|
Παράλληλα, το δημόσιο
χρέος, το οποίο είχε
σταθεροποιηθεί,
προβλέπεται να αυξηθεί
από 87,8% του ΑΕΠ το
2025 σε 92,2% το 2030,
με μεγάλες αποκλίσεις
ανά χώρα. Η Γαλλία και
το Βέλγιο αναμένεται να
σημειώσουν σημαντική
άνοδο (από 116,5% σε
129,4% και από 107,5% σε
122,6% αντίστοιχα), ενώ
ακόμη και η Γερμανία,
σύμβολο δημοσιονομικής
συνέπειας, θα δει το
χρέος της να αυξάνεται
από 64,4% σε 73,6%.
Αντίθετα, η Ιταλία
προβλέπεται να
παραμείνει σχεδόν
σταθερή, από 136,8% σε
137%, διατηρώντας ωστόσο
ένα από τα υψηλότερα
επίπεδα χρέους στο
μπλοκ.
Στον
αντίποδα, χώρες όπως η
Ισπανία και η Πορτογαλία
καταγράφουν βελτίωση, με
πτώση του λόγου χρέους
προς ΑΕΠ από 100,4% σε
92,6% και από 90,9% σε
77,4% αντίστοιχα, χάρη
στην ισχυρή ανάπτυξη και
τη δημοσιονομική
πειθαρχία. Αντίστοιχη
πορεία ακολουθεί και η
Ελλάδα, της οποίας το
χρέος αναμένεται να
υποχωρήσει από 146,7%
φέτος στο 130,2% το
2030. Οι πιο
δημοσιονομικά ανθεκτικές
οικονομίες παραμένουν η
Ιρλανδία (33% προς
28,2%) και η Ολλανδία
(44% προς 48,5%).
Σύμφωνα
με την Goldman Sachs, το
2026 θα σηματοδοτήσει
μια ήπια αλλά καθαρή
μεταβολή στο
δημοσιονομικό τοπίο της
Ευρωζώνης. «Η
δημοσιονομική πολιτική
θα επανέλθει στο
προσκήνιο», αναφέρει
χαρακτηριστικά η
τράπεζα. Στην καρδιά
αυτής της μεταστροφής
βρίσκεται η Γερμανία, με
την υλοποίηση ενός
εκτεταμένου προγράμματος
δαπανών για άμυνα και
υποδομές. Το γερμανικό
έλλειμμα αναμένεται να
αυξηθεί από 2,9% σε 3,7%
του ΑΕΠ, ενώ η Γαλλία,
υπό πολιτικό
κατακερματισμό, θα
σημειώσει μόνο οριακή
βελτίωση (από 5,4% σε
5,3%).
Η
εταιρεία αξιολόγησης
KBRA επισημαίνει πως τα
δημοσιονομικά μονοπάτια
των κρατών-μελών
αποκλίνουν σημαντικά.
«Στις μεγάλες οικονομίες
της Ευρώπης, όπως η
Γαλλία, η Βρετανία, η
Γερμανία, η Ισπανία και
η Ιταλία, οι πιέσεις
εντείνονται, ενώ η
Πορτογαλία, η Ιρλανδία
και η Ελλάδα ξεχωρίζουν
για την υπεραπόδοσή
τους», αναφέρει ο Ken
Egan, υψηλόβαθμο
στέλεχος της KBRA.
Την ίδια
ώρα, οι δομικές
δημοσιονομικές πιέσεις –
από τη γήρανση του
πληθυσμού έως το κόστος
της κλιματικής μετάβασης
και τις αυξανόμενες
αμυντικές δαπάνες –
ενισχύονται. Οι
στρατιωτικές δαπάνες
αναμένεται να φτάσουν το
3,5% του ΑΕΠ έως το
2035, με την KBRA να
εκτιμά ότι έως το 2030
αυτή η αύξηση μπορεί να
επιβαρύνει τα ισοζύγια
κατά 0,9 ποσοστιαίες
μονάδες, παρά τη βοήθεια
από τα ευρωπαϊκά ταμεία.
Παρά τις
προκλήσεις, οι χώρες της
περιφέρειας εμφανίζουν
αξιοσημείωτη πρόοδο στη
βιωσιμότητα του χρέους
και την εξυγίανση των
δημοσιονομικών τους. Αν
και οι αγορές ομολόγων
δεν αντανακλούν άμεσα
αυτή τη βελτίωση, η
σταθεροποίηση είναι
εμφανής.
Ωστόσο,
επανέρχεται στο
προσκήνιο το φαινόμενο
των λεγόμενων «τιμωρών
των ομολόγων». Όπως
σημειώνει η KBRA, οι
αγορές πλέον αντιδρούν
γρηγορότερα και
αυστηρότερα σε
δημοσιονομικές
αποκλίσεις, με τους
επενδυτές να «τιμωρούν»
κυβερνήσεις μέσω
πωλήσεων ομολόγων όταν
αμφισβητούν τη
δημοσιονομική αξιοπιστία
τους.
Με
δεδομένο ότι το 40% έως
45% του χρέους της
Ευρωζώνης πρέπει να
αναχρηματοδοτηθεί μέσα
στα επόμενα τρία χρόνια,
το αυξημένο κόστος
δανεισμού απειλεί να
μεταφραστεί σε
υψηλότερες δαπάνες για
τόκους. Για μια τυπική
χώρα της Ευρωζώνης με
χρέος κοντά στο 90% του
ΑΕΠ, η KBRA υπολογίζει
ότι αύξηση των αποδόσεων
κατά 100 μονάδες βάσης
μπορεί να επιβαρύνει τον
προϋπολογισμό κατά 0,46%
του ΑΕΠ ετησίως —
περίπου 20 δισ. ευρώ για
τη Γερμανία ή 10 δισ.
ευρώ για την Ιταλία.
Όπως
τονίζει ο Ken Egan, «η
προσοχή πρέπει να
μετατοπιστεί από το να
επενδύουμε περισσότερο,
στο να επενδύουμε
καλύτερα — με
αυστηρότερους ελέγχους
δαπανών, πειθαρχημένες
γραμμές χρηματοδότησης
και στοχευμένες
επενδύσεις που αυξάνουν
την καθαρή αξία».
|