Με
smartphones, laptops και scanners επιχειρεί η ΑΑΔΕ να
βάλει φρένο στη φοροδιαφυγή και
τις απάτες που στήνονται με τις «πειραγμένες» ταμειακές
μηχανές και
τις «μαϊμού» αποδείξεις. Το σχέδιο της ΑΑΔΕ
προβλέπει τρεις φάσεις και θα αρχίσει να
ξετυλίγεται τις επόμενες εβδομάδες και στο
παιχνίδι των ελέγχων θα μπουν και οι καταναλωτές.
Όπως γράφει η Μαρία
Βουργάνα στον Οικονομικό
Ταχυδρόμο, σε πρώτη φάση
εντός του καλοκαιριού οι
ελεγκτές της ΑΑΔΕ
εξοπλίζονται με
smartphone και laptops.
Στους προληπτικούς
ελέγχους που διενεργούν
στα νησιά και τις
τουριστικές περιοχές με
τα κινητά τηλέφωνα τους
θα σκανάρουν τις
αποδείξεις και μέσω του
laptop θα τις στέλνουν
απευθείας για έλεγχο στη
ηλεκτρονική βάση
δεδομένων της ΑΑΔΕ. Με
τον τρόπο αυτό θα
λαμβάνουν σε πραγματικό
χρόνο πληροφορίες για το
ποσό και τον αριθμό της
απόδειξης, τον ΑΦΜ της
επιχείρησης που την
εξέδωσε, τη διεύθυνση
και τον σειριακό αριθμό
της ταμειακής μηχανής ή
του φορολογικού
μηχανισμού και αν είναι
δηλωμένος στην Εφορία.
Τα έσοδα τα οποία θα
μπορούσαν να εισρεύσουν
στα κρατικά ταμεία αν
χτυπηθεί η μάστιγα των
“μαϊμού” αποδείξεων
εκτιμάται υπολογίζονται
σε 300 με 400 εκατ. ευρώ.
Ενδεικτικό είναι πως
μόνο από τον εντοπισμό
100 επιχειρήσεων που
μετείχαν στο κύκλωμα της
φοροδιαφυγής με τις «πειραγμένες»
ταμειακές μηχανές ο ΦΠΑ
που εκτιμάται πως
εξαφανίστηκε ανέρχεται
σε 6 εκατ. ευρώ.
Το οπλοστάσιο της ΑΑΔΕ
κατά της φοροδιαφυγής θα
ενισχυθεί στη συνέχεια
με τη συνδρομή των
κινητών τηλεφώνων από
τους καταναλωτές μέσω
μιας ειδικής ψηφιακής
εφαρμογής της ΑΑΔΕ.
Η εφαρμογή θα διατίθεται
από το Play Store και το
App Store και θα
εγκαθίσταται στα
smartphone κινητά
τηλέφωνα. Οι καταναλωτές
θα «σκανάρουν» το QRCode
της απόδειξης. Το
αποτέλεσμα του
σκαναρίσματος θα
προβάλλεται στην οθόνη
του κινητού και σε
περίπτωση που ο
καταναλωτής διαπιστώσει
πρόβλημα με την απόδειξη
θα διαβιβάζει τα
στοιχεία στην ειδική
εφαρμογή της ΑΑΔΕ, η
οποία στη συνέχεια θα
προχωρά σε διασταυρώσεις
προκειμένου να
διαπιστώσει αν η
απόδειξη έχει εκδοθεί
από νόμιμη ταμειακή
μηχανή.
Σε τρίτη φάση στη μάχη
για τον έλεγχο των
αποδείξεων
επιστρατεύονται 1.700
ειδικά μηχανήματα QR
Code Scanners που θα
δώσουν τη δυνατότητα
στους ελεγκτές επί τόπου
και με αυτόματες
διαδικασίες να
διαπιστώνουν την
αυθεντικότητα των
αποδείξεων που εκδίδουν
οι επαγγελματίες και οι
επιχειρήσεις και να
προχωρούν σε
διασταυρώσεις στοιχείων
για το οικονομικό προφίλ
των ελεγχόμενων
επιβάλλοντας πρόστιμα σε
περίπτωση παραβάσεων.
Τα κόλπα με τις «πειραγμένες»
ταμειακές
Το φαινόμενο των
“πειραγμένων” ταμειακών
μηχανών εκτιμάται πως
έχει πάρει μεγάλες
διαστάσεις και τα κόλπα
που χρησιμοποιούν οι
επιτήδειοι για να
κλέψουν τον ΦΠΑ και να
μην πληρώσουν φόρο
εισοδήματος εξελίσσονται
ραγδαία με τη συνδρομή
της τεχνολογίας. Η απάτη
που στήνουν τα κυκλώματα
στηρίζεται σε τρεις
μεθόδους:
1. «Μαϊμού» ταμειακές
μηχανές: Αποτελεί
την πλέον κλασσική μορφή
απάτης, αφού
χρησιμοποιείται
ηλεκτρονικός υπολογιστής
και λογισμικό για την
παραγωγή και εκτύπωση
παραστατικών, τα οποία
προσμοιάζουν με
φορολογικά στοιχεία
αξίας, χωρίς όμως να
εκδίδονται από νόμιμα
εγκεκριμένο φορολογικό
μηχανισμό. Τα
παραστατικά αυτά
ουδέποτε καταχωρούνται
στα τηρούμενα λογιστικά
αρχεία των οντοτήτων που
τα εκδίδουν με
αποτέλεσμα τις
σημαντικές απώλειες
δημοσίων εσόδων αλλά και
την παραπλάνηση του
καταναλωτικού κοινού,
αφού είναι συνήθως λίγοι
εκείνοι που μπορούν να
διακρίνουν ένα μη νόμιμο
φορολογικό στοιχείο.
2. Χρήση των νόμιμων
φορολογικών μηχανισμών
για την έκδοση δελτίων
παραγγελίας, χωρίς στη
συνέχεια να εκδίδεται
αντίστοιχο φορολογικό
στοιχείο αξίας,
ή για τη μαζική έκδοση
ακυρωτικών σημειωμάτων
στο τέλος της κάθε
ημέρας, ή για τη μαζική
χορήγηση εκπτώσεων, με
σκοπό την απόκρυψη
φορολογητέας ύλης.
Αποτελεί συνηθισμένη
μορφή απάτης.
3. Παράνομα λογισμικά. Τα
κυκλώματα χρησιμοποιούν
παράνομα λογισμικά μέσω
των οποίων παρεμβαίνουν
στους νόμιμα
εγκεκριμένους
φορολογικούς μηχανισμούς
αλλοιώνοντας τα
πραγματικά δεδομένα των
συναλλαγών. Έτσι οι
εκδόσεις φορολογικών
στοιχείων γίνονται
σύμφωνα με το νόμο αλλά
σε δεύτερο χρόνο ειδικά
λογισμικά «ξαναγράφουν»
το περιεχόμενο των
εκδοθέντων φορολογικών
στοιχείων όσον αφορά
στις ποσότητες, τις
αξίες, τα είδη και τον
αλγόριθμο της ασφαλούς
σήμανσης του κάθε
παραστατικού. Η
συγκεκριμένη μορφή
απάτης είναι από τις
πλέον δύσκολα
ανιχνεύσιμες, αφού
στόχος των
χρησιμοποιούμενων
λογισμικών είναι η
αριστοτεχνική συγκάλυψη
κάθε ίχνους.