----------------------
Όταν
ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο
Μπάιντεν, ανέλαβε τα
καθήκοντά του, η
πολιτική των ΗΠΑ για τη
Συρία ήταν αποκομμένη
από την πραγματικότητα.
Η κυβέρνηση Μπάιντεν
αποφάσισε να
επαναβαθμονομήσει [1]
τους στόχους των ΗΠΑ,
εξαλείφοντας τόσο τη
νομικά αβέβαιη έννοια
της προστασίας των
συριακών πετρελαϊκών
εγκαταστάσεων όσο και
την ανεφάρμοστη επιθυμία
να εκδιώξει όλες τις
ιρανικές δυνάμεις από
μια χώρα που έχει
μακροχρόνιους δεσμούς με
το Ιράν. Η ομάδα του
Μπάιντεν αποφάσισε ότι
ήταν καιρός να
επανεστιάσουν οι
προσπάθειες των ΗΠΑ στην
αρχική αποστολή: την
ήττα του Ισλαμικού
Κράτους (γνωστού και ως
ISIS). Η ομάδα του
προέδρου σηματοδότησε,
πρώτα κατ’ ιδίαν με μια
αντιπροσωπεία υψηλού
επιπέδου στην Συρία τον
Μάιο του 2021 και στην
συνέχεια δημοσίως με
ανεπίσημες δηλώσεις στον
Τύπο τον Ιούλιο του
2021, ότι οι Ηνωμένες
Πολιτείες θα διατηρούσαν
περιορισμένη στρατιωτική
παρουσία [2] περίπου 900
στρατιωτών στην Συρία
και θα συνέχιζαν την
παροχή στοχευμένης
αρωγής σταθεροποίησης
για την αποκατάσταση
απαραίτητων υπηρεσιών,
όπως το νερό και η
ηλεκτρική ενέργεια, σε
περιοχές που ελέγχονται
από δυνάμεις που
υποστηρίζονται από τις
ΗΠΑ. Το σχέδιο ήταν να
γίνει αυτό έως ότου οι
συνθήκες γίνονταν πιο
ευνοϊκές για μια
πολιτική διευθέτηση του
συριακού εμφυλίου
πολέμου μέσω
διαπραγματεύσεων.
Στρατιώτες
διεξάγουν επιχειρήσεις
κονβόι στην βορειοδυτική
Συρία, τον Σεπτέμβριο
του 2020. U.S.
Department of Defense
-----------------------------------------
Αυτή
η προσαρμογή ωθήθηκε από
την αναγνώριση ότι
μολονότι οι δυνάμεις που
υποστηρίζονται από τις
ΗΠΑ διατηρούν αρκετά
μεγάλα τμήματα συριακού
εδάφους, η πολιτική και
διπλωματική επιρροή των
Ηνωμένων Πολιτειών
παραμένει περιορισμένη.
Επιπλέον, οι
εναλλακτικές επιλογές
είναι ζοφερές. Η
επένδυση αρκετά
περισσότερων πόρων, τόσο
οικονομικών όσο και
στρατιωτικών, με την
ελπίδα να εξασφαλιστεί
ένα ασαφές πολιτικό
αποτέλεσμα που είναι
ιδιαίτερα απίθανο να
υπερνικήσει την βασική
πρόκληση στην Συρία -ότι
το καθεστώς του Σύρου
προέδρου, Μπασάρ αλ-
Άσαντ, νίκησε στον
πόλεμο- δεν είναι ούτε
στρατηγικά ενδεδειγμένη
ούτε πολιτικά βιώσιμη.
Ωστόσο, μια απόφαση να
μειωθούν οι δυνάμεις των
ΗΠΑ στην Συρία τόσο
σύντομα μετά την
απόσυρση των ΗΠΑ από το
Αφγανιστάν θα ήταν
πολιτικά δαπανηρή και θα
κλόνιζε περαιτέρω την
περιφερειακή εμπιστοσύνη
στην δέσμευση των
Ηνωμένων Πολιτειών στη
Μέση Ανατολή.
Ωστόσο,
το status quo έρχεται με
τους δικούς του
κινδύνους. Το πεδίο της
μάχης στην Συρία είναι
περίπλοκο και οι ρωσικές,
συριακές και
αμερικανικές δυνάμεις
επιχειρούν σε όλο και
πιο μικρή απόσταση
μεταξύ τους. Ταυτόχρονα,
έχει υπάρξει μια
σημαντική αυξητική τάση
στις επιθέσεις
υποστηριζόμενων από το
Ιράν [4] πολιτοφυλακών
που στοχεύουν θέσεις των
ΗΠΑ και μια ανανεωμένη
απειλή για τουρκική
στρατιωτική εισβολή που
θα κατευθύνεται στις
υποστηριζόμενες από τις
ΗΠΑ κουρδικές δυνάμεις.
Δεδομένων όλων αυτών, η
κυβέρνηση Μπάιντεν
πρέπει να αντιμετωπίσει
αυτά τα ερωτήματα: Είναι
απαραίτητη η
συνεχιζόμενη στρατιωτική
παρουσία των ΗΠΑ στην
Συρία και αξίζει τον
κόπο;
Η κυβέρνηση Μπάιντεν
φαίνεται να διατηρεί την
ελπίδα ότι οι συνθήκες
θα αλλάξουν ή θα
βελτιωθούν και ότι μια
καλύτερη διευθέτηση μέσω
διαπραγματεύσεων ή μια
διέξοδος θα γίνει
εμφανής. Ωστόσο, κάθε
μέρα που περνά αυξάνει
τους κινδύνους για τις
δυνάμεις των ΗΠΑ και
αποδυναμώνει, δεν
ενδυναμώνει, την
διαπραγματευτική θέση
των Ηνωμένων Πολιτειών
όσον αφορά το τι μπορεί
να αποκτηθεί από τον
Άσαντ και την Ρωσία ως
αντάλλαγμα για την
αποχώρηση των ΗΠΑ. Αντί
να τα βγάζουν πέρα όπως
- όπως, οι Ηνωμένες
Πολιτείες θα πρέπει να
εστιάσουν στην
διαπραγμάτευση μιας
εξόδου που, το
συντομότερο δυνατό, θα
διασφαλίζει τα δύο
βασικά συμφέροντά τους
στην Συρία [5]: την
πρόσβαση των ΗΠΑ στον
εναέριο χώρο της Συρίας
και την ασφάλεια των
Σύρων που πολέμησαν
δίπλα στις δυνάμεις των
ΗΠΑ για να νικήσουν το
ISIS.
H ΠΑΛΙΑ ΑΠΟΣΤΟΛΗ
Η Συρία γίνεται ένα
ολοένα και πιο
επικίνδυνο περιβάλλον
στο οποίο μπορεί να
επιχειρήσει κάποιος,
αλλά το ISIS δεν είναι
κατά κύριο λόγο υπεύθυνο
για την απότομη αύξηση
της βίας. Τα βίαια
γεγονότα στην Συρία -όπως
οι βομβαρδισμοί και οι
επιθέσεις πυροβολικού-
είναι αυξημένα
περισσότερο από 20% αυτό
το ημερολογιακό έτος,
σύμφωνα με το Έργο
Τοποθεσιών Ένοπλων
Συγκρούσεων και
Δεδομένων Συμβάντων
(Armed Conflict Location
and Event Data Project),
ένα μη κερδοσκοπικό έργο
συλλογής δεδομένων,
ανάλυσης και
χαρτογράφησης κρίσεων. Η
περισσότερη βία
διαπράττεται από
κρατικούς δρώντες,
συμπεριλαμβανομένων του
καθεστώτος Άσαντ και της
Τουρκίας. Η
δραστηριότητα του ISIS,
αντίθετα, βρίσκεται σε
πτωτική τροχιά, σύμφωνα
με την πιο πρόσφατη
έκθεση [6] από τον
γενικό επιθεωρητή του
Υπουργείου Άμυνας των
ΗΠΑ. Το ISIS ισχυρίστηκε
ότι έκανε 201 επιθέσεις
μεταξύ της 1ης Απριλίου
και της 30ης Ιουνίου,
μια μείωση άνω του 60%,
από έτος σε έτος.
Μολονότι το ISIS
παραμένει μια επίμονη
απειλή στο Ιράκ και στην
Συρία, είναι σε μεγάλο
βαθμό ανήμπορο να
διεξάγει συντονισμένες
επιθετικές επιχειρήσεις
σε αυτές τις χώρες ή να
σχεδιάσει και να
διευθύνει επιθέσεις στο
εξωτερικό.
Αυτό
σημαίνει ότι η
δραστηριότητα των
περίπου 900 [ατόμων]
στρατιωτικού προσωπικού
των ΗΠΑ που είναι
σταθμευμένα στην Συρία
είναι επίσης σημαντικά
μειωμένη από την
κορύφωσή της. Οι
δυνάμεις των ΗΠΑ
εξακολουθούν να παρέχουν
υποστήριξη που
διευκολύνει, κυρίως
ικανότητες πληροφοριών,
παρακολούθησης και
αναγνώρισης και
επιμελητεία σε
συμμαχικές πολιτοφυλακές,
συμπεριλαμβανομένων των
Συριακών Δημοκρατικών
Δυνάμεων (Syrian
Democratic Forces, SDF)
υπό την ηγεσία των
Κούρδων. Τον Ιανουάριο,
η στρατιωτική υποστήριξη
των ΗΠΑ υπήρξε
καθοριστική στο να
βοηθήσει τις SDF να
προστατεύσουν μια φυλακή
στην Hasakah, μια πόλη
στην βορειοανατολική
Συρία, όταν το ISIS
εξαπέλυσε μια επίθεση
για να απελευθερώσει τα
μέλη του που κρατούντο
εκεί. Περισσότεροι από
500 άνθρωποι σκοτώθηκαν
στην μάχη,
συμπεριλαμβανομένων 121
μαχητών των SDF.
Συνολικά, ωστόσο, τα
στρατεύματα των ΗΠΑ δεν
διεξάγουν πολλές
αποστολές σε συνεργασία
με τις SDF. Μέχρι
στιγμής φέτος έχουν
υπάρξει μόνο δύο
επιχειρήσεις όπου οι
δυνάμεις των SDF και των
ΗΠΑ πολεμούσαν δίπλα -
δίπλα, σύμφωνα με
δημόσιες αναφορές του
υπουργείου Άμυνας και
των SDF.
Το
πού συμβαίνει η
στρατιωτική
δραστηριότητα των ΗΠΑ
έχει επίσης αλλάξει,
μετατοπιζόμενη σε μέρη
όπου οι Ηνωμένες
Πολιτείες έχουν λιγότερα
μάτια και αυτιά επί του
πεδίου. Αντί να
συγκεντρώνονται στην
βορειοανατολική Συρία,
όπου εδρεύουν οι
δυνάμεις των ΗΠΑ, οι
επιχειρήσεις εναντίον
υψηλής αξίας στόχων του
ISIS διεξάγονται στην
Ιντλίμπ και σε άλλες
περιοχές που θεωρητικά
βρίσκονται υπό τον
έλεγχο διαφόρων
στοιχείων της συριακής
αντιπολίτευσης. Δύο
ηγέτες του ISIS
σκοτώθηκαν στην επαρχία
της Ιντλίμπ: ο Abu Bakr
al-Baghdadi το 2019 και
ο αντικαταστάτης του,
Abu Ibrahim al-Hashimi
al-Qurayshi, το 2022.
Τον Ιούνιο, οι δυνάμεις
των ΗΠΑ συνέλαβαν έναν
κατασκευαστή βομβών του
ISIS σε ένα χωριό του
Χαλεπίου που ελέγχεται
από δυνάμεις της
αντιπολίτευσης που
υποστηρίζονται από την
Τουρκία, και τον επόμενο
μήνα ένα χτύπημα από
drone των ΗΠΑ σκότωσε
άλλον έναν στόχο υψηλού
επιπέδου του ISIS όχι
πολύ μακριά από εκεί.
Μια επιδρομή των ΗΠΑ
μόλις την περασμένη
εβδομάδα στόχευσε
στοιχεία του ISIS σε ένα
χωριό που ελέγχεται από
το συριακό καθεστώς. Η
μετατόπιση του
επικέντρου της μάχης
εναντίον του ISIS
υποδηλώνει ότι οι
δυνάμεις των ΗΠΑ μπορούν
ακόμη να συλλαμβάνουν ή
να σκοτώνουν στελέχη
υψηλού επιπέδου του ISIS
σε περιοχές της Συρίας
όπου δεν υπάρχει
παρουσία Αμερικανών
στρατιωτών επί του
πεδίου. Αυτή θα πρέπει
να είναι μια ευπρόσδεκτη
είδηση: μια παρουσία επί
του πεδίου μπορεί να
είναι επωφελής, αλλά δεν
είναι απαραίτητη για την
διασφάλιση των
συμφερόντων εθνικής
ασφαλείας των ΗΠΑ.
ΕΝΑ
ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΟ ΝΑΡΚΟΠΕΔΙΟ
Ακόμη
και με την μείωση της
βίας του ISIS, οι
κίνδυνοι για τα
στρατεύματα των ΗΠΑ
αυξάνονται. Κάποιοι
πηγάζουν από τις ολοένα
και πιο τεταμένες
σχέσεις μεταξύ των
Ηνωμένων Πολιτειών και
της Ρωσίας, οι οποίες
έχουν θέσει σε κίνδυνο
αυτό που ήταν μια
σχετικά επαγγελματική
γραμμή επικοινωνίας
μεταξύ των δυνάμεων των
ΗΠΑ και της Ρωσίας που
επιχειρούν στην Συρία.
Από την εισβολή στην
Ουκρανία και μετά, τα
ρωσικά αεροσκάφη έχουν
εμπλακεί σε μια σειρά
επικίνδυνων ενεργειών.
Τον Ιούνιο, για
παράδειγμα, ρωσικά τζετ
στόχευσαν απευθείας την
Jaysh Maghawir al-Thawra,
μια αντιπολιτευτική
ομάδα που υποστηρίζεται
από τις Ηνωμένες
Πολιτείες. Η ομάδα
βρίσκεται κοντά στην al-Tanf
Garrison, μια
στρατιωτική βάση των ΗΠΑ,
μέσα σε μια «ζώνη μη
σύγκρουσης»
(de-confliction zone)
που η Ρωσία είχε κάποτε
σεβαστεί ως απαγορευμένη.
Η Ρωσία φέρεται να έδωσε
στις δυνάμεις των ΗΠΑ
προειδοποίηση μόλις 30
λεπτών πριν παραβιάσει
την ζώνη. Μια τέτοια
συμπεριφορά αυξάνει
περαιτέρω τον κίνδυνο
μιας ακούσιας άμεσης
σύγκρουσης μεταξύ των
Ηνωμένων Πολιτειών και
της Ρωσίας.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία
έχει άλλη μια ύπουλη
επίπτωση. Καθώς η Ρωσία
εκτρέπει πόρους στον
πόλεμό της με τον
ανατολικοευρωπαίο
γείτονά της, το Ιράν
έχει καλύψει το κενό
στην Συρία, γενόμενο
πολύ πιο επιδραστικό και
λιγότερο απρόθυμο να
αναλάβει ρίσκο. Δυνάμεις
που υποστηρίζονται από
το Ιράν απειλούν όλο και
περισσότερο τις
αμερικανικές
επιχειρήσεις με άμεσα
και έμμεσα πυρά,
εξαπολύοντας μέχρι
στιγμής φέτος
τουλάχιστον 19 επιθέσεις
με ρουκέτες και drones
εναντίον θέσεων των ΗΠΑ
στο Ιράκ και στην Συρία.
Τον Αύγουστο, αφότου οι
δυνάμεις που
υποστηρίζονται από το
Ιράν διεξήγαγαν μια
συντονισμένη επίθεση με
drones και έμμεσα πυρά
σε δύο ξεχωριστά
στρατιωτικά φυλάκια των
ΗΠΑ, οι Ηνωμένες
Πολιτείες απάντησαν με
στοχευμένα πλήγματα σε
εννέα ακατοίκητες θέσεις
της σιιτικής
πολιτοφυλακής,
συμπεριλαμβανομένων
κρυψώνων όπλων και
σημείων ελέγχου -το
οποίο οδήγησε σε
περισσότερες
αντεπιθέσεις από τις
πολιτοφυλακές που
υποστηρίζονται από το
Ιράν. Και καθώς οι
διαπραγματεύσεις για τα
πυρηνικά μεταξύ των
Ηνωμένων Πολιτειών και
του Ιράν συνεχίζουν να
κωλυσιεργούν, το Ιράν
είναι πιθανό να
χρησιμοποιήσει τις
πολιτοφυλακές του στην
Συρία για να ασκήσει
πρόσθετη πίεση στις
Ηνωμένες Πολιτείες σε
μια προσπάθεια να
εξασφαλίσει στο πεδίο
της μάχης αυτό που
παραμένει άπιαστο στο
τραπέζι των
διαπραγματεύσεων.
Η Τουρκία, μέλος του
ΝΑΤΟ και σύμμαχος των
ΗΠΑ, αυξάνει επίσης την
πίεση στις κουρδικές
δυνάμεις που
υποστηρίζονται από τις
ΗΠΑ. Ο πρόεδρος της
χώρας, Ρετζέπ Ταγίπ
Ερντογάν, έχει απειλήσει
με ανανεωμένη
στρατιωτική πίεση για να
επιτύχει τον μακροχρόνιο
στόχο του να
δημιουργήσει μια
ουδέτερη [ζώνη] 19
μιλίων στην Συρία για να
προστατεύσει τα τουρκικά
σύνορα και να δώσει την
δυνατότητα στους Σύρους
πρόσφυγες που ζουν στην
Τουρκία να επιστρέψουν
στην πατρίδα τους. Η
Τουρκία έχει πολεμήσει
έναν πόλεμο δεκαετιών
εναντίον του Εργατικού
Κόμματος του Κουρδιστάν
(Kurdistan Workers
Party, PKK) στη
νοτιοανατολική Τουρκία
και θεωρεί τις Μονάδες
Προστασίας του Λαού των
Κούρδων της Συρίας
(Syrian Kurdish People’s
Protection Units, YPG)
ως άμεση προέκταση του
PKK. Οι Ηνωμένες
Πολιτείες, αντίθετα,
έχουν χαρακτηρίσει το
PKK ως ξένη τρομοκρατική
οργάνωση, αλλά έχουν
συνεργαστεί στενά με τις
YPG στην Συρία στην μάχη
εναντίον του ISIS —
πράγματι, οι YPG
αναφέρονται συχνά ως η «ραχοκοκαλιά»
των SDF από
αξιωματούχους των ΗΠΑ .
Από
τότε που το Ιράν, η
Ρωσία και η Τουρκία
διεξήγαγαν τριμερείς
συνομιλίες τον Ιούνιο, η
Τουρκία έχει διευρύνει
την χρήση drones,
πυροβολικού και
αεροπορικών επιδρομών
στον ελεγχόμενο από την
Ρωσία εναέριο χώρο,
στοχεύοντας εταίρους των
ΗΠΑ. Μέχρι στιγμής φέτος,
η Τουρκία έχει διεξάγει
τουλάχιστον 56 επιθέσεις
με drones, σκοτώνοντας
περίπου 50 μαχητές των
SDF, συμπεριλαμβανομένων
στοιχείων που δεν
ανήκουν στις YPG, και
δέκα αμάχους. Η απότομη
αύξηση της
δραστηριότητας μετά τις
τριμερείς συνομιλίες
έχει οδηγήσει την ηγεσία
των SDF να [εκφράσει]
δημόσια την λύπη της για
το ότι η Ρωσία έχει
ανάψει το πράσινο φως
στην αυξημένη τουρκική
αεροπορική δραστηριότητα
και να κατηγορήσει τις
Ηνωμένες Πολιτείες και
την Ρωσία που δεν την
σταμάτησαν. Οι ενέργειες
της Τουρκίας
αποδυναμώνουν περαιτέρω
την θέση των ΗΠΑ στην
βορειοανατολική Συρία
διότι εκτρέπουν την
προσοχή των SDF από το
ISIS και υποχρεώνουν τις
SDF να αναζητήσουν
υποστήριξη από την Ρωσία
και το καθεστώς Άσαντ
για να αντιμετωπίσουν
την τουρκική
επιθετικότητα. Νωρίτερα
αυτό το έτος, οι SDF
διευκόλυναν την ανάπτυξη
πρόσθετων συριακών
κυβερνητικών δυνάμεων σε
εδάφη που ελέγχονται από
τις SDF για να ανακόψουν
μια τουρκική εισβολή. Η
κατάσταση πιθανώς θα
επιδεινωθεί πριν από τις
τουρκικές εκλογές του
2023, με τον Ερντογάν να
είναι δυνητικά πρόθυμος
να αναλάβει μεγαλύτερα
ρίσκα για να αποτρέψει
την ήττα.
Αν
όλα αυτά δεν ήταν αρκετά
άσχημα, η λαβή των SDF
στα εδάφη εξασθενεί
επίσης. Η πανδημία της
COVID-19 και ο
παγκόσμιος πληθωρισμός
έχουν υπονομεύσει μια
ήδη δεινή οικονομική και
υγειονομική κατάσταση
στην βορειοανατολική
Συρία. Στην περιοχή έχει
ξεσπάσει χολέρα, με πάνω
από 2.000 ύποπτα
κρούσματα από τις 10
Σεπτεμβρίου και δέκα
θανάτους να έχουν
αναφερθεί. Οι κυρώσεις
των ΗΠΑ στην Συρία
συνεχίζουν να
αποδυναμώνουν την
ευρύτερη εθνική
οικονομία από την οποία
εξαρτάται η
βορειοανατολική Συρία.
Παρόλο που οι Ηνωμένες
Πολιτείες συνεισφέρουν
για να στηρίξουν τους
Σύρους που έχουν την
μεγαλύτερη ανάγκη,
παρέχοντας μόνο το 2022
ένα εκπληκτικό ποσό 1,5
δισεκατομμυρίων δολαρίων
σε ανθρωπιστική αρωγή
στην Συρία, μπορούν να
φτάσουν μέχρι ενός
σημείου.
Η κυβέρνηση Τραμπ πάγωσε
την ανθρωπιστική αρωγή
για την Συρία τον Μάρτιο
του 2018, καθώς στάθμιζε
μια δυνητική απόσυρση
και επιδίωξε πρόσθετες
συνεισφορές από ξένους
εταίρους, και η
κυβέρνηση Μπάιντεν
συνετά την ξεπάγωσε.
Αλλά το ποσό της
χρηματοδότησης ωχριά σε
σύγκριση με τις ανάγκες.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες
και οι εταίροι τους στον
συνασπισμό εναντίον του
ISIS δεν σκόπευαν ποτέ
να παράσχουν αρωγή για
τις ανακατασκευές ή να
ανοικοδομήσουν περιοχές
της Συρίας που υπέστησαν
ζημιές στον πόλεμο.
Αντίθετα, ο στόχος ήταν
να ανακαταλάβουν εδάφη
από το ISIS και να
παράσχουν γρήγορα
βασικές υπηρεσίες και να
επισκευάσουν βασικές
υποδομές, ώστε να
μπορέσει να συνεχιστεί η
στοιχειώδης ζωή. Από το
2011 και μετά, οι
Ηνωμένες Πολιτείες έχουν
δώσει πάνω από 1,3
δισεκατομμύρια δολάρια
σε αρωγή σταθεροποίησης
για τον σκοπό αυτό. Αλλά
χωρίς σημαντικά
περισσότερα χρήματα από
την Δύση, από τις SDF θα
λείψουν οι πόροι για να
κυβερνήσουν
αποτελεσματικά. Παρόλο
που οι SDF επενδύουν τα
έσοδα από το πετρέλαιο -κυρίως
από το πετρέλαιο που
πωλούν στο καθεστώς
Άσαντ- σε μισθούς της
τοπικής διοίκησης σε
κουρδικές και σουνιτικές
περιοχές, απλώς δεν
υπάρχουν αρκετά έσοδα
για να διατηρήσουν τις
διοικητικές και τις
κοινωνικές υπηρεσίες,
πόσω μάλλον να
ανοικοδομήσουν πλήρως
τις περιοχές που έχουν
υποστεί ζημιές από τον
πόλεμο . Τοπικοί
αξιωματούχοι
ισχυρίζονται ότι
τουλάχιστον το 30% της [πόλης]
Raqqa παραμένει
ερειπωμένο περισσότερα
από τρία χρόνια αφότου
τελείωσαν οι μεγάλες
πολεμικές επιχειρήσεις
εκεί. Η ανεργία,
ιδιαίτερα μεταξύ των
νέων, είναι υψηλή. Ως
αποτέλεσμα, οι τοπικοί
πληθυσμοί αισθάνονται
παραμελημένοι και
περιθωριοποιημένοι,
οδηγώντας σε μια έξοδο
εκείνων που έχουν τα
χρήματα για τους
δουλέμπορους και σε μια
απότομη αύξηση των
στρατολογημένων στο ISIS
μεταξύ εκείνων που είναι
υπερβολικά φτωχοί για να
δραπετεύσουν.
ΚΑΤΕΥΘΥΝΘΕΙΤΕ
ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΕΞΟΔΟ
Το
ISIS παραμένει μια
επίμονη απειλή, αλλά σε
αντίθεση με την περίοδο
από το 2015 έως το 2019,
όταν το ISIS έλεγχε
μεγάλα τμήματα της
Συρίας και του Ιράκ, δεν
έχει πλέον ασφαλές
καταφύγιο όπου μπορεί να
σχεδιάζει και να
διεξάγει τρομοκρατικές
επιθέσεις που στοχεύουν
την Δύση. Αυτό σημαίνει
ότι οι δυνάμεις των ΗΠΑ
έχουν επιτύχει στην
αρχική τους αποστολή. Η
απειλή του ISIS που
παραμένει σήμερα μπορεί
να περιοριστεί χωρίς να
τεθούν σε κίνδυνο οι
δυνάμεις των ΗΠΑ. Ο
στρατός των ΗΠΑ θα
πρέπει να συνεχίσει να
στοχεύει υψηλού επιπέδου
στελέχη του ISIS σε
επιδρομές με [χτυπήματα]
drones και αεροπορικά
χτυπήματα, καθώς και με
στοχευμένες επιδρομές
για να διατηρήσει μια
συνεπή αντιτρομοκρατική
πίεση σε ό,τι απομένει
από την ομάδα. Αυτό το
μοντέλο έχει ήδη
αποδειχθεί
αποτελεσματικό σε
περιοχές της Συρίας όπου
οι δυνάμεις των ΗΠΑ δεν
είχαν φυσική παρουσία τα
τελευταία αρκετά χρόνια.
Επίσης, κλειδί σε αυτή
την προσέγγιση θα ήταν η
απόσυρση αρκετά φιλικά
για να διατηρήσουν τις
σχέσεις με τους Σύρους
εταίρους τους, ώστε οι
Ηνωμένες Πολιτείες να
μπορέσουν να συνεχίσουν
να χρησιμοποιούν
πληροφορίες από
ανθρώπους και να
διασφαλίζουν την
πρόσβαση στον συριακό
εναέριο χώρο. Παρά τις
τρέχουσες γεωπολιτικές
εντάσεις, μια χαλαρά
συντονισμένη με την
Ρωσία αποχώρηση των ΗΠΑ
είναι ο μόνος τρόπος για
να επιτευχθούν αυτοί οι
στόχοι.
Εάν
οι δυνάμεις των ΗΠΑ
επρόκειτο να αποχωρήσουν
με ασυντόνιστο τρόπο, το
πιο πιθανό αποτέλεσμα θα
ήταν μια τουρκική
στρατιωτική επίθεση για
την επίτευξη των
δεδηλωμένων στόχων του
Ερντογάν - μια επέμβαση
που πολύ πιθανά θα
εκτόπιζε εκατοντάδες
χιλιάδες Σύρους και θα
έβλαπτε ανεπανόρθωτα τις
σχέσεις των ΗΠΑ με τις
SDF. Εν τω μεταξύ, το
καθεστώς Άσαντ είναι
στρατιωτικά ανήμπορο να
καταλάβει όλα τα εδάφη
που βρίσκονται σήμερα
υπό τον έλεγχο των SDF.
Εάν οι δυνάμεις των ΗΠΑ
έφευγαν αύριο μέσω μιας
διευθέτησης μέσω
διαπραγμάτευσης με την
Ρωσία, μια κατ’ όνομα
παρουσία του καθεστώτος,
όχι μια πλήρης κατοχή,
είναι το πιο πιθανό
αποτέλεσμα στις περιοχές
που κάποτε ελέγχονταν
από τις Ηνωμένες
Πολιτείες. Αλλά ακόμη
και ετούτο θα
εξακολουθούσε να θέτει
σοβαρούς κινδύνους για
τους εταίρους των ΗΠΑ
που θα έμεναν πίσω,
καθώς το καθεστώς Άσαντ
θα μπορούσε να θέσει υπό
κράτηση ή να σκοτώσει
εξέχοντα μέλη των SDF
για να αποδυναμώσει την
επιρροή των ΗΠΑ σε
περιοχές που στη
συνέχεια θα βρίσκονταν
υπό συριακό έλεγχο. Οι
Ηνωμένες Πολιτείες θα
πρέπει να κάνουν ό,τι
μπορούν για να
περιορίσουν την έκταση
των βαναυσοτήτων της
συριακής κυβέρνησης μέσω
διπλωματικής και
οικονομικής πίεσης. Θα
πρέπει να καλέσουν τους
Σουνίτες Άραβες εταίρους
στην περιοχή -για
παράδειγμα, τα Ηνωμένα
Αραβικά Εμιράτα- που
εξομαλύνουν τις σχέσεις
με τον Άσαντ να κάνουν
το ίδιο.
Ευτυχώς,
οι Ισραηλινοί έχουν
αποδείξει ότι η
διασφάλιση της πρόσβασης
στον συριακό εναέριο
χώρο είναι πράγματι
δυνατή μέσω ενός
συνδυασμού διπλωματίας
με την Ρωσία, η οποία
ελέγχει τα πιο προηγμένα
συστήματα αεράμυνας στην
Συρία, και ωμής βίας
εναντίον του καθεστώτος
Άσαντ εάν απειληθούν
ισραηλινά αεροσκάφη. Μια
χαλαρά συντονισμένη
αποχώρηση των ΗΠΑ θα
βελτίωνε σημαντικά την
πιθανότητα επίτευξης
μιας διπλωματικής
συμφωνίας για την
πρόσβαση στον συριακό
εναέριο χώρο και οι
Ηνωμένες Πολιτείες θα
διατηρούσαν ένα εγγενές
δικαίωμα αυτοάμυνας εάν
απειλούνταν από τις
δυνάμεις του καθεστώτος
ενόσω διεξήγαγαν
χτυπήματα εναντίον του
ISIS.
Σχεδόν επτά χρόνια
αφότου οι πρώτοι
στρατιώτες των ΗΠΑ
πάτησαν επί του πεδίου
στην Συρία, είναι καιρός
για την Ουάσιγκτον να
αποσύρει τα στρατεύματά
της. Η στρατιωτική
παρουσία των ΗΠΑ στην
Συρία δεν αποτελεί πλέον
στρατηγικό πλεονέκτημα·
αποτελεί ευαλωτότητα.
Ο CHRISTOPHER ALKHOURY
υπηρέτησε ως σύμβουλος
πολιτικής για το Ιράκ
και την Συρία στο
Γραφείο του Ειδικού
Προεδρικού Απεσταλμένου
για τον Global Coalition
to Defeat Isis από τον
Ιανουάριο του 2017 έως
τον Δεκέμβριο του 2019.
Πιο πρόσφατα υπηρέτησε
ως ανώτερος σύμβουλος
πολιτικής στο Tony Blair
Institute for Global
Change.
Foreign Affairs
https://foreignaffairs.gr/articles/73847/christopher-alkhoury/mia-stratigiki-eksodoy-gia-tin-syria?page=show
https://www.foreignaffairs.com/syria/exit-strategy-syria |