|
Σύμφωνα
με τον
Jeff
Buchbinder
της
LPL
Financial,
ο τεχνολογικός κλάδος
αντιπροσωπεύει πλέον
πάνω από το 35% της
συνολικής
κεφαλαιοποίησης του
S&P
500, ποσοστό-ρεκόρ. Η
LPL
υπολογίζει ότι οι
επενδύσεις στην Τεχνητή
Νοημοσύνη ευθύνονται για
τα δύο τρίτα της αύξησης
κερδών του δείκτη στο
τρίτο τρίμηνο και
προβλέπει πως θα
αποτελέσουν βασικό
παράγοντα ανάπτυξης
μέχρι το 2026. Παρ’ όλα
αυτά, ο
Buchbinder
θεωρεί ότι η αγορά δεν
βρίσκεται σε «φούσκα»,
υπογραμμίζοντας ότι, σε
αντίθεση με την εποχή
της
dot-com,
οι σημερινές εταιρείες
τεχνολογίας διαθέτουν
πραγματικά κέρδη και
βιώσιμα επιχειρηματικά
μοντέλα.
Η
περίοδος ανακοίνωσης
αποτελεσμάτων για
τέσσερις από τις «Magnificent
Seven»
–Microsoft,
Amazon,
Meta
και
Alphabet–
έφερε έντονες
διακυμάνσεις στις
αγορές. Οι εταιρείες
αναμένεται να δαπανήσουν
φέτος περίπου 350 δισ.
δολάρια για επενδύσεις
που σχετίζονται με την
Τεχνητή Νοημοσύνη,
αυξάνοντας θεαματικά τις
κεφαλαιουχικές τους
δαπάνες. Παράλληλα, ο
πρόεδρος της
Fed,
Jerome
Powell,
δήλωσε ότι η μείωση
επιτοκίων τον Δεκέμβριο
«δεν είναι δεδομένη»,
ενώ ο πρώην πρόεδρος
Donald
Trump
ανακοίνωσε προσωρινή
εκεχειρία στις εμπορικές
σχέσεις με την Κίνα.
Παρά τις αναταράξεις, η
εβδομάδα έκλεισε με
θετικό πρόσημο: ο
Dow
Jones
ενισχύθηκε κατά 0,8%, ο
S&P
500 κατά 0,7% και ο
Nasdaq
κατά 2,2%.
Ο
Jeremiah
Buckley
της
Janus
Henderson
Investors
πιστεύει ότι, αν και οι
αποτιμήσεις είναι
υψηλές, δικαιολογούνται
από τα ισχυρά θεμελιώδη
στοιχεία. Οι μετοχές
ανάπτυξης παρουσιάζουν
σημαντικά υψηλότερες
αποδόσεις και κερδοφορία
σε σχέση με τις
λεγόμενες «αξιακές»
μετοχές, γεγονός που
εξηγεί, ως ένα βαθμό, το
επενδυτικό
premium.
Ο
Rosenberg,
ωστόσο, διαφωνεί,
επισημαίνοντας ότι η
αγορά βρίσκεται σε
κατάσταση υπερτίμησης
εδώ και πάνω από έναν
χρόνο και ότι ο δείκτης
Shiller
P/E
ξεπέρασε το καλοκαίρι
του 2024 τις δύο τυπικές
αποκλίσεις από τον
ιστορικό μέσο όρο. «Για
να δικαιολογηθούν τα
σημερινά επίπεδα του
S&P
500, τα κέρδη θα πρέπει
να αυξάνονται κατά 15%
ετησίως ως το 2030,
διπλάσιο ποσοστό από τον
ιστορικό μέσο όρο»,
προειδοποιεί.
Ο
Jerome
Powell
επιμένει ότι η σημερινή
άνοδος δεν έχει καμία
σχέση με τη φούσκα του
1999-2000, καθώς οι
κορυφαίες εταιρείες
διαθέτουν σταθερά κέρδη
και πραγματικές
ταμειακές ροές. Ωστόσο,
όπως υπενθυμίζουν
αρκετοί αναλυτές, και
τότε εταιρείες όπως η
Microsoft,
η
Intel
και η
Cisco
ήταν εξαιρετικά
κερδοφόρες, αλλά οι
μετοχές τους έχασαν έως
και 80% της αξίας τους
μέσα στην επόμενη
δεκαετία. Το Διαδίκτυο
τελικά άλλαξε τον κόσμο,
όμως οι επενδυτές της
εποχής είχαν λάθος
timing.
Η
τεχνολογική επανάσταση
χρειάστηκε χρόνια για να
ωριμάσει, με ορόσημα
όπως η εξάπλωση του
broadband
και η κυκλοφορία του
iPhone
το 2007. Κάτι παρόμοιο
ίσως ισχύει και σήμερα:
η Τεχνητή Νοημοσύνη
μπορεί να αποδειχθεί
καθοριστική για την
παγκόσμια οικονομία,
αλλά παραμένει άγνωστο
αν οι σημερινές
αποτιμήσεις αντανακλούν
ρεαλιστικά το μέλλον ή
αν προμηνύουν μια νέα
διόρθωση.
Στη
Wall
Street,
όπως λένε οι βετεράνοι
επενδυτές, μια «φούσκα»
σκάει όταν κι ο
τελευταίος απαισιόδοξος
γίνει αισιόδοξος. Οι
θαρραλέοι μπορούν να
κερδίσουν πολλά αν
γνωρίζουν πότε να
αποχωρήσουν, ενώ οι πιο
προσεκτικοί ίσως
ακολουθήσουν το
παράδειγμα του
Warren
Buffett,
που έμεινε εκτός της
φούσκας του 2000 και
δικαιώθηκε. Η ιστορία
μπορεί να μην
επαναλαμβάνεται ποτέ με
τον ίδιο τρόπο, αλλά η
αλαζονεία και η υπερβολή
επιστρέφουν πάντα με νέα
μορφή.
|