|
Τη
μεγαλύτερη απώλεια
υπέστησαν οι
φαρμακευτικές και η
αυτοκινητοβιομηχανία,
δύο κομβικοί τομείς για
την ευρωπαϊκή οικονομία.
Τον Ιούλιο οι
αμερικανικές εισαγωγές
ευρωπαϊκών φαρμακευτικών
προϊόντων έπεσαν στα 8,2
δισ. ευρώ από 10,6 δισ.
έναν χρόνο πριν. Ακόμα
πιο έντονη ήταν η πτώση
στα αυτοκίνητα, όπου οι
εισαγωγές περιορίστηκαν
σε 4 δισ. ευρώ από 5,7
δισ. τον Ιούλιο του
2024.
Σε
επίπεδο τριμήνου, η τάση
αυτή είναι πιο εμφανής:
οι εξαγωγές αυτοκινήτων
ανήλθαν στα 11,9 δισ.
ευρώ την περίοδο
Μαΐου–Ιουλίου, από 15
δισ. το προηγούμενο
τρίμηνο και 17,9 δισ.
την αντίστοιχη περίοδο
πέρυσι.
Η πτώση
των εξαγωγών είχε άμεσο
αντίκτυπο και στο
εμπορικό πλεόνασμα
Ευρώπης–ΗΠΑ. Τον Ιούλιο
καταγράφηκε πλεόνασμα
10,3 δισ. ευρώ, σχεδόν
στο μισό από τα 20,2
δισ. του Ιουλίου 2024.
Σε τριμηνιαία βάση, το
πλεόνασμα συρρικνώθηκε
στα 35,4 δισ. ευρώ,
έναντι 79,9 δισ. το
προηγούμενο τρίμηνο και
57,1 δισ. την ίδια
περίοδο πέρυσι.
Οι
καθοριστικοί παράγοντες
Οι δύο
βασικοί λόγοι πίσω από
την επιδείνωση είναι οι
δασμοί και η ισοτιμία
του νομίσματος. Στις 2
Απριλίου, ημερομηνία που
η αμερικανική κυβέρνηση
χαρακτήρισε «Ημέρα της
Απελευθέρωσης», ο
πρόεδρος Trump επέβαλε
δασμούς 20% σε όλα τα
προϊόντα από την Ε.Ε.,
οι οποίοι τον Ιούλιο
μειώθηκαν στο 15%.
Παρότι το ποσοστό αυτό
είναι χαμηλότερο σε
σχέση με δασμούς που
ισχύουν για άλλους
εταίρους όπως η Ινδία ή
η Βραζιλία, παραμένει
πενταπλάσιο από πέρυσι.
Για τα αυτοκίνητα
ειδικότερα, ο τελικός
δασμός καθορίστηκε στο
15%, έναντι της αρχικής
απειλής για 27,5%.
Παράλληλα, το ευρώ έχει
ενισχυθεί σημαντικά
έναντι του δολαρίου μέσα
στο 2025, κάνοντας τις
ευρωπαϊκές εξαγωγές
ακριβότερες για την
αμερικανική αγορά. Από
τα 1,02 δολάρια στην
αρχή του έτους, το κοινό
νόμισμα ανέβηκε στο 1,18
τον Σεπτέμβριο,
σημειώνοντας αύξηση
τουλάχιστον 8% σε σχέση
με τον Ιούλιο του 2024
και πλήττοντας περαιτέρω
την ανταγωνιστικότητα
της Ευρώπης.
«Ο
βασικός δασμός 15% που
συμφωνήθηκε στο πλαίσιο
της εμπορικής συμφωνίας
ΗΠΑ–Ε.Ε. είναι λίγο
υψηλότερος από τις
αρχικές εκτιμήσεις της
άνοιξης, ωστόσο
αναμένεται να μειώσει
μέρος της αβεβαιότητας
που σκίαζε τις
προοπτικές των
τελευταίων μηνών»,
ανέφερε ο Nicola Nobile,
οικονομολόγος της Oxford
Economics. Πρόσθεσε,
ωστόσο, ότι «παραμένουν
πολλοί αστάθμητοι
παράγοντες γύρω από τις
εμπορικές πολιτικές των
ΗΠΑ».
|