| Ειδήσεις | Ο Κυνηγός | Λεωφόρος Αθηνών | "Κουλου - Βάχατα" | +/- | "Μας ακούνε" | Fundamentalist | Marx - Soros | Start Trading |

 

 

Τρίτη, 00:01 - 20/05/2025

   

 

 

H Indermit Gill, επικεφαλής οικονομολόγος της Παγκόσμιας Τράπεζας, επισημαίνει σε άρθρο του στο Project Syndicate πως, παρά τις αλλεπάλληλες κρίσεις από το 2020 και μετά, η παγκόσμια οικονομία έχει καταφέρει –μέχρι τώρα– να παραμείνει όρθια. Ωστόσο, οι αντοχές εξαντλούνται και τα περιθώρια σφαλμάτων γίνονται όλο και πιο περιορισμένα.

Σήμερα, το συνολικό παγκόσμιο χρέος είναι περίπου 25% υψηλότερο απ’ ό,τι ήταν λίγο πριν ξεσπάσει η πανδημία, όταν ήδη βρισκόταν σε επίπεδα ρεκόρ. Αυτό το αυξημένο βάρος περιορίζει την ικανότητα των κρατών να ανταποκρίνονται αποτελεσματικά σε νέες προκλήσεις – όπως η αύξηση των δασμών στο διεθνές εμπόριο.

 

Αν και ο δανεισμός αποτελεί θεμέλιο για την οικονομική ανάπτυξη, πρέπει να αντιμετωπίζεται ως αναβληθείσα φορολογική υποχρέωση. Μέσω του χρέους, οι κυβερνήσεις μπορούν να επενδύσουν σε έργα με μακροπρόθεσμα οφέλη για τις επόμενες γενιές, χωρίς να επιβαρύνουν υπερβολικά τους σημερινούς φορολογούμενους – ειδικά σε περιόδους ύφεσης, όταν η αύξηση της φορολογίας θα είχε καταστροφικές συνέπειες. Κάποια στιγμή όμως, το χρέος πρέπει να εξοφληθεί. Αν το εθνικό εισόδημα δεν αυξάνεται ταχύτερα από το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους, η αύξηση των φόρων είναι αναπόφευκτη.

Όπως τονίζει ο Gill, το συνεχώς αυξανόμενο χρέος λειτουργεί πλέον ως τροχοπέδη για την ανάπτυξη. Ποτέ στο παρελθόν αυτό το εμπόδιο δεν ήταν τόσο σοβαρό. Μέσα σε 15 χρόνια, οι αναπτυσσόμενες χώρες συσσώρευσαν χρέος με πρωτοφανή ρυθμό – κατά μέσο όρο 6 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ ετησίως.

Τέτοια ραγδαία αύξηση του χρέους συχνά οδηγεί σε κρίσεις. Η πιθανότητα να προκαλέσει μια χρηματοπιστωτική κατάρρευση είναι σχεδόν μία στις δύο. Παράλληλα, το φαινόμενο συνοδεύτηκε από τη μεγαλύτερη άνοδο επιτοκίων των τελευταίων 40 ετών. Στις μισές αναπτυσσόμενες οικονομίες, το κόστος δανεισμού έχει διπλασιαστεί, με τους τόκους να καταναλώνουν πλέον περίπου το 20% των κρατικών εσόδων – από λιγότερο από 9% το 2007.

Αν και έχει αποφευχθεί μέχρι στιγμής μια παγκόσμια κατάρρευση τύπου 2008-2009, πολλές φτωχές χώρες βρίσκονται πλέον παγιδευμένες σε έναν φαύλο κύκλο. Για να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους, υποχρεώνονται να περικόπτουν επενδύσεις σε κρίσιμους τομείς όπως η υγεία, η εκπαίδευση και οι υποδομές – δηλαδή στους πυλώνες της μελλοντικής ευημερίας.

Το πρόβλημα είναι εντονότερο στις 78 φτωχότερες χώρες που δανείζονται από τη Διεθνή Αναπτυξιακή Ένωση. Εκεί ζει περίπου το 25% του παγκόσμιου πληθυσμού, περιλαμβανομένης μεγάλης μερίδας των νέων που θα εισέλθουν στην αγορά εργασίας τα επόμενα 10-15 χρόνια.

Ωστόσο, οι παγκόσμιες πολιτικές ηγεσίες συνεχίζουν να αγνοούν τους κινδύνους. Στηριζόμενοι περισσότερο στην ελπίδα παρά στην εμπειρία, προσδοκούν ότι η παγκόσμια ανάπτυξη θα επιταχυνθεί και τα επιτόκια θα υποχωρήσουν αρκετά ώστε να αποσοβηθεί η κρίση χρέους.

Η στάση αυτή, αν και κατανοητή λόγω της πολυπλοκότητας του προβλήματος, έχει οδηγήσει σε απραξία. Ένα αποτελεσματικό διεθνές πλαίσιο διαχείρισης και αναδιάρθρωσης χρέους παραμένει ανύπαρκτο, αφήνοντας τις πιο ευάλωτες οικονομίες εκτεθειμένες.

Αν συνεχιστούν οι σημερινές πολιτικές, η παγκόσμια ανάπτυξη θα παραμείνει υποτονική. Οι δείκτες χρέους προς ΑΕΠ αναμένεται να αυξηθούν περαιτέρω τα επόμενα χρόνια.

Οι προβλέψεις είναι αποθαρρυντικές: οι εμπορικές εντάσεις και η αυξημένη πολιτική αστάθεια έχουν περιορίσει τις αναπτυξιακές προοπτικές. Στις αρχές του 2025, οι οικονομολόγοι αναθεώρησαν τις προβλέψεις για την παγκόσμια ανάπτυξη στο 2,2% – σημαντικά χαμηλότερα από τον μέσο όρο της προηγούμενης δεκαετίας.

Παράλληλα, τα επιτόκια αναμένεται να παραμείνουν υψηλά: κοντά στο 3,4% το 2025 και το 2026 στις ανεπτυγμένες οικονομίες – υπερπενταπλάσια από τον μέσο όρο του 2010-2019. Αυτό θα επιβαρύνει ακόμη περισσότερο τις αναπτυσσόμενες χώρες.

Με δεδομένη τη στενότητα δημόσιων πόρων, η κινητοποίηση ιδιωτικού κεφαλαίου γίνεται επιτακτική. Όμως, το ξένο κεφάλαιο δύσκολα θα κατευθυνθεί σε χώρες με υψηλό χρέος και περιορισμένες αναπτυξιακές προοπτικές, καθώς οι επενδυτές θεωρούν εύλογα ότι τα όποια κέρδη θα κατευθυνθούν στην εξυπηρέτηση του χρέους μέσω αυξημένης φορολογίας.

Συνεπώς, η μείωση του χρέους πρέπει να αποτελέσει προτεραιότητα για τις αναπτυσσόμενες οικονομίες με επίμονα υψηλό δείκτη χρέους προς ΑΕΠ. Παράλληλα, είναι απαραίτητη μια ριζική μεταρρύθμιση του διεθνούς συστήματος αξιολόγησης βιωσιμότητας χρέους.

Το υπάρχον πλαίσιο τείνει να προτείνει περισσότερα δάνεια ως λύση, ακόμη και σε χώρες που έχουν ουσιαστικά χρεοκοπήσει και χρειάζονται διαγραφή χρέους. Οι κυβερνήσεις οφείλουν επίσης να μειώσουν τον εγχώριο δανεισμό, που περιορίζει την ιδιωτική οικονομική δραστηριότητα.

Μετά τη σταθεροποίηση του χρέους, η επανεκκίνηση της ανάπτυξης είναι το επόμενο βήμα. Αυτό δεν θα επιτευχθεί από μόνο του. Οι περιορισμοί στο εμπόριο – είτε μέσω δασμών είτε με άλλες μορφές – πρέπει να αρθούν άμεσα και συνολικά. Για πολλές χώρες, η μείωση των δασμών προς όλους τους εμπορικούς εταίρους μπορεί να αποτελέσει έναν από τους ταχύτερους δρόμους προς την ανάπτυξη.

Η ενίσχυση ενός θετικού και σταθερού επενδυτικού περιβάλλοντος είναι επίσης καθοριστική. Μέσω αυτής, μπορούν να εξασφαλιστούν οι πόροι για την ενίσχυση της υγείας, της εκπαίδευσης και των υποδομών.

Όπως λέει και η σοφή παροιμία, «όταν βρίσκεσαι σε τρύπα, σταμάτα να σκάβεις». Η περίοδος υπερβολικά χαμηλών επιτοκίων παραπλάνησε πολλές χώρες να δαπανούν πέρα από τις δυνατότητές τους. Οι κρίσεις των τελευταίων πέντε ετών περιόρισαν τις επιλογές τους, αλλά πλέον απαιτείται υπευθυνότητα.

Ο Gill καταλήγει ότι οι κυβερνήσεις πρέπει να επανέλθουν σε αυστηρότερους δημοσιονομικούς κανόνες. Ενδεικτικά, προτείνει ως όρια χρέους προς ΑΕΠ: 40% για χώρες χαμηλού εισοδήματος, 60% για τις πιο ανεπτυγμένες οικονομίες, με τις υπόλοιπες να κινούνται ανάμεσά τους.

 

Greek Finance Forum Team

 

 

Σχόλια Αναγνωστών

 

 
 

 

 

 

 

 

 

 

 
   

   

Αποποίηση Ευθύνης.... 

© 2016-2024 Greek Finance Forum