Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Joe Biden, χαρακτήρισε την
δεκαετία που διανύουμε αποφασιστική όσον αφορά
την διαμόρφωση της νέας παγκόσμιας τάξης, καθώς
κατά την διάρκειά της έχουν αρχίσει να
συντελούνται δραματικές γεωπολιτικές,
τεχνολογικές, οικονομικές και περιβαλλοντικές
αλλαγές. Για την αντιμετώπιση αυτών αλλαγών, ο
Λευκός Οίκος δημοσίευσε στις 12 Οκτωβρίου 2022
την Στρατηγική Εθνικής Ασφάλειας, σύμφωνα με την
οποία το Αμερικανικό Υπουργείο Άμυνας εξέδωσε
λίγο αργότερα -στις 27 Οκτωβρίου 2022– την
Στρατηγική Εθνική Άμυνας, η οποία συνοδευόταν
από την Αναθεώρηση Πυρηνικής Διάταξης και την
Αναθεώρηση Πυραυλικής Άμυνας. Η παρούσα ανάλυση
εξετάζει το περιεχόμενο αυτών των εγγράφων,
παρουσιάζοντας κάποιες πρώτες εκτιμήσεις.
------------
Ο όρος Στρατηγική
(Strategy) αν και
προέρχεται από τον χώρο
των Ενόπλων Δυνάμεων
υποδηλώνοντας την τέχνη
της βέλτιστης
αξιοποίησης των μέσων
και του προσωπικού που
διαθέτει ένας
στρατιωτικός Διοικητής
με σκοπό την επικράτηση
στο πεδίο της μάχης,
απέκτησε στην πορεία του
χρόνου μια πιο
διευρυμένη έννοια,
διεισδύοντας στον τομέα
των επιχειρήσεων, των
οργανισμών, αλλά και των
κρατών, όπου πλέον
υποδηλώνει την εκπόνηση
ενός σχεδίου σύμφωνα με
το οποίο όλα τα μέλη
αναπτύσσουν την δράση
τους με σκοπό την
επίτευξη των στόχων που
έχουν τεθεί από την
ιεραρχία τους.
Η δοκιμαστική έκρηξη της
αμερικανικής
θερμοπυρηνικής βόμβας
Castle Bravo των 15
μεγατόνων ΤΝΤ στην ατόλη
Μπικίνι, την 1η Μαρτίου
του 1954. Η δοκιμή
θεωρήθηκε αποτυχημένη
γιατί ήταν υπερδιπλάσιας
ισχύος από την
υπολογισθείσα, κάτι που
οδήγησε σε ραδιενεργή
μόλυνση των κατοίκων
γειτονικών νησιών.
Reuters
Η αξία αυτού του
εγγράφου σχεδίου,
αναδεικνύεται ακόμα
περισσότερο σε περιόδους
κρίσεων και έντονων
αλλαγών, καθώς μέσα σε
αυτό αναφέρονται οι
κυριότερες προκλήσεις
και καθορίζονται οι
προτεραιότητες.
Χαρακτηριστικά
παραδείγματα τέτοιων
εγγράφων που είδαν το
φως της δημοσιότητα κατά
το 2022 –ένα έτος
ορόσημο για τη διεθνή
κοινότητα- αποτελούν η
Στρατηγική Πυξίδα
(Strategic Compass) της
Ευρωπαϊκής Ένωσης [1],
το νέο Στρατηγικό Δόγμα
του ΝΑΤΟ (NATO 2022
Strategic Concept) [2],
και η Στρατηγική Εθνικής
Ασφάλειας (National
Security Strategy) των
ΗΠΑ [3], σύμφωνα με την
οποία εκπονήθηκε στην
συνέχεια η Στρατηγική
Εθνική Άμυνας των ΗΠΑ
που θα αναλυθεί παρακάτω.
Εικόνα 1: Το εξώφυλλο
και τα περιεχόμενα της
Στρατηγικής Εθνικής
Ασφάλειας. Πηγή: The
White House
Στις 27 Οκτωβρίου 2022
το Υπουργείο Άμυνας των
ΗΠΑ (U.S. Department of
Defense) δημοσίευσε για
πρώτη φορά σε ένα ενιαίο
έγγραφο τρία αδιαβάθμητα
[4] στρατηγικά κείμενα
που σχετίζονται με την
διεξαγωγή στρατιωτικών
επιχειρήσεων και την
χρήση πυρηνικών/πυραυλικών
συστημάτων [5]. Τα
κείμενα αυτά ήταν η
Στρατηγική Εθνική Άμυνας
[National Defense
Strategy, NDS)], η
Αναθεώρηση Πυρηνικής
Διάταξης [Nuclear
Posture Review (NPR)],
και η Αναθεώρηση
Πυραυλικής Άμυνας
[Missile Defense Review
(MDR)] [6]. Η ενοποίηση
των τριών αυτών εγγράφων
-σύμφωνα με τον
Αμερικανό Υπουργό Άμυνας-
πραγματοποιήθηκε για να
εξασφαλιστεί η ενότητα
των ενεργειών όλων των
τμημάτων του Υπουργείου
και να αξιοποιηθούν
βέλτιστα οι σχετικοί
πόροι, ώστε να
εξασφαλιστεί η μαχητική
ισχύς των Ενόπλων
Δυνάμεων των ΗΠΑ η οποία
διαδραματίζει κεντρικό
ρόλο στην επίτευξη της
αποτροπής [7].
Το ενοποιημένο αυτό
έγγραφο έχει έκταση 80
σελίδων από τις οποίες η
Εθνική Στρατηγική (NDS)
καταλαμβάνει 23 σελίδες,
η Αναθεώρηση Πυρηνικής
Διάταξης (NPR) 25
σελίδες, και η
Αναθεώρηση Πυραυλικής
Άμυνας (MDR) 12 σελίδες,
ενώ προλογίζεται από ένα
κείμενο 2 σελίδων του
Υπουργού Άμυνας των ΗΠΑ.
Ο Lloyd J. Austin III
ξεκινάει τον πρόλογό του
τονίζοντας τα λόγια του
νυν Αμερικανού Προέδρου,
σύμφωνα με τον οποίο
«[…] ζούμε σε μια
αποφασιστική δεκαετία η
οποία έχει σημαδευτεί
από δραματικές αλλαγές
στην γεωπολιτική, την
τεχνολογία, την
οικονομία και το
περιβάλλον» [8]
αναφέροντας συνάμα ότι
μέσω της εν λόγω
Στρατηγικής οι Ηνωμένες
Πολιτείες θα είναι σε
θέση να προστατέψουν τον
αμερικανικό λαό, να
προωθήσουν την παγκόσμια
ασφάλεια, να αδράξουν
νέες στρατηγικές
ευκαιρίες, και να
υπερασπιστούν τις
δημοκρατικές τους αξίες.
Τέλος, επισημαίνει ότι η
Λαϊκή Δημοκρατία της
Κίνας (ΛΔΚ) αποτελεί τον
βασικό ανταγωνιστή των
ΗΠΑ, η αντιμετώπιση της
ρωσικής εισβολής στην
Ουκρανία βασίζεται στην
συνεργασία με συμμάχους
και εταίρους, αλλά και
πως ο συνηθισμένος
τρόπος δράσης του
Υπουργείου δεν είναι
πλέον αποδεκτός.
Η Στρατηγική Εθνική
Άμυνας αποτελείται από
10 επιμέρους τμήματα.
Στο πρώτο τμήμα της, την
Εισαγωγή (I.
Introduction) [9],
καθορίζονται τα ζωτικά
συμφέροντα των ΗΠΑ, τα
οποία περιλαμβάνουν την
προστασία της ασφάλειας
του αμερικανικού λαού,
την εξάπλωση της
οικονομικής ευημερίας
και των ευκαιριών, και
την υλοποίηση και
προάσπιση των αξιών του
αμερικανικού τρόπου ζωής,
συνοψίζοντας τα
περιεχόμενα του εγγράφου.
Το δεύτερο τμήμα με
τίτλο Περιβάλλον
Ασφάλειας (II. Security
Environment) [10]
περιγράφει τις
στρατηγικές προκλήσεις
ασφάλειας, αναφέροντας
ως πρώτη πρόκληση τον
Στρατηγικό Ανταγωνισμό
με τη Λαϊκή Δημοκρατία
της Κίνας η οποία –σύμφωνα
πάντα με την NDS–
υπονομεύει τις
προσπάθειες των ΗΠΑ και
των συμμάχων τους,
εκσυγχρονίζοντας τον
Λαϊκό Απελευθερωτικό
Στρατό [People’s
Liberation Army’s (PLA)],
επεκτείνοντας τις
δραστηριότητές του, και
αναπτύσσοντας νέες
δυνατότητες διεξαγωγής
επιχειρήσεων στο
διάστημα, τον
κυβερνοχώρο, το
ηλεκτρονικό φάσμα, και
το πεδίο των πληροφοριών.
Ακολούθως αναφέρεται
στην Ρωσία η οποία
επιχειρεί να εξασφαλίσει
τα συμφέροντά της με την
βία, και την οποία
χαρακτηρίζει ως οξεία
απειλή λόγω των
πυρηνικών, πυραυλικών,
ψηφιακών, πληροφοριακών,
και χημικών-βιολογικών
δυνατοτήτων της, και της
συνεργασίας της με την
Κίνα. Όσον αφορά την
εσωτερική ασφάλεια, το
εν λόγω κείμενο
υποβαθμίζει για πρώτη
φορά τον ρόλο της
διεθνούς τρομοκρατίας,
δίνοντας έμφαση στην
προσπάθεια της Κίνας και
της Ρωσίας να κάμψουν
την θέληση του
αμερικανικού λαού και να
προσβάλλουν κρίσιμες
εθνικές υποδομές. Ως «επίμονες»
απειλές χαρακτηρίζονται
η Βόρεια Κορέα, το Ιράν,
και οι Βίαιες
Εξτρεμιστικές Οργανώσεις
(ΒΕΟ) [11] ενώ
επισημαίνεται η αύξηση
των ραγδαία
εξελισσόμενων
τεχνολογιών, οι οποίες
καθιστούν το πεδίο της
μάχης πιο πολύπλοκο από
ποτέ. Τέλος, το έγγραφο
αναφέρεται στην
δημιουργία
δραστηριοτήτων «γκρίζων
ζωνών» όπως οι
κυβερνοεπιθέσεις και
εκστρατείες
παραπληροφόρησης –κυρίως
από την Κίνα και τη
Ρωσία– αλλά και την
επιδείνωση παγκόσμιων
προκλήσεων όπως η
κλιματική αλλαγή και οι
πανδημίες, οι οποίες
επηρεάζουν την διεξαγωγή
των στρατιωτικών
επιχειρήσεων.
Στο τρίτο τμήμα με τίτλο
Προτεραιότητες Άμυνας
(III. Defense
Priorities) [12]
καθορίζονται οι 4
εθνικές προτεραιότητες
των ΗΠΑ για τον τομέα
της Άμυνας, οι οποίες
περιλαμβάνουν την
υπεράσπιση της
αμερικανικής επικράτειας
από την απειλή της Κίνας,
την αποτροπή στρατηγικών
επιθέσεων εναντίον των
ΗΠΑ, των συμμάχων, και
εταίρων τους, την
αποτροπή της
επιθετικότητας σε
συνδυασμό με την
επικράτηση στη μάχη
εναντίον της Κίνας στον
Ινδο-Ειρηνικό και της
Ρωσίας στην Ευρώπη, και
την οικοδόμηση μιας
ανθεκτικής Διακλαδικής
Δύναμης και ενός
αμυντικού οικοσυστήματος.
Το τέταρτο τμήμα,
Ενοποιημένη Αποτροπή
(IV. Integrated
Deterrence) [13],
αναφέρεται στους τρόπους
επίτευξης της αποτροπής
οι οποίοι περιλαμβάνουν
την απαγόρευση δράσης
των αντιπάλων, την
ανάπτυξη ανθεκτικότητας,
την άμεση και συλλογική
επιβολή κόστους με την
ανάπτυξη ποικίλων μέσων
και την ικανότητα
διεξαγωγής πληροφοριακών
επιχειρήσεων, τις
εξατομικευμένες
προσεγγίσεις αποτροπής
επιθέσεων εναντίον της
επικράτειας των ΗΠΑ,
στρατηγικών επιθέσεων,
ενδεχόμενων επιθέσεων
της Κίνας, της Ρωσίας,
της Βόρειας Κορέας, και
του Ιράν και, τέλος, την
ικανότητα εκτίμησης και
διαχείρισης κρίσεων.
Το πέμπτο τμήμα με τίτλο
Εκστρατεύοντας (V.
Campaigning) [14],
αναφέρεται στην συμβολή
των εκστρατευτικών
δυνάμεων όσον αφορά την
επίτευξη της αποτροπής
και των λοιπών
στρατηγικών στόχων,
τονίζοντας ωστόσο ότι θα
κάνει χρήση των
διαθέσιμων μέσων με
φειδώ καθώς έχει
αποδειχτεί σε αρκετές
περιπτώσεις ότι
μη-στρατιωτικά μέσα όπως
ο διαμοιρασμός
πληροφοριών, τα
οικονομικά μέσα, οι
διπλωματικές ενέργειες,
και οι πληροφοριακές
επιχειρήσεις έχουν
αποδειχτεί πιο
αποτελεσματικά. Τέλος,
επισημαίνει ότι η
διάταξη των αμερικανικών
δυνάμεων στοχεύει στην
αποτροπή της Κίνας και
της Ρωσίας και ότι θα
υλοποιηθεί στην περιοχή
του Ινδο-Ειρηνικού μέσω
επενδύσεων σε κρίσιμες
υποδομές με την
συνεργασία του
Υπουργείου Εξωτερικών,
και στην Ευρώπη μέσω της
ενίσχυσης των ικανοτήτων
των συμμάχων του ΝΑΤΟ.
Όσον αφορά άλλες
περιοχές, θα επιδιωχθεί
μια προσέγγιση
επιτήρησης και
ανταπόκρισης,
διατηρώντας δυνάμεις
έτοιμες να αναπτυχθούν
ανά τον κόσμο.
Εικόνα 2: Το εξώφυλλο
και τα περιεχόμενα της
Στρατηγικής Εθνικής
Άμυνας. Πηγή: U.S.
Department of Defense
Στο έκτο τμήμα, «Συνδέοντας
την Στρατηγική με
Συμμάχους και Εταίρους
και Προωθώντας
Περιφερειακούς Στόχους»
(VI.
Anchoring our Strategy
in Allies and Partners
and Advancing Regional
Goals) [15],
η Στρατηγική Εθνικής
Άμυνας εστιάζει σε
6
γεωγραφικές περιοχές
ενδιαφέροντος.
Όσον αφορά την περιοχή
του Ινδο-Ειρηνικού,
αναφέρει ότι οι ΗΠΑ θα
συνεργαστούν με την
Ιαπωνία και την
Αυστραλία μέσω της
συνεργασίας AUKUS [16]
και την Indo-Pacific
Quad [17], την Ινδία,
την Ταϊβάν, την
Δημοκρατία της Κορέας
και την Ένωση Χωρών της
Νοτιοανατολικής Ασίας
[Association of
Southeast Asian Nations
(ASEAN)] [18], ενώ όσον
αφορά την Ευρώπη θα
επιδιώξει την συνεργασία
με συμμάχους και
εταίρους για την
ενίσχυση της Ανατολικής
πτέρυγας του ΝΑΤΟ με
έμφαση στις Αεροπορικές
Δυνάμεις, τις
Πληροφορίες-Επιτήρηση-Αναγνώριση
[Intelligence-Surveillance-Reconnaissance
(ISR)], και τον
ηλεκτρονικό πόλεμο.
Επιδίωξη στην περιοχή
της Μέσης Ανατολής,
έπειτα από την απόσυρση
των δυνάμεων από το
Αφγανιστάν, είναι η
προσέγγιση του Ιράκ και
της Συρίας, η πυρηνική
αποτροπή του Ιράν και η
ενίσχυση της συνεργασίας
με τα μέλη του
Συμβουλίου Συνεργασίας
του Κόλπου [19], ενώ
στην Αφρική είναι η
πάταξη των ΒΕΟ, και στην
Αρκτική η ανάπτυξη ενός
συστήματος εγκαίρου
προειδοποίησης και ISR
με την συνεργασία του
Καναδά.
Το έβδομο τμήμα με τίτλο
Σχεδιασμός Δυνάμεων
(VII. Force Planning)
[20] αναφέρει τις
προτεραιότητες
διαμόρφωσης της
μελλοντικής διακλαδικής
δύναμης, η οποία θα έχει
ετοιμότητα επέμβασης για
την αντιμετώπιση κρίσεων
μικρής κλίμακας και
διάρκειας και η οποία θα
πρέπει να θανατηφόρα σε
μεγάλες αποστάσεις,
βιώσιμη σε όλα τα
περιβάλλοντα, ανθεκτική
διατηρώντας το
πλεονέκτημα, επιβιώσιμη
στις αντεπιθέσεις, και
ευέλικτη μέσω της
γρήγορης κινητοποίησης
και της επαρκούς
υποστήριξης. Στο όγδοο
τμήμα, Οικοδομώντας
Πλεονεκτήματα Διαρκείας
(VIII. Building Enduring
Advantages) [21],
αναλύονται οι τρόποι
ανάπτυξης των
πλεονεκτημάτων τα οποία
περιλαμβάνουν τον
μετασχηματισμό της αργής
και μη-εστιασμένης
αμυντικής βιομηχανίας,
την επένδυση στην
τεχνολογία, την
προσαρμογή και ενίσχυση
του αμυντικού
οικοσυστήματος, την
ενδυνάμωση της
ανθεκτικότητας και
προσαρμοστικότητας, και
την καλλιέργεια του
αναγκαίου εργατικού
δυναμικού.
Το ένατο τμήμα
αναφέρεται στην
Διαχείριση Κινδύνου (IX.
Risk Management) [22],
καθώς -όπως
χαρακτηριστικά αναφέρει
το κείμενο- καμία
Στρατηγική δεν προβλέπει
τέλεια τις απειλές που
πρόκειται να ανακύψουν.
Για τον λόγο αυτό η
ανάπτυξη της εν λόγω
Στρατηγικής
πραγματοποιήθηκε
λαμβάνοντας υπόψη
επισφαλείς προβλέψεις
και απρόβλεπτες
καταστάσεις, όπως ο
στρατιωτικός
εκσυγχρονισμός ενός μη
αναμενόμενου ανταγωνιστή,
η εκδήλωση
επιθετικότητας από έναν
μη αναμενόμενο δρώντα, ή
μια νέα πανδημία. Επίσης,
βασίστηκε στην
προτεραιοποίηση χρήσης
των διαθέσιμων μέσων,
την ανάπτυξη νέων
τεχνολογιών, και την
προσέλκυση χαρισματικών
ατόμων.
Στο Συμπέρασμα (X.
Conclusion) της NDS [23]
γίνεται μνεία των
αξιοσημείωτων ποιοτικών
χαρακτηριστικών των ΗΠΑ
και των δημοκρατικών
αξιών που πρεσβεύουν,
τονίζοντας ότι δεν
πρέπει να
αποπροσανατολιστούν από
αυτές. Καταλήγει δε με
την υπενθύμιση ότι οι
ΗΠΑ έχουν καταφέρει να
επιβιώσουν μέσα από
μακροχρόνιους
ανταγωνισμούς με μεγάλες
δυνάμεις και θα πράξουν
το ίδιο και στο μέλλον
συνεργαζόμενες με τρίτα
μέρη σε όλο τον κόσμο.
Η ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗ ΠΥΡΗΝΙΚΗΣ
ΔΙΑΤΑΞΗΣ
Το δεύτερο κείμενο
στρατηγικού χαρακτήρα –όπως
αναφέρθηκε παραπάνω–
είναι η Αναθεώρηση
Πυρηνικής Διάταξης
((Nuclear Posture
Review, NPR), η οποία
αποτελείται από 9
επιμέρους τμήματα. Το
πρώτο τμήμα της έχει
τίτλο «Μια Ολοκληρωμένη,
Ισορροπημένη Προσέγγιση
για την Υπεράσπιση
Ζωτικών Συμφερόντων
Εθνικής Ασφάλειας και τη
Μείωση των Πυρηνικών
Κινδύνων» (I. A
Comprehensive, Balanced
Approach to Defending
Vital National Security
Interests and Reducing
Nuclear Risks) [24], και
επισημαίνει ότι η
στρατηγική αποτροπή
παραμένει αποστολή
κορυφαίας προτεραιότητας
για το Υπουργείο Άμυνας
και το αμερικανικό έθνος,
και δομικό στοιχείο της
Στρατηγικής Εθνικής
Άμυνας, διευκρινίζοντας
ότι από μόνη της δεν
πρόκειται να μειώσει τον
πυρηνικό κίνδυνο,
γεγονός που καταδεικνύει
την ανάγκη ολοκληρωμένης
και ισορροπημένης
προσέγγισης.
Τονίζεται, επίσης, πως η
εισβολή της Ρωσίας στην
Ουκρανία έδειξε ότι ο
πυρηνικός κίνδυνος
εξακολουθεί να υπάρχει
και όσο υφίστανται
πυρηνικά όπλα, οι ΗΠΑ
μαζί με τις υπόλοιπες
πυρηνικές δυνάμεις [25]
οφείλουν να είναι
θεματοφύλακες αυτών των
δυνατοτήτων. Αναφέρει
ακόμη ότι οι ΗΠΑ
σκοπεύουν να μειώσουν
τον ρόλο των πυρηνικών
στην αμερικανική
στρατηγική. Για τον
σκοπό αυτό αποφασίστηκε
η υιοθέτηση μιας πιο
αυστηρής πολιτικής και
ολοκληρωμένης
προσέγγισης, η
υποβάθμιση του ρόλου των
πυρηνικών, η λήψη μέτρων
για την ενίσχυση της
αποτροπής, ο έλεγχος των
εξοπλισμών και η
μη-διασπορά, η
αντικατάσταση
προγραμμάτων
εκσυγχρονισμού, η
απόσυρση της βόμβας
βαρύτητας Β83-1, η
ακύρωση του προγράμματος
Sea-Launched Cruise
Missile (SLCM-N), και η
ανάπτυξη μιας πιο
σύγχρονης και
προσαρμοστικής
πρωτοβουλίας πυρηνικής
ασφάλειας.
Στο δεύτερο τμήμα, «Το
Περιβάλλον Ασφάλειας και
Προκλήσεις Αποτροπής»
(II. The Security
Environment and
Deterrence Challenges)
[26], αναφέρεται ότι η
Κίνα έχει ως στόχο να
διαθέτει 1.000 πυρηνικές
κεφαλές μέχρι το τέλος
της δεκαετίας, και ότι η
Ρωσία συνεχίζει να
προβάλει την χρήση
πυρηνικών στην
Στρατηγική που ακολουθεί,
απειλώντας άμεσα το ΝΑΤΟ
και τους συμμάχους του,
καθώς κατέχει 1.550
μηχανοκίνητες
στρατηγικές πυρηνικές
κεφαλές και άλλες 2.000
μη-στρατηγικής χρήσης.
Επισημαίνεται ακόμα ότι
οι ΗΠΑ θα βρεθούν
αντιμέτωπες μέχρι το
2030 με δύο πυρηνικούς
αντίπαλους, γεγονός που
επηρεάζει την παγκόσμια
ασφάλεια. Μικρότερες
αλλά όχι ασήμαντες
ανησυχίες προκαλούν
επίσης και οι ενέργειες
της Βόρειας Κορέας και
του Ιράν, ενώ ως
κρίσιμες προκλήσεις
αναφέρονται η αυξανόμενη
σημασία της χρήσης
πυρηνικών στις
στρατηγικές τρίτων
κρατών όπως η Ρωσία, η
πυρηνική επέκταση της
Κίνας, η ανάγκη για
χρήση πυρηνικών σε
περίπτωση σύγκρουσης
μεγάλης κλίμακας, και η
πολυχωρικές
(multi-domain)
στρατιωτικές
επιχειρήσεις οι οποίες
επηρεάζουν την
αλληλεπίδραση πυρηνικών
και μη δυνατοτήτων.
Εικόνα 3: Το εξώφυλλο
και τα περιεχόμενα της
Αναθεώρησης Πυρηνικής
Διάταξης. Πηγή: U.S.
Department of Defense
Ο Ρόλος των Πυρηνικών
Όπλων στην Στρατηγική
των ΗΠΑ (III. The Role
of Nuclear Weapons in
U.S. Strategy) [27],
σύμφωνα με το τρίτο
τμήμα είναι η αποτροπή
στρατηγικών επιθέσεων, η
εξασφάλιση των συμμάχων
και εταίρων, και η
επίτευξη των
αντικειμενικών σκοπών σε
περίπτωση αποτυχίας της
αποτροπής,
διευκρινίζοντας ωστόσο
ότι η χρήση τους
εγκρίνεται από τον
Πρόεδρο των ΗΠΑ και τα
αντίστοιχα σχέδια από
τον Υπουργό Άμυνας σε
συμφωνία με το Δίκαιο
των Ενόπλων Συγκρούσεων
[Law of Armed Conflict (LOAC)].
Στο ίδιο μέρος τονίζεται
ότι η πολιτική πάνω σε
αυτόν τον τομέα είναι
ευαίσθητη,
σταθεροποιητική, και
ισορροπημένη, και πως οι
ΗΠΑ δεν θα κάνουν χρήση
ούτε θα απειλήσουν
μη-πυρηνικές δυνάμεις
που είναι μέλη της
Συνθήκης για τη
Μη-Διασπορά Πυρηνικών
Όπλων [28], έχοντας ως
βασική επιδίωξη την
αποτροπή της
περιφερειακής
επιθετικότητας της Κίνας
και της Ρωσίας.
Στο τέταρτο τμήμα με
τίτλο Εξατομικευμένες
Στρατηγικές Πυρηνικής
Αποτροπής (IV. Tailored
Nuclear Deterrence
Strategies) [29],
αναφέρονται οι
ξεχωριστές Στρατηγικές
που πρόκειται να
ακολουθήσουν οι ΗΠΑ
απέναντι στην Κίνα, την
Ρωσία, την Βόρεια Κορέα,
και το Ιράν, καθώς και ο
τρόπος διαχείρισης του
κινδύνου κλιμάκωσης και
εσφαλμένης εκτίμησης,
μέσα από την ανάπτυξη
επιχειρησιακών σχεδίων
και την λήψη αποφάσεων
σχετικά με την διάταξη
και την ετοιμότητα των
δυνάμεων. Το πέμπτο
τμήμα, «Ενδυναμώνοντας
την Περιφερειακή
Στρατηγική Αποτροπής»
(V. Strengthening
Regional Nuclear
Deterrence) [30],
αναφέρεται στις δύο
γεωγραφικές περιφέρειες
του Ευρω-Ατλαντικού και
του Ινδο-Ειρηνικού
επισημαίνοντας ότι το
ΝΑΤΟ θα παραμείνει μια
πυρηνική συμμαχία -σε
συνδυασμό με την Γαλλία
και το Ηνωμένο Βασίλειο-
για όσο χρονικό διάστημα
υπάρχουν πυρηνικά, και
ότι θα ενισχύσει την
διαβούλευση και την
ανταλλαγή πληροφοριών με
τη Νότια Κορέα, την
Ιαπωνία, και την
Αυστραλία.
Στο έκτο τμήμα με τίτλο
Έλεγχος Εξοπλισμών,
Μη-Διασπορά Πυρηνικών
και Αντιτρομοκρατία (VI.
Arms Control, Nuclear
Non-Proliferation, and
Counterterrorism) [31],
το κείμενο αναφέρεται
στην άμεση ανανέωση της
συμφωνίας ελέγχου
εξοπλισμών «New START»
[32] μεταξύ ΗΠΑ και
Ρωσίας από τον νυν
Πρόεδρο αμέσως μετά την
ανάληψη των καθηκόντων
του και την επιθυμία
περαιτέρω ανανέωσής της
το 2026, αλλά και την
ανησυχία των ΗΠΑ για την
πυρηνική επέκταση της
Κίνας. Όσον αφορά τη
Μη-Διασπορά των
Πυρηνικών Όπλων,
επιβεβαιώνεται η
δέσμευση στην σχετική
Συμφωνία και η
προσπάθεια παρεμπόδισης
ανάπτυξης πυρηνικών από
το Ιράν, και
διπλωματικής προσέγγισης
της Βόρειας Κορέας, ενώ
τονίζεται πως αν και
υποστηρίζουν την Συνθήκη
Πλήρους Απαγόρευσης
Πυρηνικών Δοκιμών [33]
και προωθούν την Συνθήκη
Μείωσης Υλικού Σχάσης
[34], οι ΗΠΑ δεν
επιθυμούν την απαγόρευση
των πυρηνικών όπλων,
έχοντας ως διαρκή στόχο
την παρεμπόδιση της
πυρηνικής τρομοκρατίας.
Το έβδομο τμήμα, «Πυρηνικές
Δυνατότητες των ΗΠΑ»
(VII. U.S. Nuclear
Capabilities) [35],
αναφέρεται στην
αναγκαιότητα ύπαρξης της
Πυρηνικής Τριάδας (συνδυασμός
μέσων εκτόξευσης
πυρηνικών από την ξηρά,
την θάλασσα, και τον
αέρα) [36] και την
επιδίωξη εκσυγχρονισμού
του συστήματος Διοίκησης,
Ελέγχου, και
Επικοινωνιών [37],
ανάπτυξης τεχνολογικής
καινοτομίας, και
πιστοποίησης αποθεμάτων.
Στο όγδοο τμήμα με τίτλο
Ένα Ανθεκτικό και
Προσαρμοστικό Εγχείρημα
Πυρηνικής Ασφάλειας
(VIII. A Resilient and
Adaptive Nuclear
Security Enterprise)
[38], περιγράφονται οι 3
πυλώνες του σχεδίου
εκσυγχρονισμού των
πυρηνικών οι οποίοι
περιλαμβάνουν την
εκπόνηση μίας
Στρατηγικής Διαχείρισης
Κινδύνου Πυρηνικής
Αποτροπής [39] μεταξύ
του Υπουργείου Άμυνας
και της Εθνικής
Υπηρεσίας Πυρηνικής
Ασφάλειας [40], την
ανάπτυξη ενός
Προγράμματος
Ανθεκτικότητας με βάση
την Παραγωγή [41], και
την ίδρυση μιας
Πρωτοβουλίας
Επιστημονικής και
Τεχνολογικής Καινοτομίας
[42].
Το «Συμπέρασμα» (IX.
Conclusion) [43] τέλος,
καταλήγει με την
επισήμανση ότι οι ΗΠΑ θα
διατηρήσουν μια πυρηνική
διάταξη ανάλογη της
απειλής που
αντιμετωπίζουν.
Η ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗ ΠΥΡΑΥΛΙΚΗΣ
ΑΜΥΝΑΣ
Όσον αφορά το μικρότερης
έκτασης τρίτο κείμενο
στρατηγικού χαρακτήρα,
δηλαδή την Αναθεώρηση
Πυραυλικής Άμυνας
(Missile Defense Review,
MDR), περιλαμβάνει 5
επιμέρους τμήματα. Η
Εισαγωγή (I.
Introduction) [44],
αναφέρεται στην ραγδαία
εξέλιξη των πυραυλικών
απειλών, τον
συμπληρωματικό ρόλο των
εν λόγω συστημάτων ως
προς τα πυρηνικά, τον
βασικό ρόλο του
συστήματος Επίγειας
Άμυνας Μέσης Πορείας
[45] και την
σπουδαιότητα της
Ολοκληρωμένης
Αεροπορικής και
Πυραυλικής Άμυνας (IAMD)
[46], ενώ στο δεύτερο
τμήμα με τίτλο Το
Εξελισσόμενο Περιβάλλον
Εναέριας και Πυραυλικής
Απειλής (II. Evolving
Air and Missile Threat
Environment) [47],
γίνεται λόγος για την
Κίνα η οποία έχει
αναπτύξει βαλλιστική και
υπερηχητική τεχνολογία,
την Ρωσία που έχει
εκσυγχρονίσει τα
διηπειρωτικά πυραυλικά
της συστήματα, την
Βόρεια Κορέα η οποία
εξακολουθεί να
αναπτύσσει τις
συμβατικές και μη
πυραυλικές της
δυνατότητές της, το Ιράν
που διατηρεί
περιφερειακά συστήματα,
αλλά και για την
εμφάνιση μη-κρατικών
δρώντων και
Μη-Επανδρωμένων Εναέριων
Συστημάτων [48].
Εικόνα 4: Το εξώφυλλο
και τα περιεχόμενα της
Αναθεώρησης Πυραυλικής
Άμυνας. Πηγή: U.S.
Department of Defense
Το τρίτο τμήμα, «Πλαίσιο
Στρατηγικής και
Πολιτικής» (III.
Strategy and Policy
Framework) [49],
περιγράφει την Εγχώρια
Πυραυλική Άμυνα
(Homeland Missile
Defense) η οποία
αποτελεί ύψιστη
προτεραιότητα, την
Περιφερειακή Πυραυλική
Άμυνα (Regional Missile
Defense) η οποία
βασίζεται στην
συνεργασία με τρίτα μέρη,
την Ολοκληρωμένη
Αεροπορική και Πυραυλική
Άμυνα (IAMD) η οποία
επικαλύπτει την Εγχώρια
και Περιφερειακή Άμυνα,
αλλά και τις μελλοντικές
τεχνολογίες που θα
συμβάλλουν στην
αποτελεσματικότερη
αντιμετώπιση των απειλών.
Όσον αφορά το τέταρτο
τμήμα με τίτλο
Ενδυναμώνοντας την
Διεθνή Συνεργασία με
Συμμάχους και Εταίρους
(IV. Strengthening
International
Cooperation with Allies
and Partners) [50], το
έγγραφο εστιάζει στην
περιοχή της Βόρειας
Αμερικής και
συγκεκριμένα στην
πετυχημένη συνεργασία
των ΗΠΑ με τον Καναδά
[51], την περιοχή του
Ινδο-Ειρηνικού, όπου
συνεργάζονται κυρίως με
την Ιαπωνία, την
Αυστραλία, και την
Δημοκρατία της Κορέας,
την Ευρώπη στην οποία
δρουν τόσο σε πολυμερές
[52] όσο και σε διμερές
επίπεδο και, τέλος τη
Μέση Ανατολή, όπου
βασικός εταίρος είναι το
Ισραήλ και αρκετά μέλη
του Συμβουλίου
Συνεργασίας του Κόλπου.
H MDR ολοκληρώνεται με
το Συμπέρασμα (V.
Conclusion) [53], στο
οποίο τονίζεται ότι η
ανάπτυξη πυραυλικών
δυνατοτήτων αποτελεί
στρατηγική επιταγή για
τις ΗΠΑ προκειμένου να
διατηρηθεί η αποτροπή.
Η ΚΡΙΤΙΚΗ
Σύμφωνα με τον Anthony
H. Cordesman από το
Center for Strategic &
International Studies, η
εν λόγω Στρατηγική
Εθνική Άμυνας απέχει
κατά πολύ από μια
ουσιαστική στρατηγική,
καθώς δεν καθορίζει
σαφείς στόχους ή σχέδια
αλλά αρκείται σε
γενικότητες, ενώ θεωρεί
θετικό το γεγονός της
συνεργασίας με τρίτα
μέρη, της ανάπτυξης της
τεχνολογίας, αλλά και
την συμπερίληψη της NPR
και της MDR σε ένα
ενιαίο έγγραφο [54].
Σε άλλη δημοσίευση του
The Henry L. Stimson
Center, ο Herbert «Hawk»
Carlisle κρίνει θετική
την ένδειξη συναίνεσης
που αποπνέει το κείμενο.
Επίσης, θεωρεί ότι η NDS
προσφέρει επαρκή
εκτίμηση της κατάστασης
αλλά ανεπαρκή
αντιμετώπιση των
προκλήσεων, ενώ και άλλα
στελέχη του ίδιου
Κέντρου όπως ο
Christopher Preble την
χαρακτηρίζει ως ημιτελή,
ο James Siebens [από το
Stimson Center] δεν
διακρίνει κάποια
ουσιαστική αλλαγή ως
προς τον τρόπο σκέψης ή
τις προτεραιότητες του
αμερικανικού Πενταγώνου,
ο Elias Yousif και η
Rachel Stohl αναφέρουν
ότι τα εθνικά συμφέροντα
των ΗΠΑ έρχονται σε
αντίθεση με τις αξίες
που πρεσβεύουν [55]. Η
Marla Keenan και η
Samantha Turner
εκφράζουν την άποψη ότι
ενώ η NDS καθορίζει ως
βασικό στόχο την
ασφάλεια των πολιτών και
την σημασία του ΝΑΤΟ,
αποτυγχάνει να ασκήσει
μια ολόπλευρη στρατηγική
σε αυτά τα θέματα, άποψη
που συμμερίζεται ο Evan
Cooper ως προς την
αντιμετώπιση της
κλιματικής αλλαγής. Η
Turner επισημαίνει και
το γεγονός ότι η NDS δεν
αναφέρεται καθόλου στις
«Γυναίκες, την Ειρήνη,
και την Ασφάλεια», ο
Frank O’Donnell πιστεύει
ότι οι αναφορές στον
ανταγωνισμό των μεγάλων
δυνάμεων που περιέχονται
μέσα στο κείμενο
ενδέχεται να εντείνουν
τον πυρηνικό ανταγωνισμό
και την αστάθεια στη
Νότια Ασία και ο Martyn
Williams ότι οι ΗΠΑ
θεωρούν ακόμα την Βόρεια
Κορέα ως μείζονα απειλή
[56].
Σύμφωνα, τέλος, με τον
Manoj Joshi από το
Observer Research
Foundation, η δημοσίευση
του εν λόγω εγγράφου
αποσκοπεί στην επίτευξη
κοινής αντίληψης όσον
αφορά την Διεθνή
Κοινότητα,
υποβαθμίζοντας τον ρόλο
της Δυτικής Ασίας και
της τρομοκρατίας και
εστιάζοντας στην Κίνα
και την Ρωσία [57].
Ο ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΟΥΚΑΚΗΣ
είναι κάτοχος
Μεταπτυχιακού Διπλώματος
Ειδίκευσης (Master of
Arts) στην «Διακυβέρνηση,
Ανάπτυξη και Ασφάλεια
στη Μεσόγειο» του
Τμήματος Μεσογειακών
Σπουδών του
Πανεπιστημίου Αιγαίου.
Είναι Αναλυτής του
Κέντρου Διεθνών
Στρατηγικών Αναλύσεων (ΚΕΔΙΣΑ),
Μέλος του Ελληνικού
Ινστιτούτου Στρατηγικών
Μελετών (ΕΛ.Ι.Σ.ΜΕ.) και
Ερευνητικός Συνεργάτης
του Ινστιτούτου Διεθνών
Υποθέσεων, Ασφάλειας &
Γεωοικονομίας «ΕΡΜΗΣ».