|
Όπως
σημειώνει ο
Economist,
η διεθνής οικονομία
επωφελήθηκε από το
γεγονός ότι ο
δασμολογικός πόλεμος
εξελίχθηκε ηπιότερα απ’
ό,τι αναμενόταν. Οι
αρχικές εξαγγελίες του
Trump
έκαναν λόγο για δασμούς
έως και 28%, αλλά τελικά
αυτοί διαμορφώθηκαν γύρω
στο 10%. Παράλληλα, η
χαλαρή νομισματική
πολιτική στήριξε τη
ζήτηση, περιορίζοντας
τις επιπτώσεις των
εμπορικών μέτρων.
Ωστόσο, ο κίνδυνος νέων
επιθετικών κινήσεων
παραμένει, καθώς η
Ουάσινγκτον μπορεί ανά
πάσα στιγμή να επιβάλει
επιπλέον δασμούς.
Στο
μεταξύ, οι αγορές
δείχνουν εμπιστοσύνη στη
διατηρησιμότητα της
ανάπτυξης. Οι επενδυτές
αναμένουν θετικά
εταιρικά αποτελέσματα
για το τρίτο τρίμηνο,
μετά την αύξηση της
παγκόσμιας κερδοφορίας
κατά 7% στο δεύτερο
τρίμηνο, ενώ ο
δείκτης
MSCI
ACWI
κινείται σε ιστορικά
υψηλά επίπεδα.
Παράλληλα, αρκετές από
τις αρχικές ανησυχίες
έχουν περιοριστεί. Ένα
βασικό ζήτημα αφορά τον
ρόλο της τεχνητής
νοημοσύνης: ορισμένοι
θεωρούσαν ότι η ΑΙ ήταν
ο μοναδικός παράγοντας
που στήριζε την
ανάπτυξη, κάτι που θα
καθιστούσε την οικονομία
ευάλωτη αν μειωνόταν το
επενδυτικό ενδιαφέρον.
Ωστόσο, στοιχεία
δείχνουν ότι μόλις το
ένα τρίτο των επενδύσεων
σε εξοπλισμό και
λογισμικό στις ΗΠΑ
σχετίζεται με την ΑΙ,
γεγονός που μετριάζει
τον κίνδυνο υπερβολικής
εξάρτησης.
Ένας
δεύτερος προβληματισμός
αφορά την αγορά
εργασίας. Αν και η
δημιουργία νέων θέσεων
στις ΗΠΑ έχει
επιβραδυνθεί, η
έρευνα του
Yale
Budget
Lab
καταλήγει πως δεν
υπάρχουν ενδείξεις
σοβαρής αναταραχής λόγω
της τεχνητής νοημοσύνης.
Στον υπόλοιπο ΟΟΣΑ, η
απασχόληση αυξήθηκε κατά
3 εκατομμύρια θέσεις το
πρώτο εξάμηνο του έτους.
Τρίτος
παράγοντας ανησυχίας
είναι η καταναλωτική
εμπιστοσύνη. Παρότι έχει
ανακάμψει από τα χαμηλά
της άνοιξης, παραμένει
αισθητά κάτω από τα προ
πανδημίας επίπεδα. Ο
διεθνής δείκτης
αβεβαιότητας για την
οικονομική πολιτική
παραμένει υψηλός, όπως
και οι διαδικτυακές
αναζητήσεις για τους
«δασμούς»,
υποδεικνύοντας ότι οι
κινήσεις του
Trump
συνεχίζουν να προκαλούν
ανησυχία.
Παρά τη
διαρκή αβεβαιότητα, η
μέχρι στιγμής
ανθεκτικότητα των αγορών
και της πραγματικής
οικονομίας δείχνει ότι η
παγκόσμια ανάπτυξη έχει
αποκτήσει μεγαλύτερη
ικανότητα προσαρμογής
στις «κρίσεις». Αν και
κανείς δεν αποκλείει νέα
επεισόδια αστάθειας, το
παγκόσμιο οικονομικό
σύστημα φαίνεται να
αντέχει πολύ περισσότερο
απ’ ό,τι προέβλεπαν οι
απαισιόδοξοι του
περασμένου Απριλίου.
|