|
Η
Ιαπωνία αρχίζει να
τρέμει, όπως και οι ΗΠΑ.
Οι μεγαλύτερες
οικονομίες του κόσμου, η
πρώτη και η τρίτη, ήρθαν
αντιμέτωπες με τους
τιμωρούς των ομολόγων,
σε μια στιγμή που το
μερίδιο του ευρώ στα
συναλλαγματικά αποθέματα
είναι μόλις 20%,
υποδεικνύοντας ότι τα
παγκόσμια καταφύγια
ασφαλείας γίνονται όλο
και πιο δυσεύρετα.
Οι
επενδυτές φαίνεται να
μην μπορούν να
αποφασίσουν ποια
οικονομία είναι η πιο
επικίνδυνη. Οι ΗΠΑ και
όλα όσα σχετίζονται με
τον Τραμπ; Η Ιαπωνία με
το βαρίδι της «χαμένης
δεκαετίας» και τα τωρινά
προβλήματα πληθωρισμού;
Ή η Κίνα, με την
αυξανόμενη
αποπληθωριστική τάση και
την επίμονη κρίση στην
αγορά ακινήτων; Οι
αντιλήψεις για και τις
τρεις ταλαντεύονται
συνεχώς μέσα στην ίδια
μέρα.
Η
κατάσταση περιπλέχθηκε
ακόμη περισσότερο, όταν
το Δικαστήριο Διεθνούς
Εμπορίου των ΗΠΑ
αποφάσισε ότι η διοίκηση
Τραμπ δεν έχει την
εξουσία να επιβάλει
ευρείες δασμολογικές
επιβαρύνσεις.
Τουλάχιστον προς το
παρόν, αυτό θα μπορούσε
να φέρει σε απότομη
διακοπή τον εμπορικό
πόλεμο του Τραμπ (ο
Τραμπ έχει ήδη ασκήσει
έφεση στην απόφαση).
Μήπως ο
Τραμπ προσπαθήσει απλά
να αγνοήσει την απόφαση; Επίσης,
αυτή την εβδομάδα ο
Αμερικανός πρόεδρος
εκφράζει αγανάκτηση για
την άνοδο του «TACO
trade» στη Wall Street, ένα
ακρωνύμιο που επινόησαν
οι Financial Times και
σημαίνει «Trump Always
Chickens Out» (ο Τραμπ
πάντα το βάζει στα
πόδια).
Ο Τραμπ
φαίνεται να ενοχλείται
και από το γεγονός ότι η
Κίνα δεν έχει προχωρήσει
σε μεγάλες εμπορικές
παραχωρήσεις από τότε
που μείωσε τους δασμούς
από 145% σε 30%. Η
είδηση ότι οι ΗΠΑ θα
αρχίσουν να ακυρώνουν
βίζες για Κινέζους
φοιτητές δείχνει πως ο
εμπορικός πόλεμος δεν
πρόκειται να τελειώσει
σύντομα, ενώ οι ελπίδες
για μια «μεγάλη
συμφωνία» γίνονται όλο
και πιο αχνές.
Αυτήν τη
στιγμή, η Ιαπωνία
βρίσκεται στο επίκεντρο
των παγκόσμιων ειδήσεων.
Η αμφιλεγόμενη θέση της
ως πιο χρεωμένης
ανεπτυγμένης χώρας δεν
αποτελεί έκπληξη για
κανέναν. Ο λόγος χρέους
προς ΑΕΠ του Τόκιο, που
φτάνει το 260%, αποτελεί
μέρος των σκέψεων των
επενδυτών όταν αγοράζουν
ιαπωνικά κρατικά
ομόλογα. Ή, για την
ακρίβεια, μετοχές του
Nikkei 225.
Για δύο χρόνια τώρα, η
Τράπεζα της Ιαπωνίας
μειώνει τα τεράστια
χαρτοφυλάκια κρατικών
ομολόγων, ως μέρος των
προσπαθειών για
κανονικοποίηση του
επιτοκιακού
περιβάλλοντος.
Από το
1999, η Τράπεζα της
Ιαπωνίας διατηρεί το
βασικό επιτόκιο στο
μηδέν ή πολύ κοντά σε
αυτό. Η πολιτική αυτή
επιβλήθηκε λόγω του
ίδιου λόγου που το
εθνικό χρέος της
Ιαπωνίας είναι τόσο
τεράστιο: τις συνέπειες
από την κρίση των κακών
δανείων της δεκαετίας
του 1990.
Όλη αυτή
η έκδοση χρέους βοήθησε
την Ιαπωνία να
αναπτυχθεί μετρημένα
χρόνο με τον χρόνο. Και
οι επιθετικές αγορές
ιαπωνικών ομολόγων από
την Τράπεζα της
Ιαπωνίας, που κατέχει
πάνω από το 50% των
εκδοθέντων τίτλων,
βοήθησαν στη διατήρηση
της ηρεμίας στην αγορά.
Μέχρι τώρα, έχουν
κρατήσει τις αποδόσεις
των JGB υπό έλεγχο.
Η
πολιτική περιορισμού της
Τράπεζας της Ιαπωνίας
προχωρούσε ομαλά. Από
τον Ιούλιο του 2024, ο
διοικητής Kazuo Ueda
μειώνει τις αγορές κατά
400 δισ. γεν (2,8 δισ.
δολάρια) κάθε τρίμηνο. Η
Τράπεζα της Ιαπωνίας
κατάφερε ακόμη και να
αυξήσει τα επίσημα
επιτόκια στο 0,5%, το
υψηλότερο επίπεδο των
τελευταίων 17 ετών.
Τραμπ
2.0
Έπειτα
ήρθε ο Τραμπ 2.0 για να
ξεκινήσει έναν εμπορικό
πόλεμο με κάθε
οικονομική κλίμακα. Οι
δασμοί προκάλεσαν
πρωτοφανή αναταραχή
πρώτα στα αμερικανικά
κρατικά ομόλογα και στη
συνέχεια στις αγορές
χρέους παντού.
Συμπεριλαμβανομένης της
Ιαπωνίας, όπου οι
αποδόσεις εκτοξεύτηκαν
με τρόπους που τραβούν
τα φώτα της
δημοσιότητας.
Η
μεταβλητότητα κορυφώθηκε
την προηγούμενη εβδομάδα
με μια δημοπρασία 20ετών
ομολόγων που απέτυχε
παταγωδώς. Η συνήθως
«ρουτινιάρικη» πώληση
ομολόγων αξίας 6,9 δισ.
δολαρίων που λήγουν το
2045 προσέλκυσε το
λιγότερο ενδιαφέρον από
το 2012. Η «ουρά», το
χάσμα μεταξύ της μέσης
και της χαμηλότερης
αποδεκτής τιμής, ήταν η
χειρότερη από το 1987.
Ξαφνικά,
το hashtag #JGBCrash
έγινε trend στον
ασιατικό κυβερνοχώρο.
Ήταν το Τόκιο που
ανταπέδιδε το χτύπημα,
στέλνοντας σοκ πίσω προς
τις ΗΠΑ. Νωρίτερα αυτήν
την εβδομάδα, ο
υπουργός Οικονομικών των
ΗΠΑ Σκοτ Μπέσεντ δήλωσε
ότι οι ανησυχίες για την
Ιαπωνία όντως ωθούν προς
τα πάνω τις αποδόσεις
των αμερικανικών
ομολόγων.
Κάποιοι
υποστηρίζουν ότι οι
ανησυχίες για την
Ιαπωνία είναι
υπερβολικές. Για
παράδειγμα, η ομάδα του
Ιάπωνα υπουργού
Οικονομικών
Κατσούνουμπου Κατό
κατάφερε να ηρεμήσει τις
αγορές, σηματοδοτώντας
μια αλλαγή στην έκδοση
ομολόγων προς βραχύτερης
διάρκειας τίτλους.
Αυτό
εξηγεί γιατί η όχι και
τόσο επιτυχημένη πώληση
40ετών ομολόγων την
Τετάρτη δεν συγκλόνισε
τις παγκόσμιες αγορές.
Οι αγορές στοιχηματίζουν
ότι, προς το παρόν, το
Τόκιο έχει τον έλεγχο
της κατάστασης.
«Διατηρούμε τη
μακροχρόνια άποψή μας
ότι οι προκλήσεις στην
αγορά των JGB είναι
τεχνικές και όχι
δομικές», λέει ο
Masahiko Loo, ανώτερος
στρατηγικός αναλυτής της
State Street Global
Advisors. «Αυτά τα
ζητήματα μπορούν σε
μεγάλο βαθμό να
αντιμετωπιστούν μέσω
προσαρμογών στον όγκο ή
στη σύνθεση των
εκδόσεων».
Ο Loo
προσθέτει ότι
«πιστεύουμε πως η
ανησυχία για απώλεια
ελέγχου στο πολύ
μακροπρόθεσμο άκρο είναι
υπερβολική. Περίπου το
90% των JGB κατέχονται
εγχώρια, και το σύνθημα
“μην αντιπαλεύεις την
Τράπεζα της
Ιαπωνίας/Υπουργείο
Οικονομικών” παραμένει
ισχυρός άγκυρας.
Οποιαδήποτε υποτιθέμενη
ανισορροπία προσφοράς
και ζήτησης είναι
περισσότερο ζήτημα
χρονικών αποκλίσεων,
κάτι που αποτελεί
τεχνική ανωμαλία και όχι
θεμελιώδες πρόβλημα.
Περιμένουμε αυτές οι
ανισορροπίες να
επιλυθούν το νωρίτερο
μέσα στο τρίτο τρίμηνο».
Η
ανακοίνωση του
Υπουργείου Οικονομικών
ότι μπορεί να μειώσει το
μέγεθος των εκδόσεων
ομολόγων, σύμφωνα με τον
Loo, «ενισχύει την άποψή
μας».
Ωστόσο,
οι κίνδυνοι παραμένουν.
Σε σημείωμά τους προς
πελάτες, οι αναλυτές της
Macquarie Bank
προειδοποιούν ότι η
αύξηση των αποδόσεων των
JGB θα μπορούσε να είναι
«σημείο εκκίνησης» που
θα πυροδοτήσει κύμα
επιστροφής κεφαλαίων, με
Ιάπωνες επενδυτές να
αποσύρουν χρήματα από
δολαριακά περιουσιακά
στοιχεία.
Ο Albert
Edwards, παγκόσμιος
στρατηγικός αναλυτής της
Societe Generale, πάει
ακόμα πιο πέρα,
υποστηρίζοντας ότι μια
έκρηξη των αποδόσεων
στην Ιαπωνία θα μπορούσε
να «προκαλέσει την
Αρμαγεδδώνα στις
παγκόσμιες
χρηματοπιστωτικές
αγορές».
Οι
αναλυτές της Goldman
Sachs θεωρούν την αγορά
JGB ως «καναρίνι στο
ανθρακωρυχείου του
παγκόσμιου duration».
Αντιλαμβανόμενο αυτό και
μη θέλοντας να
προκαλέσει παγκόσμια
κατάρρευση, το
Τόκιο ίσως μειώσει την
έκδοση
υπερμακροπρόθεσμων JGB
τον Ιούλιο,
ανακουφίζοντας τις
αγορές, λέει ο
Katsutoshi Inadome,
στρατηγικός αναλυτής της
Sumitomo Mitsui Trust
Asset Management.
Ωστόσο,
προσθέτει, «αυτό
προσφέρει μόνο προσωρινή
ανακούφιση και δεν θα
οδηγήσει σε μείωση του
συνολικού χρέους της
Ιαπωνίας. Ενώ το
Υπουργείο Οικονομικών
πιθανώς θα κάνει το
κομμάτι του, οι
πολιτικοί τώρα πρέπει να
καταβάλουν προσπάθειες
για να αποφύγουν την
αύξηση του χρέους».
Στασιμοπληθωρισμός
Ο χρόνος
αυτών των εξελίξεων δεν
θα μπορούσε να είναι
χειρότερος. Ο Carlos
Casanova, οικονομολόγος
στην Union Bancaire
Privée, αναφέρει ότι η
αγορά είχε ήδη
τιμολογήσει την
πιθανότητα πιο αργής
ανάπτυξης και υψηλότερου
πληθωρισμού.
«Σε συνδυασμό με
τεχνικούς παράγοντες σε
μια ιδιαίτερα μη ρευστή
αγορά», λέει, «αυτό έχει
δημιουργήσει ανοδικούς
κινδύνους για τα JGB, με
το 10ετές ομόλογο να
φτάνει το 1,50% και το
30ετές να εκτοξεύεται
στο 3,16%.»
Ωστόσο,
προς τα πού θα κινηθούν
οι αποδόσεις των JGB
μπορεί να έχει
σημαντικές παγκόσμιες
επιπτώσεις. Ο Γιώργος
Σαραβέλος,
επικεφαλής έρευνας
συναλλαγματικών αγορών
στην Deutsche Bank,
χαρακτήρισε τη πρόσφατη
απόκλιση μεταξύ των
αποδόσεων των
αμερικανικών ομολόγων
και της ισοτιμίας του
γεν ως «το πιο σημαντικό
δείκτη της αγοράς που
υποδεικνύει την
επιτάχυνση των
δημοσιονομικών κινδύνων
των ΗΠΑ», γιατί δείχνει
ότι οι ξένοι αγοραστές
είναι ανήσυχοι για την
αγορά αμερικανικών
ομολόγων.
«Το ιαπωνικό γεν
ενισχύεται ενώ οι
αποδόσεις των
αμερικανικών ομολόγων
αυξάνονται», λέει ο
Σαραβέλος. «Το
θεωρούμε απόδειξη ότι η
ξένη συμμετοχή στην
αγορά αμερικανικών
ομολόγων μειώνεται.»
Όλα αυτά
έχουν οδηγήσει την
Τράπεζα της Ιαπωνίας
(BOJ) να επιβραδύνει τις
αυξήσεις επιτοκίων. Τα
τελευταία δύο χρόνια, η
ομάδα του διοικητή
Ουέντα κατάφερε να
αυξήσει το βασικό
επιτόκιο στο υψηλότερο
επίπεδο από το 2008.
Τώρα, οι
φόβοι ότι η Ιαπωνία
ολισθαίνει προς
στασιμοπληθωρισμό
δυσκολεύουν την
κατάσταση. Το ΑΕΠ
συρρικνώθηκε κατά 0,7%
το πρώτο τρίμηνο, ενώ ο
πληθωρισμός καταναλωτή
τρέχει με ρυθμό 3,6%.
Αυτό είναι σχεδόν
διπλάσιο από τον στόχο
του 2% της BOJ.
Η πρόσφατη αναταραχή
στις αγορές «προσθέτει
στις προκλήσεις της
Τράπεζας της Ιαπωνίας να
ισορροπήσει τις
πληθωριστικές πιέσεις με
τους ανασταλτικούς
παράγοντες ανάπτυξης
λόγω των αμερικανικών
δασμών», γράφουν
αναλυτές της UBS σε
έκθεσή τους. Η UBS
θεωρεί ότι η επόμενη
σύσφιξη της πολιτικής
της BOJ δεν θα έρθει
πριν το 2026.
Ένας
λόγος που η BOJ κινείται
προσεκτικά είναι οι
ενδείξεις ότι τα
κανονικά επίπεδα
ρευστότητας στην αγορά
γίνονται σποραδικά.
«Αν η BOJ δεν κάνει
αλλαγές στα σχέδιά της
για μείωση των αγορών
παρά το γεγονός ότι η
έρευνα δείχνει μείωση
της λειτουργίας της
αγοράς, μπορεί να
στείλει λάθος μήνυμα ότι
σκοπεύει να συνεχίσει
τις μειώσεις χωρίς να
λαμβάνει υπόψη τις
συνθήκες της αγοράς»,
λέει ο Naoya Hasegawa,
επικεφαλής στρατηγικός
αναλυτής ομολόγων στην
Okasan Securities.
Η
κατεύθυνση της πολιτικής
της Ομοσπονδιακής
Τράπεζας των ΗΠΑ (Fed)
παραμένει μυστήριο. Μια
σύνοψη της συνεδρίασης
της Federal Open Market
Committee (FOMC) στις
6-7 Μαΐου υποδηλώνει ότι
η κεντρική τράπεζα έχει
κάποιες επιφυλάξεις
σχετικά με τη
μεταβλητότητα στις
δημοσιονομικές και
εμπορικές πολιτικές των
ΗΠΑ.
«Οι
συμμετέχοντες συμφώνησαν
ότι η αβεβαιότητα για
τις οικονομικές
προοπτικές έχει αυξηθεί
περαιτέρω, καθιστώντας
σκόπιμη την προσεκτική
προσέγγιση μέχρι να
γίνουν πιο σαφή τα
καθαρά οικονομικά
αποτελέσματα από το
σύνολο των αλλαγών στις
κυβερνητικές πολιτικές»,
αναφέρει το πρακτικό.
«Οι συμμετέχοντες
τόνισαν ότι η Επιτροπή
ίσως αντιμετωπίσει
δύσκολα διλήμματα αν ο
πληθωρισμός αποδειχθεί
πιο επίμονος ενώ οι
προοπτικές για την
ανάπτυξη και την
απασχόληση
επιδεινωθούν.»
Ωστόσο,
η δική της οικονομική
πρόβλεψη της Fed
«τοποθετεί την οικονομία
καθαρά σε περιοχή
στασιμοπληθωρισμού»,
λέει ο Omair Sharif,
πρόεδρος της
συμβουλευτικής Inflation
Insights.
Δεν
προκαλεί έκπληξη ότι μια
νέα έρευνα της JPMorgan
Chase υπογραμμίζει τις
αυξανόμενες ανησυχίες
για τη σταθερότητα της
αγοράς αμερικανικών
ομολόγων αξίας 29 τρισ.
δολαρίων. Οι βασικές
ανησυχίες περιλαμβάνουν
το σχεδόν 37 τρισ.
δολαρίων εθνικό χρέος,
τον εμπορικό πόλεμο του
Τραμπ και το χαοτικό
νομοθετικό περιβάλλον
στο Καπιτώλιο.
Το
συμπέρασμα, όπως λέει η
Leah Traub,
διαχειρίστρια
χαρτοφυλακίου στη Lord
Abbett & Co στο
Bloomberg, είναι ότι «η
ζήτηση για
μακροπρόθεσμους τίτλους
μειώνεται την ίδια
στιγμή που η προσφορά
αυξάνεται». Αυτό
σημαίνει ότι το τυπικό
ασφαλές καταφύγιο των
ΗΠΑ χάνει την αξιοπιστία
του καθώς και η Ιαπωνία
κλυδωνίζεται. Αν υπάρχει
ποτέ στιγμή για την Κίνα
να αναλάβει και να
προσπαθήσει να καλύψει
αυτό το αυξανόμενο κενό,
αυτή είναι τώρα.
Πηγή: Asia Times
|