|
Ωστόσο,
η διαφθορά δεν είναι ο
μόνος λόγος για τον
οποίο οι ψηφοφόροι έχουν
στραφεί εναντίον της
κυβέρνησης. «Η ουγγρική
οικονομία δεν πάει
πουθενά», λέει ο
Peter
Virovacz,
οικονομολόγος της
τράπεζας
ING.
Μετά από μια καλή πορεία
την τελευταία δεκαετία,
η χώρα έχει ξεμείνει από
δυνάμεις.
Η ομάδα
των χωρών του Βίζεγκραντ
της Κεντρικής Ευρώπης, ή
V4
(η Τσεχική Δημοκρατία, η
Ουγγαρία, η Πολωνία και
η Σλοβακία), έχουν
ισχυρές οικονομίες εδώ
και χρόνια. Τώρα, με
εξαίρεση την Πολωνία,
περνούν μια δύσκολη
περίοδο. Και οι
τέσσερις, ενόψει του
εμπορικού πολέμου του
Donald
Trump,
έχουν αναθεωρήσει τις
προσδοκίες τους προς τα
κάτω. Σύμφωνα με τις
εαρινές προβλέψεις της
Ευρωπαϊκής Επιτροπής,
φέτος, η Πολωνία
εξακολουθεί να αναμένει
ανάπτυξη 3,3%,. Ωστόσο,
η Ουγγαρία αναμένεται να
αναπτυχθεί μόλις κατά
0,8%, η Σλοβακία κατά
1,5% και η Τσεχική
Δημοκρατία κατά 1,9%.
Τα
τελευταία πέντε χρόνια,
οι χώρες του
V4
βρίσκονται διαρκώς
αντιμέτωπες με κρίσεις.
Η πανδημία ήταν το πρώτο
πλήγμα. Ακολούθησε η
εισβολή της Ρωσίας στην
Ουκρανία, που εκτόξευσε
τις τιμές της ενέργειας
στα ύψη και επιβράδυνε
την ανάπτυξη που τόσο
χρειάζονται για να
πλησιάσουν τα επίπεδα
της Δυτικής Ευρώπης. Και
σαν να μην έφταναν όλα
αυτά, νέοι πονοκέφαλοι
κάνουν την εμφάνισή
τους: οι αυξανόμενοι
δασμοί πλήττουν σκληρά
τις ανοιχτές οικονομίες
των
V4,
ενώ τα προβλήματα της
γερμανικής βιομηχανίας
προσθέτουν επιπλέον
πίεση. Η Γερμανία,
άλλωστε, είναι ο βασικός
εμπορικός και
επενδυτικός εταίρος τους
— συναλλάσσεται με τις
τέσσερις αυτές χώρες
περισσότερο απ’ ό,τι με
την Αμερική ή την Κίνα.
«Η
ευρύτερη εικόνα
εξακολουθεί να
σχετίζεται με την
ανθεκτικότητα», λέει ο
Richard
Grieveson
του Ινστιτούτου Διεθνών
Οικονομικών Μελετών της
Βιέννης. Η κατανάλωση
και οι επενδύσεις είναι
ισχυρές και οι αγορές
εργασίας σφιχτές. Οι
άμεσες εμπορικές ροές
μεταξύ των
V4
και της Αμερικής είναι
χαμηλές, οπότε ο άμεσος
αντίκτυπος των δασμών
του κ.
Trump
είναι σχετικά μέτριος.
Οι σλοβακικές εξαγωγές
προς την Αμερική
αντιστοιχούν στο 4% του
ΑΕΠ, ενώ για τις άλλες
τρεις χώρες το ποσοστό
είναι 1%-3%. Η Πολωνία,
έχοντας μια μεγάλη
εσωτερική αγορά 39 εκατ.
ανθρώπων, μεγαλύτερη από
τις άλλες τρεις μαζί,
ανησυχεί λιγότερο,. Οι
εξαγωγές αγαθών και
υπηρεσιών το 2023
ανήλθαν στο 58% του ΑΕΠ
της Πολωνίας.
Για τη Σλοβακία ήταν
91%.
Αυτό που
θα βλάψει περισσότερο
είναι οι παράπλευρες
απώλειες των δασμών, οι
οποίες προέρχονται από
τους στενούς δεσμούς των
V4
με τις εξαρτώμενες από
τις εξαγωγές βιομηχανίες
της Γερμανίας, οι οποίες
αντιμετώπιζαν προβλήματα
ακόμη και πριν ο κ.
Trump
ξεκινήσει τον εμπορικό
πόλεμο. Η οικονομία της
Γερμανίας συρρικνώθηκε
ελαφρώς τόσο το 2023 όσο
και το 2024. Η
αυτοκινητοβιομηχανία, η
μεγαλύτερη της
Γερμανίας, αντιμετωπίζει
μειωμένη ζήτηση και
αυξανόμενο κινεζικό
ανταγωνισμό. Οι δασμοί
25% του κ.
Trump
στις ευρωπαϊκές
εισαγωγές αυτοκινήτων
έχουν προσθέσει στα
προβλήματά της.

Chart:
The
Economist
Η
συγκυρία πλήττει σκληρά
την Τσεχική Δημοκρατία,
την Ουγγαρία και τη
Σλοβακία. Η
Mercedes,
η
Volkswagen
(VW)
και η
BMW
είναι μεγάλοι επενδυτές
και στις τρεις χώρες. Η
Audi
(κομμάτι της
VW)
απασχολεί περισσότερους
από 11.000 εργαζόμενους
στο εργοστάσιό της στο
Gyor,
στη δυτική Ουγγαρία. Στο
Kecskemet,
νότια της Βουδαπέστης,
ένα εργοστάσιο της
Mercedes
απασχολεί πάνω από 5.000
εργαζόμενους. Η
αυτοκινητοβιομηχανία
είναι «το διαμάντι του
στέμματος» της
βιομηχανικής καρδιάς της
κεντρικής Ευρώπης, όπως
αναφέρεται σε πρόσφατο
έγγραφο του Ευρωπαϊκού
Συμβουλίου Εξωτερικών
Σχέσεων (ECFR).
Παράγει το 9% του ΑΕΠ
τόσο στην Τσεχική
Δημοκρατία όσο και στη
Σλοβακία.
Το
έγγραφο του
ECFR
προειδοποιεί ότι η
βιομηχανική δύναμη της
Ευρώπης θα μπορούσε να
μαραθεί εάν οι
αυτοκινητοβιομηχανίες
κλείσουν τα εργοστάσιά
τους λόγω του
ανταγωνισμού από τις
κινεζικές μάρκες. Ένα
άλλο πιθανό σενάριο
είναι μια
«κινεζικοποιημένη
ενδοχώρα», με κινεζικές
εταιρείες να εξαγοράζουν
ή να δημιουργούν
αυτοκινητοβιομηχανίες
στην κεντρική Ευρώπη. Η
διαδικασία αυτή έχει ήδη
ξεκινήσει. Τον Μάιο, η
κινεζική εταιρεία
κατασκευής ηλεκτρικών
οχημάτων
BYD,
ανακοίνωσε ότι θα
εγκαταστήσει την
ευρωπαϊκή της έδρα στην
Ουγγαρία, όπου
κατασκευάζει ένα
τεράστιο εργοστάσιο. Η
κινεζική
CATL
κατασκευάζει ένα
τεράστιο εργοστάσιο
μπαταριών για ηλεκτρικά
αυτοκίνητα στην ουγγρική
πόλη Ντέμπρετσεν. Η
Volkswagen
φέρεται να εξετάζει
κινεζικές προσφορές για
αγορά μέρους της
πλεονάζουσας
δυναμικότητάς της.
Η
οικονομία της Πολωνίας
είναι πιο
διαφοροποιημένη και η
αυτοκινητοβιομηχανία
παίζει μικρότερο ρόλο,
αλλά η Γερμανία
εξακολουθεί να είναι ο
μεγαλύτερος εμπορικός
εταίρος της,
αντιπροσωπεύοντας το ένα
τέταρτο του εμπορίου,
ενώ παραμένει ο
μεγαλύτερος ευρωπαίος
επενδυτής της. Παρέχει
το 16% των άμεσων ξένων
επενδύσεων.
Η στενή
διασύνδεση των
V4
με τις γερμανικές
βιομηχανικές
εφοδιαστικές αλυσίδες
έχει και μια θετική
πλευρά. Η περιοχή
αναμένεται να επωφεληθεί
από τα τεράστια
επενδυτικά προγράμματα
στον τομέα της άμυνας
και των υποδομών που
δρομολόγησε ο
Friedrich
Merz,
ο νέος Γερμανός
καγκελάριος. Ο κ.
Grieveson
πιστεύει ότι, από το
επόμενο έτος, τα
δημοσιονομικά κίνητρα
της Γερμανίας θα έχουν
δευτερογενή αποτελέσματα
στις
V4.
Κάποιοι
ελπίζουν ότι – αν έρθει
– η ειρήνη στην Ουκρανία
θα δώσει ώθηση. Η
ανασυγκρότηση «θα
αποτελέσει μοχλό
ανάπτυξης», προβλέπει ο
Adrian
Stadnicki
του Γερμανικού Συνδέσμου
Επιχειρήσεων Ανατολικής
Ευρώπης. Μια μελέτη των
Ηνωμένων Εθνών, της ΕΕ
και της Παγκόσμιας
Τράπεζας εκτιμά το
κόστος της ανοικοδόμησης
σε μισό τρισεκατομμύριο
δολάρια. Βέβαια, το κατά
πόσον μπορούν να
συγκεντρωθούν τέτοια
ποσά σε μια εποχή
σφιχτών προϋπολογισμών
και μειωμένου παγκόσμιου
ενδιαφέροντος, φαίνεται
αμφίβολο.
Ο
Zoltan
Torok,
οικονομολόγος της
αυστριακής τράπεζας
Raiffeisen
στη Βουδαπέστη, συμφωνεί
πως η ειρήνη μπορεί να
φέρει νέα πνοή στην
περιοχή. Ωστόσο, δεν
πιστεύει ότι αυτό αρκεί
για να απελευθερώσει τις
V4
από την παγίδα του
μεσαίου εισοδήματος — με
πιθανή εξαίρεση την
Πολωνία. Ο κίνδυνος
είναι ξεκάθαρος: να
μείνουν στάσιμες σε ένα
μεταβατικό στάδιο
οικονομικής ανάπτυξης.
Το μεγάλο τους έλλειμμα
είναι η καινοτομία. Με
επενδύσεις μόλις 1-2%
του ΑΕΠ στην έρευνα και
την ανάπτυξη, αυτή η
εικόνα δύσκολα θα
αλλάξει σύντομα. Δεν
είναι, λοιπόν, καθόλου
παράξενο που, όπως λέει
ο κ.
Torok,
«η διάθεση των ουγγρικών
επιχειρήσεων είναι
καταθλιπτική». Αυτή τη
στιγμή, όπως φαίνεται, ο
παλμός στους δρόμους της
Βουδαπέστης είναι
περισσότερος απ’ ό,τι
στις αίθουσες των
επιχειρηματικών
συσκέψεων.
Πηγή:
The Economist
|