|
Η
Ισπανία, μια χώρα με
σχεδόν μηδενικούς
φυσικούς πόρους σε
πετρέλαιο και φυσικό
αέριο, κατάφερε μέσα σε
μια δεκαετία να
μεταμορφώσει το
ενεργειακό της μοντέλο.
Σήμερα, η αιολική και η
ηλιακή ενέργεια
αντιπροσωπεύουν
τουλάχιστον το 40% της
συνολικής
ηλεκτροπαραγωγής, με το
μερίδιο της ηλιακής
ενέργειας να αναμένεται
να αυξηθεί περαιτέρω
χάρη στην άφθονη
ηλιοφάνεια. Οι ΑΠΕ έχουν
μειώσει το κόστος
παραγωγής, ενώ η
κυβέρνηση του
Pedro
Sánchez
προωθεί τη φθηνή
ενέργεια ως μοχλό
οικονομικής ανάπτυξης
και σχεδιάζει την
κατασκευή μεγάλων
data
centers.
Ωστόσο,
η «επανάσταση» των ΑΠΕ
φέρνει και προκλήσεις.
Τον Απρίλιο, ένα
blackout
12 ωρών αποκάλυψε
τεχνικές και ρυθμιστικές
αδυναμίες στο δίκτυο, με
επείγουσα ανάγκη για
αλλαγές στις διαδικασίες
της
Red
Eléctrica,
της κρατικής εταιρείας
διαχείρισης του δικτύου.
Τα βασικά προβλήματα
εντοπίζονται στην
υπερπροσφορά ηλεκτρικής
ενέργειας έναντι της
ζήτησης και στην
περιορισμένη αποθήκευση
ηλιακής ενέργειας. Η
παραγωγή ηλιακής
ενέργειας κορυφώνεται τη
μέση της ημέρας, όταν η
ζήτηση είναι χαμηλή, και
δεν συνοδεύεται από
επαρκείς επενδύσεις σε
τεχνολογίες
σταθεροποίησης και
αποθήκευσης.
Η
βραχυπρόθεσμη λύση ήταν
η ενίσχυση των σταθμών
φυσικού αερίου, ικανοί
να αυξομειώνουν γρήγορα
την παραγωγή, ενώ η
κυβέρνηση ενθαρρύνει
επενδύσεις σε
υποσταθμούς και δίκτυα
διανομής για την τόνωση
της ζήτησης. Χάρη στις
ΑΠΕ, η χονδρική τιμή
ηλεκτρικής ενέργειας
ήταν κατά 40% χαμηλότερη
το 2024 σε σχέση με το
2019, αλλά η αυξημένη
χρήση φυσικού αερίου και
το προγραμματισμένο
κλείσιμο των πυρηνικών
εργοστασίων (2027-2035)
προκαλούν ανοδικές
πιέσεις στις τιμές.
Η
Ισπανία αναγνωρίζεται ως
παγκόσμιος ηγέτης στην
ενεργειακή μετάβαση,
αλλά απαιτούνται
περαιτέρω ρυθμιστικές
και τεχνικές βελτιώσεις
για την ολοκλήρωση της
μετάβασης και τη
διασφάλιση φθηνής,
σταθερής και καθαρής
ενέργειας.
|