|
Σύμφωνα
με στοιχεία του Reuters,
οι αμερικανικές
επιχειρήσεις έχουν ήδη
ανακοινώσει περισσότερες
από 25.000 απολύσεις
μόνο τον Οκτώβριο, χωρίς
να περιλαμβάνονται οι
48.000 που είχε
εξαγγείλει η UPS στις
αρχές του 2025. Στην
Ευρώπη, οι περικοπές
ξεπερνούν τις 20.000, με
τη Nestlé να κατέχει τη
μερίδα του λέοντος μετά
τη μείωση 16.000 θέσεων
την περασμένη εβδομάδα.
Λόγω της
έλλειψης επίσημων
στατιστικών, εξαιτίας
του δεύτερου μεγαλύτερου
shutdown στην ιστορία
της αμερικανικής
κυβέρνησης, οι επενδυτές
στρέφουν την προσοχή
τους σε επιμέρους
εταιρικά παραδείγματα.
«Απολύσεις τέτοιας
κλίμακας από εταιρείες
όπως η Amazon δείχνουν
καθαρά ότι η οικονομία
επιβραδύνεται. Δεν
βλέπεις τέτοια φαινόμενα
σε περίοδο ισχύος»,
σχολίασε ο Άνταμ Σάρχαν,
CEO της 50 Park
Investments στη Νέα
Υόρκη.
Η Amazon
σχεδιάζει την περικοπή
έως και 14.000
διοικητικών θέσεων,
ακολουθώντας την Target
και την Procter &
Gamble, που προχωρούν
επίσης σε εκτεταμένες
αναδιαρθρώσεις. Πηγές
του Reuters εκτιμούν ότι
ο συνολικός αριθμός των
θέσεων που θα
επηρεαστούν ενδέχεται να
φτάσει τις 30.000. Οι
αιτίες διαφέρουν:
ορισμένες εταιρείες,
όπως η Target και η
Nestlé, θέλουν να
ανασχεδιάσουν τη
στρατηγική τους, ενώ
άλλες, όπως η Carter’s,
επηρεάζονται αρνητικά
από τους δασμούς που
έχει επιβάλει η
κυβέρνηση του προέδρου
Ντόναλντ Τραμπ. Κοινό
στοιχείο όλων είναι πως
οι περικοπές
επικεντρώνονται κυρίως
σε διοικητικές και
γραφειακές θέσεις, που
θεωρούνται περισσότερο
εκτεθειμένες στις
δυνατότητες
αυτοματοποίησης που
προσφέρει η τεχνητή
νοημοσύνη.
Η Target
μειώνει το 8% του
εταιρικού της
προσωπικού, ενώ η Amazon
περικόπτει περίπου
14.000 θέσεις από ένα
σύνολο 1,5 εκατομμυρίου
εργαζομένων. Έρευνα της
KPMG δείχνει ότι οι
προγραμματισμένες
επενδύσεις σε τεχνητή
νοημοσύνη αυξήθηκαν κατά
14% σε σχέση με το πρώτο
τρίμηνο, φτάνοντας τα
130 εκατομμύρια δολάρια
κατά μέσο όρο ανά
εταιρεία για τον επόμενο
χρόνο. Το 78% των
στελεχών δηλώνουν ότι
δέχονται πιέσεις από
διοικητικά συμβούλια και
επενδυτές να αποδείξουν
πως η τεχνητή νοημοσύνη
αποδίδει, μειώνοντας τα
κόστη και αυξάνοντας τα
περιθώρια κέρδους.
Οι
οικονομολόγοι της Bank
of America επισημαίνουν
ότι οι θέσεις
εισαγωγικού επιπέδου,
όπου η εργασία μπορεί
εύκολα να
αυτοματοποιηθεί, είναι
οι πιο ευάλωτες. Παρ’
όλα αυτά, οι κλάδοι της
πληροφορικής, των
χρηματοοικονομικών και
των επαγγελματικών
υπηρεσιών εξακολουθούν
να καταγράφουν ανάπτυξη,
παρά τη ραγδαία εξάπλωση
της τεχνητής νοημοσύνης.
«Δεν μπορούμε ακόμη να
αποδώσουμε ευθέως τις
απολύσεις στην AI»,
εξηγεί η Άλισον
Σριβαστάβα,
οικονομολόγος του Indeed
Hiring Lab. «Η τεχνητή
νοημοσύνη έχει τη
δυνατότητα να
μετασχηματίσει την αγορά
εργασίας, αλλά προς το
παρόν οι επιπτώσεις της
είναι περιορισμένες».
Με τα
επίσημα κυβερνητικά
στοιχεία να παραμένουν
ελλιπή, η εικόνα της
αγοράς εργασίας στις ΗΠΑ
δείχνει στασιμότητα. Οι
εβδομαδιαίες αιτήσεις
ανεργίας δεν αυξάνονται,
όμως η δημιουργία νέων
θέσεων παραμένει
αδύναμη. Σύμφωνα με την
ADP, την
τετραεβδομαδιαία περίοδο
έως τις 11 Οκτωβρίου
δημιουργήθηκαν μόλις
14.250 νέες θέσεις
εργασίας. Οι
οικονομολόγοι θεωρούν
ότι η τρέχουσα φάση
χαρακτηρίζεται
περισσότερο από χαμηλές
προσλήψεις παρά από
μαζικές απολύσεις. Οι
εταιρείες περιορίζουν
διακριτικά το προσωπικό
τους, αποφεύγοντας νέες
προσλήψεις αντί να
προχωρούν σε εκτεταμένες
περικοπές.
Αν,
ωστόσο, οι απολύσεις
ενταθούν, υπάρχει
κίνδυνος να πληγεί
περαιτέρω η καταναλωτική
εμπιστοσύνη και να
επιβαρυνθεί μια ήδη
πιεσμένη αμερικανική
οικονομία που
αντιμετωπίζει δασμούς
και πληθωρισμό άνω των
στόχων της Fed. Όπως
προειδοποιούν οι
αναλυτές, το σημερινό
στάδιο αναμονής μπορεί
να μετατραπεί σε νέο
κύμα απολύσεων αν η
επιχειρηματική
αβεβαιότητα συνεχιστεί.
«Ζούμε μια περίοδο
αναμονής», σημειώνει η
Σριβαστάβα. «Οι
εταιρείες κρατούν την
αναπνοή τους,
προσπαθώντας να δουν τι
έρχεται. Η χαμηλή
πρόσληψη και η χαμηλή
απόλυση δείχνουν ότι
έχουμε φτάσει σε μια νέα
μορφή ισορροπίας –
εύθραυστη αλλά
ρεαλιστική».
|