|
Το
Reuters
σημειώνει ότι ο
MSCI
World
Index
έχει ενισχυθεί κατά
περίπου 15,5% από τα
χαμηλά του Απριλίου, ενώ
η
UBS
ανέβασε την εκτίμησή της
για τον
S&P
500
στις 6.900 μονάδες έως
το τέλος του 2025. Ο
δείκτης αυτός, που
αντικατοπτρίζει τις 500
μεγαλύτερες εισηγμένες
εταιρείες των ΗΠΑ,
ωφελείται από τη σχετικά
ήπια στάση της
Fed
ως προς τα επιτόκια.
Το
φαινόμενο μεταφράζεται
ήδη σε αυξημένη
κατανάλωση, μέσω του
λεγόμενου
wealth
effect
—όταν δηλαδή τα
νοικοκυριά αισθάνονται
πλουσιότερα χάρη στην
άνοδο των περιουσιακών
τους στοιχείων, όπως οι
μετοχές— σύμφωνα με
έκθεση της
JPMorgan
που επικαλείται το
Axios.
Μόνο οι μετοχές που
συνδέονται με την
AI
φαίνεται να τροφοδοτούν
περί τα 200 δισ.
δολάρια επιπλέον
ετήσιας κατανάλωσης.
Από την
άλλη πλευρά, η
Blackstone
προειδοποιεί ότι η
τεχνητή νοημοσύνη ενέχει
και κινδύνους. Ο
πρόεδρος της εταιρείας,
Jonathan
Gray,
δήλωσε στους
Financial
Times
ότι κάθε επενδυτική
ανάλυση πρέπει να
λαμβάνει υπόψη τις
επιπτώσεις της
AI,
καθώς κλάδοι όπως οι
νομικές ή λογιστικές
υπηρεσίες, που
βασίζονται σε
επαναλαμβανόμενες
διαδικασίες, ενδέχεται
να πληγούν σοβαρά.
Θύμισε χαρακτηριστικά το
παράδειγμα των αδειών
ταξί της Νέας Υόρκης,
που έχασαν την αξία τους
με την έλευση της
Uber.
Η
Blackstone,
γι’ αυτόν τον λόγο,
επενδύει κυρίως σε
data
centers
και ενεργειακές υποδομές
που στηρίζουν την
ανάπτυξη της
AI,
αποφεύγοντας ωστόσο
εταιρείες λογισμικού ή
τηλεφωνικά κέντρα που
κινδυνεύουν από τον
αυτοματισμό.
Το
Διεθνές Νομισματικό
Ταμείο (ΔΝΤ), από
την πλευρά του, εφιστά
την προσοχή στον
αυξανόμενο κίνδυνο
υπερσυγκέντρωσης στην
αμερικανική αγορά. Στην
τελευταία του Έκθεση
Χρηματοπιστωτικής
Σταθερότητας,
προειδοποιεί ότι οι
χρηματιστηριακοί δείκτες
—που καταγράφουν
διαδοχικά ιστορικά
υψηλά— εξαρτώνται
υπερβολικά από μια μικρή
ομάδα γιγάντων, τις
λεγόμενες “Magnificent
Seven”
(Apple,
Microsoft,
Alphabet,
Amazon,
Meta,
Nvidia
και
Tesla).
Το Ταμείο επισημαίνει
ότι αν οι προσδοκίες
κερδών αυτών των
εταιρειών διαψευστούν,
ολόκληρη η αγορά θα
μπορούσε να υποστεί
ισχυρή διόρθωση.
Παράλληλα, η
Morgan
Stanley
υπολογίζει ότι η τεχνητή
νοημοσύνη θα μπορούσε να
προσθέσει έως 16
τρισ. δολάρια στην
παγκόσμια
κεφαλαιοποίηση, με
ετήσια καθαρά οφέλη 920
δισ. δολαρίων για τις
μεγάλες επιχειρήσεις
μέσω αυτοματοποίησης,
μείωσης κόστους και νέων
εσόδων. Προειδοποιεί,
ωστόσο, ότι έως και
το 90% των θέσεων
εργασίας θα
επηρεαστεί, καθιστώντας
απαραίτητη την
εκπαίδευση και
προσαρμογή του εργατικού
δυναμικού.
Η
ATB
Investment
Management
υπενθυμίζει ότι μόνο το
2023, οι “Magnificent
Seven”
σημείωσαν μέση άνοδο
75%, συμβάλλοντας
σχεδόν στο 45%
της συνολικής απόδοσης
των ανεπτυγμένων αγορών,
με τη θετική αυτή
δυναμική να συνεχίζεται
το 2024. Ιδιαίτερα η
Nvidia
ξεχωρίζει, καθώς το
τμήμα
data
centers
αντιστοιχεί πλέον στο
78% των εσόδων της,
γεγονός που την καθιστά
εμβληματικό παράδειγμα
της νέας εποχής — αν και
οι αναλυτές υπενθυμίζουν
το παράδειγμα της
Cisco
κατά τη φούσκα του
διαδικτύου ως
προειδοποίηση για την
υπερβολική ευφορία.
Οι
λεγόμενοι
hyperscalers
—AWS,
Azure
και
Google
Cloud—
αποτελούν σήμερα τον
κινητήριο μοχλό των
αγορών, καθώς οι
επενδύσεις τους σε
υποδομές νέφους,
ημιαγωγούς και ενέργεια
αναδιαμορφώνουν
ολόκληρες αλυσίδες
αξίας. Σύμφωνα με το
FinancialContent,
οι μεγάλοι κερδισμένοι
είναι οι παραγωγοί
εξοπλισμού
μικροηλεκτρονικής, οι
πάροχοι υπηρεσιών
λογισμικού που
αξιοποιούν την
AI
και οι επιχειρήσεις
ενέργειας που καλούνται
να τροφοδοτήσουν την
εκρηκτικά αυξανόμενη
ζήτηση.
Την ίδια
στιγμή, οι
διαφοροποιήσεις στις
επιδόσεις ακόμη και μέσα
στην ίδια την ομάδα των
“Magnificent
Seven”
δείχνουν ότι η αγορά
περνά σε μια φάση
διεύρυνσης του
αφηγήματος — με
περισσότερους κλάδους να
εισέρχονται δυναμικά στο
πεδίο της τεχνητής
νοημοσύνης και τη
χρηματιστηριακή ηγεσία
να γίνεται σταδιακά πιο
πολυδιάστατη.
|