Το πρώτο
τρίμηνο του 2025
χαρακτηρίζεται από
έντονη πιστωτική
επέκταση, με τις
χορηγήσεις προς τις
επιχειρήσεις να
αυξάνονται κατά 14,6%
τον Φεβρουάριο – το
υψηλότερο ποσοστό από το
2009. Ο ρυθμός αυτός
αντανακλά όχι μόνο την
αυξημένη ζήτηση για
χρηματοδότηση νέων
επενδύσεων, αλλά και την
εμπιστοσύνη των τραπεζών
στη βιωσιμότητα των
εγχώριων επιχειρηματικών
σχεδίων.
Παρά τις
διεθνείς αβεβαιότητες –
όπως οι εμπορικοί δασμοί
του Αμερικανού Προέδρου
Τραμπ και οι
διακυμάνσεις στις αγορές
– τα τραπεζικά στελέχη
παραμένουν
καθησυχαστικά,
εκτιμώντας πως οι
επιπτώσεις στην Ελλάδα
θα είναι ήπιες και
έμμεσες.
Βελτιωμένες αξιολογήσεις
– Καταλύτης για τις
αποδόσεις
Καθοριστικό ρόλο στη
δυναμική αυτή
διαδραματίζει και η
συνεχιζόμενη αναβάθμιση
της πιστοληπτικής
ικανότητας τόσο του
ελληνικού δημοσίου όσο
και των τραπεζών. Η
πρόσφατη κίνηση της S&P
να ανεβάσει την
αξιολόγηση της χώρας
ενισχύει περαιτέρω τη
δυνατότητα των τραπεζών
να δανείζονται με
ευνοϊκούς όρους. Ήδη οι
Moody’s και DBRS
Morningstar έχουν
προχωρήσει σε
αντίστοιχες
αναβαθμίσεις, ενώ οι
αξιολογήσεις για τα
senior χρεόγραφα των
τραπεζών βρίσκονται
πλέον εντός της
επενδυτικής βαθμίδας.
Business
Plans: Με το βλέμμα στο
2027
Οι
θετικές εξελίξεις
μεταφράζονται και σε
ενθαρρυντικές προβλέψεις
για τα επόμενα χρόνια.
Οι στρατηγικοί στόχοι
των business plans των
τραπεζών φανερώνουν
αυξανόμενη κερδοφορία,
ισχυρή κεφαλαιακή βάση
και ικανοποιητικές
αποδόσεις για τους
μετόχους:
Eurobank:
Στοχεύει σε απόδοση
ιδίων κεφαλαίων 15% έως
το 2027, με ετήσια
διανομή άνω του 50% των
κερδών και οργανικά
λειτουργικά κέρδη 1,9
δισ. ευρώ.
Εθνική
Τράπεζα:
Προβλέπει EPS 1,3 ευρώ
για το 2025, φτάνοντας
το 1,5 ευρώ το 2027, με
+8% μέση αύξηση εσόδων
από προμήθειες.
Τράπεζα
Πειραιώς:
Προβλέπει σταθερά καθαρά
κέρδη άνω του 1,1 δισ.
ευρώ έως το 2027, με
μερισματική απόδοση στο
11%.
Alpha
Bank:
Στοχεύει σε κερδοφορία
άνω του 1 δισ. ευρώ έως
το 2027, με αύξηση EPS
από 0,26 σε 0,42 ευρώ.
Το 2025
ξεκίνησε θετικά για τις
ελληνικές τράπεζες, τόσο
από πλευράς
χρηματοοικονομικής
στρατηγικής όσο και
επιχειρησιακής
δραστηριότητας. Ο
συνδυασμός ισχυρής
πιστωτικής επέκτασης,
βελτιωμένων συνθηκών
δανεισμού και
αναβαθμισμένων
αξιολογήσεων προσφέρει
τα εχέγγυα για σταθερή
ανάπτυξη του τραπεζικού
κλάδου. Εάν
επιβεβαιωθούν και οι
προβλέψεις για περαιτέρω
επιτάχυνση των
επενδύσεων, τότε η
τριετία που ακολουθεί
ενδέχεται να καταστεί η
πιο αποδοτική της
τελευταίας δεκαετίας για
τις ελληνικές τράπεζες.
|