|
Η
πρόκληση της εξάρτησης
Η Ευρώπη αντιμετωπίζει
τον διπλό φόβο της
διαρροής ταλέντου και
της εξάρτησης από
αμερικανικές πλατφόρμες.
Στις Βρυξέλλες, η
συζήτηση φτάνει μέχρι
και την ιδέα ενός
«διακόπτη
απενεργοποίησης» για την
προστασία της ψηφιακής
κυριαρχίας, σε περίπτωση
γεωπολιτικών πιέσεων από
τις ΗΠΑ. Παρά τη
δυναμική, η ήπειρος δεν
έχει ακόμη αποδείξει ότι
διαθέτει τα κεφαλαιακά
και τεχνολογικά μέσα να
ανταγωνιστεί τις ΗΠΑ και
την Κίνα σε κρίσιμους
τομείς, όπως τα
προηγμένα τσιπ και τα
μεγάλα γλωσσικά μοντέλα.
Αντίθετα, πλεονεκτήματα
εντοπίζονται σε
εφαρμογές ΑΙ, υπηρεσίες
cloud συμβατές με την
ευρωπαϊκή νομοθεσία και
λύσεις για την άμυνα και
τη βιομηχανία. Η
περίπτωση της Pigment, η
οποία χρησιμοποιεί
μοντέλα της OpenAI για
τα εργαλεία
χρηματοοικονομικού
σχεδιασμού της,
αναδεικνύει το δίλημμα:
η «κυρίαρχη ΑΙ» αποτελεί
εθνικό στόχο, όμως η
αλυσίδα αξίας παραμένει
βαθιά διασυνδεδεμένη με
διεθνείς παρόχους.
Η νέα
στρατηγική
Η ρητορική της
τεχνολογικής κυριαρχίας
έχει γίνει κεντρικό
αφήγημα. Η SAP προωθεί
λύσεις «AI made in
Germany», αν και
συνεργάζεται με την
OpenAI. Παράλληλα, η
Mistral εξασφάλισε
χρηματοδότηση από την
ASML, ανεβάζοντας την
αποτίμησή της στα 11,7
δισ. ευρώ, ενώ εταιρείες
όπως η Nebius και η
Black Forest Labs
κλείνουν στρατηγικές
συνεργασίες με τη
Microsoft, τη Meta και
την xAI.
Την ίδια
στιγμή, ευρωπαϊκές
startups στον χώρο των
ημιαγωγών επιχειρούν να
μειώσουν την εξάρτηση
από την Nvidia,
υποστηρίζοντας ότι ο
έλεγχος της παραγωγής
υλικού είναι εξίσου
κρίσιμος με τα δεδομένα
και τα μοντέλα.
Το
σχέδιο «Eurostack» και η
νέα πολιτική κατεύθυνση
Μια νέα προσέγγιση
προτείνει οι ευρωπαϊκοί
δημόσιοι φορείς να
χρησιμοποιούν
αποκλειστικά ευρωπαϊκές
τεχνολογίες, ακόμη και
αν υστερούν τεχνικά
έναντι των αμερικανικών.
Οι υποστηρικτές του
«Eurostack» θεωρούν πως
η τεχνολογική
ανεξαρτησία δικαιολογεί
το κόστος, καθώς οι
επενδύσεις θα ενισχύσουν
σταδιακά την
ανταγωνιστικότητα.
Ωστόσο,
το χρηματοδοτικό χάσμα
παραμένει τεράστιο. Οι
αμερικανικές Big Tech
σκοπεύουν να επενδύσουν
φέτος περίπου 344 δισ.
δολάρια, κυρίως σε data
centers για ΑΙ—ποσό
πολλαπλάσιο των
ευρωπαϊκών προγραμμάτων.
Η Ευρώπη στερείται
επίσης κολοσσών με το
οικονομικό μέγεθος της
Microsoft, της Google ή
της Amazon.
Ο
διευθύνων σύμβουλος της
SAP, Κρίστιαν Κλάιν,
υποστηρίζει ότι οι
επιδοτήσεις για τσιπ
ίσως δεν αντιμετωπίζουν
τη ρίζα του προβλήματος.
Κατά την άποψή του, η
Ευρώπη πρέπει να
επενδύσει διπλάσια σε
λογισμικό και εφαρμογές,
όπου διαθέτει μεγαλύτερο
περιθώριο επιτυχίας.
Η
πρακτική συμμαχία με την
Nvidia
Παρά τις ανησυχίες για
εξάρτηση, οι συνεργασίες
με την Nvidia
εντείνονται, από τον
υπερυπολογιστή στο
Μπρίστολ έως νέα cloud
έργα στην ηπειρωτική
Ευρώπη. Κυβερνήσεις και
όμιλοι, όπως ο Schwarz
Group, επενδύουν
δισεκατομμύρια σε
υποδομές, ενώ η Γαλλία
στηρίζει εγχώριους
παρόχους όπως η
Fluidstack για την
ανάπτυξη υπερυπολογιστών
ισχύος gigawatt.
Ο Μακρόν
έχει δεσμευθεί για
επενδύσεις ύψους 109
δισ. ευρώ σε data
centers και τεχνολογικό
εξοπλισμό, προβάλλοντας
τη Mistral και την
Pigment ως εμβληματικά
παραδείγματα ευρωπαϊκής
καινοτομίας. Ωστόσο, η
εξάρτηση από
αμερικανικούς εταίρους,
όπως Nvidia, OpenAI και
Microsoft, παραμένει
πραγματικότητα.
Προς ένα
ευρωπαϊκό μοντέλο
τεχνητής νοημοσύνης
Η Ευρώπη κινείται
ταχύτερα από ποτέ,
επενδύοντας σε υποδομές,
κανονιστικά πλαίσια και
συμμαχίες. Όμως η
τεχνολογική κυριαρχία
δεν θα κριθεί στην
αντιγραφή της Silicon
Valley, αλλά στη
δημιουργία ενός
αυτόνομου ευρωπαϊκού
υποδείγματος: έξυπνες
πόλεις, βιώσιμα
υπολογιστικά κέντρα,
πλατφόρμες υψηλής
ασφάλειας για δημόσιο
και βιομηχανία,
καινοτόμα αλλά
συμμορφωμένα
οικοσυστήματα.
Αν αυτή
η στρατηγική επιτύχει, η
προειδοποίηση του
Χουάνγκ θα αποδειχθεί
άκαιρη. Το «καλό κρασί»
της Ευρώπης μπορεί
πράγματι να ωριμάσει
γρηγορότερα—και αυτή τη
φορά, να σταθεί με δική
του γεύση στην παγκόσμια
σκηνή της τεχνητής
νοημοσύνης.
|