|
Την ιδια
στιγμή όμως, όπως
καταγράφει έρευνα του
Διεθνούς
Παρατηρητηρίου
Επιχειρηματικότητας
(Global Enterpeneurship
Monitor – GEM), στο
οποίο συμμετέχει το
ΙΟΒΕ, οι ποιοτικοί
δείκτες
επιχειρηματικότητας στην
Ελλάδα επιδεινώνονται,
ενώ πάνω από τρεις στους
τέσσερις στρέφονται στο
επιχειρείν ως λύση
ανάγκης.
Θετικό
επιχειρηματικό ισοζύγιο
Τα
στοιχεία της Eurostat
επιβεβαιώνονται και από
το ισοζύγιο
επιχειρηματικότητας όπως
το καταγράφει το Γενικό
Εμπορικό Μητρώο
(ΓΕΜΗ). Οι επιχειρήσεις
που ανοίγουν είναι
σταθερά περισσότερες από
αυτές που κλείνουν, με
το θετικό ισοζύγιο να
ενισχύεται.
Με βάση
τα τελευταία στοιχεία
του ΓΕΜΗ, από την αρχή
της χρονιάς έχουν
ανοίξει πάνω από 50.000
νέες επιχειρήσεις, ενώ
έκλεισαν περίπου 15.200.
Ρεκόρ
ατομικών επιχειρήσεων
Κάπου
εδώ σταματάνε τα αμιγώς
καλά νέα και η εικόνα
αρχίζει να θολώνει.
Σχεδόν η μία στις δύο
νέες επιχειρήσεις (πάνω
από 45%) ήταν ατομικές
επιχειρήσεις. Το πρώτο
επτάμηνο του 2025,
ιδρύθηκαν 16,5%
περισσότερες ατομικές
επιχειρήσεις από ό,τι το
αντίστοιχο περσινό
διάστημα. Οι διαγραφές
ατομικών επιχειρήσεων
μειώθηκαν κατά 38% σε
σύγκριση με πέρυσι.
Πάνω από
μία στις τέσσερις
επιχειρήσεις (26,3%)
δραστηριοποιείται στο
εμπόριο. Η δεύτερη
πολυπληθέστερη κατηγορία
επιχειρήσεων είναι τα
καταλύματα και οι
υπηρεσίες, με πάνω από
16,5%
Οι
κατασκευές και οι
επαγγελματικές-επιστημονικές
και τεχνικές
δραστηριότητες αποτελούν
από 8,5% της
επιχειρηματικής
δραστηριότητας
αμφότερες.
Η
μεταποίηση, που
θεωρείται και ο
κατεξοχήν παραγωγικός
κλάδος, υστερεί, με
μόλις 6,3%.
Σύμφωνα πάλι με τη
Eurostat, το 2024 οι
νέες επιχειρήσεις
μεταποίησης μειώθηκαν
στην Ελλάδα κατά 18,4%
το 2024, και οι
κατασκευές κατά 25,4%

Στην
Ελλάδα το 75,3% ανοίγει
επιχείρηση για να βγάλει
τα προς το ζην επειδή
δεν υπάρχουν δουλειές
-πηγή: GEM
Επιχειρηματικότητα
ανάγκης
Στο
ελληνικό επιχειρείν
εξακολουθεί να κυριαρχεί
η φιγούρα του
εμποράκου-μικρομαγαζάτορα,
του αυτοαπασχολούμενου
«αφεντικού του εαυτού
του», η εστίαση και ο
τουρισμός. Το
αναπτυξιακό υπόδειγμα
παραμένει καθηλωμένο σε
δραστηριότητες χαμηλής
προστιθέμενης αξίας και
ευάλωτες σε διαταραχές –
αφού το τουριστικό
προϊόν είναι το πλέον
ευπαθές. Πρόκειται για
το φαινόμενο της
επιχειρηματικότητας
ανάγκης, στο οποίο
στρέφεται κάποιος για να
βγάλει τα προς το ζην,
επειδή δεν έχει
καλύτερες
επαγγελματικές
προοπτικές.
Με βάση
τη διεθνή βιβλιογραφία η
επιχειρηματικότητα
ανάγκης – σε αντίστιξη
με την
επιχειρηματικότητα
ευκαιρίας – χαρακτηρίζει
κυρίως τις
αναπτυσσόμενες
οικονομίες. Σε χώρες με
υψηλή νεανική ανεργία,
όπως η Ελλάδα, ένα
ποσοστό νέων στρέφονται
στο επιχειρείν ως λύση
ανάγκης, επειδή δεν
μπορούν να βιοποριστούν
ικανοποιητικά ως
μισθωτοί.
Χειροτερεύει η ποιότητα
της επιχειρηματικότητας
Στη
σχετική έρευνα του GEM,
στην οποία συμμετέχει το
ΙΟΒΕ, η Ελλάδα σημειώνει
πτώση στους 12 από τους
13 ποιοτικούς δείκτες
αξιολόγησης του πλαισίου
της επιχειρηματικότητας.
Βαθμολογείται συνολικά
με κάτω από τη βάση (4,4
στα 10, από 4,6 στο
2023), και είναι στην
35η θέση ανάμεσα σε 56
οικονομίες που
συμμετέχουν στο GEM.
Το πλέον
ενδιαφέρον όμως είναι
ότι πάνω από από τρεις
στους τέσσερις που
στρέφονται στο
επιχειρείν (75,3%) το
κάνουν «για να βγάλουν
τα προς το ζην, επειδή
δεν υπάρχουν δουλειές».
Όταν οι μισθοί στην
Ελλάδα είναι οι δεύτεροι
πιο χαμηλοί στην Ευρώπη
και οι μισθωτοί
πληρώνουν βαρύ
«φορολογικό πέναλτι»,
ιδίως οι οικογένειες με
παιδιά, η συμπλήρωση του
εισοδήματος με
παράπλευρες «δουλίτσες»
και μικροεπιχειρησούλες,
είναι μια κάποια λύση.
Παραμένει όμως μια λύση
με… κοντά ποδάρια.
Πηγή:
O.T., in.gr
|