|
Η
Deloitte
εκτιμά ότι η μέση τιμή
πώλησης νεόδμητων
κατοικιών στην Αττική
έχει φτάσει τα 4.100
ευρώ/τ.μ., αυξημένη κατά
10,8% μέσα σε έναν
χρόνο. Έτσι, ένα
διαμέρισμα 70 τ.μ.
κοστίζει πλέον περί τα
287.000 ευρώ. Οι τιμές
αυτές είναι 2,28 φορές
υψηλότερες από τον
εθνικό μέσο όρο (1.800
ευρώ/τ.μ.), γεγονός που
αναδεικνύει τη στρέβλωση
που προκαλεί η
υπερσυγκέντρωση
πληθυσμού στο
Λεκανοπέδιο.
Σύμφωνα
με παράγοντες της
αγοράς, η έλλειψη
αποκέντρωσης συντηρεί τη
ζήτηση σε επίπεδα πολύ
υψηλότερα από την
περιορισμένη προσφορά.
Μόνο το Παρίσι ξεπερνά
την Αθήνα ως προς τη
διαφορά τιμών από τον
εθνικό μέσο όρο, με τις
τιμές εκεί να είναι 3,32
φορές υψηλότερες (10.760
ευρώ/τ.μ. έναντι 3.332
ευρώ/τ.μ. στη Γαλλία).
Η
Θεσσαλονίκη βρίσκεται
επίσης στις πρώτες
θέσεις της κατάταξης,
καθώς απαιτούνται μισθοί
11,4 ετών για την αγορά
διαμερίσματος 70 τ.μ.,
με μέση τιμή 2.815
ευρώ/τ.μ. ή περίπου
200.000 ευρώ. Το επίπεδο
αυτό είναι 1,57 φορές
υψηλότερο του εθνικού
μέσου όρου, ενώ η πόλη
ξεπερνά διεθνή αστικά
κέντρα όπως το Λονδίνο
(10,8 έτη), το Μιλάνο
(9,9 έτη) και τη Ρώμη
(8,1 έτη).
Ακόμη
και η Πάτρα βρίσκεται
υψηλά στη λίστα,
απαιτώντας 8,1 ετήσιους
μισθούς για την αγορά
κατοικίας, ξεπερνώντας
πόλεις όπως η Ρώμη, η
Φλωρεντία και το
Μάντσεστερ. Παρότι η
μέση τιμή πώλησης στην
Πάτρα δεν ξεπερνά τα
1.457 ευρώ/τ.μ. —το
81,3% του εθνικού μέσου
όρου—, τα χαμηλά
εισοδήματα διατηρούν την
πόλη στις υψηλότερες
θέσεις ως προς τη
δυσκολία απόκτησης
κατοικίας.
Στο
φετινό Συνέδριο
Real
Estate
του Συνδέσμου Ανωνύμων
Εταιρειών και
Επιχειρηματικότητας
επισημάνθηκε ότι οι δύο
βασικές αιτίες της
στεγαστικής κρίσης είναι
η κατάρρευση της
οικοδομικής
δραστηριότητας και η
δραματική μείωση της
αγοραστικής δύναμης.
Όπως σημείωσε ο
ιδρυτικός εταίρος της
Southrock
Asset
Management,
Γιάννης Δεληκανάκης, «το
διαθέσιμο εισόδημα των
Ελλήνων έχει μειωθεί στο
68% του επιπέδου του
2010, όταν στη Ρουμανία
έχει αυξηθεί στο 140%
και στην Τσεχία στο
130%. Ο κόσμος απλώς δεν
έχει χρήματα, και αυτή
είναι η βάση της
στεγαστικής κρίσης».
Ο δρ.
Βύρων Κοτζαμάνης,
διευθυντής Ερευνών του
Ινστιτούτου Δημογραφικών
Ερευνών και Μελετών,
επισήμανε ότι «υπό
φυσιολογικές συνθήκες
δεν θα έπρεπε να υπάρχει
στεγαστική κρίση, καθώς
ο πληθυσμός των νέων
30–40 ετών έχει μειωθεί
κατά περίπου ένα
εκατομμύριο σε σχέση με
πριν από 20 χρόνια».
Ωστόσο, η οικοδομική
δραστηριότητα κατέρρευσε
κατά 85%-90% σε σχέση με
τη δεκαετία του 2000 και
δεν έχει ανακάμψει
επαρκώς.
Η
Deloitte
τοποθετεί την Ελλάδα στη
19η θέση μεταξύ 25 χωρών
ως προς τις ενάρξεις
νέων κατοικιών, με μόλις
2,95 νέες κατοικίες ανά
1.000 κατοίκους. Παρά
την αύξηση της ιδιωτικής
οικοδομικής
δραστηριότητας το 2024
(κατά 14,9% στις άδειες,
16,5% στην επιφάνεια και
8,7% στον όγκο), φέτος
παρατηρείται κάμψη λόγω
του κενού που προκλήθηκε
από την κατάργηση των
«μπόνους» δόμησης του
ΝΟΚ μετά από απόφαση του
ΣτΕ. Στο επτάμηνο, οι
άδειες υποχώρησαν κατά
10%, η επιφάνεια κατά
18,4% και ο όγκος κατά
11,3%.
|