|
Παρότι
οι αγορές εκτιμούν ότι
Ηνωμένες Πολιτείες και
Κίνα δεν θα κλιμακώσουν
σε μεγάλο βαθμό τον
μεταξύ τους εμπορικό
ανταγωνισμό, και ότι ο
Trump
θα προχωρήσει τελικά σε
συμφωνίες ώστε να
τερματιστούν οι δασμοί
προς άλλες χώρες, η
αβεβαιότητα ως προς την
πορεία των εξελίξεων
παραμένει σημαντικό
ανασταλτικό παράγοντα
για την παγκόσμια
οικονομία.
Ένα
ενθαρρυντικό στοιχείο
είναι ότι το Πεκίνο,
όπως ανακοίνωσε την
προηγούμενη εβδομάδα,
εξετάζει την παροχή
παραχωρήσεων προς την
Ουάσινγκτον, με στόχο
την άρση των
αμερικανικών δασμών
ύψους 145% και την
έναρξη διαπραγματεύσεων.
Παράλληλα, η κυβέρνηση
Trump
άφησε να εννοηθεί πως
βρίσκονται σε εξέλιξη
συνομιλίες με χώρες όπως
η Ινδία, η Νότια Κορέα
και η Ιαπωνία, με στόχο
την αποτροπή νέων δασμών
στο μέλλον.
Ωστόσο,
στο παρόν κλίμα
αβεβαιότητας, μεγάλες
επιχειρήσεις όπως η
σουηδική
Electrolux
αναθεωρούν καθοδικά τις
προβλέψεις για τις
πωλήσεις του έτους, ενώ
εταιρείες όπως η
Volvo
Cars,
η
Logitech
και η
Diageo
εγκαταλείπουν πλήρως
τους στόχους τους για
φέτος. Την περασμένη
εβδομάδα, οι Ηνωμένες
Πολιτείες κατήργησαν το
καθεστώς φοροαπαλλαγής
για πακέτα αξίας κάτω
των 800 δολαρίων από την
Κίνα, πλήττοντας σοβαρά
τις μικρότερες
επιχειρήσεις του κλάδου.
«Από το 0% φθάσαμε στο
145%, κάτι που είναι
εντελώς μη βιώσιμο τόσο
για τις εταιρείες όσο
και για τους
καταναλωτές», δήλωσε στο
Reuters
η
Cindy
Allen,
διευθύνουσα σύμβουλος
της
Trade
Force
Multiplier.
«Έχω διαπιστώσει πως
πολλές μικρομεσαίες
επιχειρήσεις αποφασίζουν
απλώς να αποχωρήσουν
μαζικά από την αγορά»,
πρόσθεσε.
Επιπτώσεις στη
βιομηχανική
δραστηριότητα
Ως
αποτέλεσμα των δασμών, η
Κεντρική Τράπεζα της
Ιαπωνίας αναθεώρησε
καθοδικά τις προβλέψεις
της για την ανάπτυξη την
προηγούμενη εβδομάδα.
Αντίστοιχες κινήσεις
παρατηρούνται από
αναλυτές στην Ολλανδία
και σε περιοχές της
Μέσης Ανατολής και της
Βόρειας Αφρικής, που
επικαλούνται την αύξηση
των εμπορικών εντάσεων
για τις δικές τους
προβλέψεις.
Αν και ο
αντίκτυπος των δασμών
δεν έχει ακόμη
αποτυπωθεί πλήρως στους
επίσημους δείκτες
οικονομικής
δραστηριότητας των
ισχυρότερων οικονομιών,
αρχίζει να διαφαίνεται
στις έρευνες των
βιομηχανικών μονάδων ανά
τον κόσμο. Τον Απρίλιο,
η δραστηριότητα των
κινεζικών εργοστασίων
συρρικνώθηκε με τον
ταχύτερο ρυθμό των
τελευταίων 16 μηνών,
σύμφωνα με τον δείκτη
υπευθύνων προμηθειών.
Παρόμοια τάση
καταγράφηκε και στη
Βρετανία, όπου οι
εξαγωγές εργοστασίων
κατέγραψαν τον ταχύτερο
ρυθμό μείωσης της
τελευταίας πενταετίας.
Στη
Γερμανία, τα βελτιωμένα
στοιχεία για τη
βιομηχανική παραγωγή
φαίνεται να οφείλονται
σε έκτακτες, προληπτικές
εξαγωγές πριν την
εφαρμογή των δασμών.
«Αυτό ενδέχεται να
οδηγήσει σε αντιστροφή
των τάσεων τους
επόμενους μήνες»,
ανέφερε ο επικεφαλής
οικονομολόγος της
Εμπορικής Τράπεζας του
Αμβούργου, Δρ.
Cyrus
de
la
Rubia.
Την ίδια
στιγμή, η Ινδία φαίνεται
να επωφελείται από την
κατάσταση,
παρουσιάζοντας αυξημένη
παραγωγή και εξαγωγές.
«Η Ινδία βρίσκεται σε
ευνοϊκή θέση ώστε να
λειτουργήσει ως
εναλλακτική της Κίνας
για την τροφοδοσία των
Ηνωμένων Πολιτειών»,
σχολίασε στο
Reuters
ο αναλυτής της
Capital
Economics,
Shilan
Shah,
εκτιμώντας ότι οι δασμοί
προς την Κίνα θα
παραμείνουν σε ισχύ.
Σε αυτό
το στάδιο, η πλειονότητα
των οικονομολόγων θεωρεί
ότι οι δασμοί που
επιβάλλει ο
Trump
συνιστούν ένα «σοκ
ζήτησης» για την
παγκόσμια οικονομία.
Καθώς αυξάνουν το κόστος
των προϊόντων για τις
αμερικανικές
επιχειρήσεις και τους
καταναλωτές, οι
επιπτώσεις αναμένεται να
διαχυθούν και σε άλλες
περιοχές του πλανήτη.
Ωστόσο, ενδέχεται να
περιοριστούν οι
πληθωριστικές πιέσεις
διεθνώς, επιτρέποντας
στις κεντρικές τράπεζες
να εφαρμόσουν πιο
επεκτατικές νομισματικές
πολιτικές.
Τέλος, η
προσπάθεια του
Trump
να μεταβάλει τις
εμπορικές ισορροπίες
ενδέχεται να ωθήσει και
άλλες χώρες σε ανάλογες
προσαρμογές. Αν, για
παράδειγμα, η Κίνα
αυξήσει τα μέτρα
στήριξης της εσωτερικής
οικονομίας ή αν οι χώρες
της Ευρωζώνης
καταργήσουν εμπόδια στην
ενιαία αγορά, τότε νέα
δεδομένα θα διαμορφώσουν
το τοπίο της παγκόσμιας
οικονομίας.
Πηγή: Reuters
|