Τα ανέλπιστα καθαρά κέρδη της τάξης των 3,3
δισ. ευρώ και το ιστορικό υψηλό EBITDA στα 10
δισ. ευρώ των εισηγμένων του 2021 οδήγησαν σε
χρονιά-ρεκόρ διανομής μερισμάτων.
Σύμφωνα με τα
τελευταία στοιχεία που
συγκέντρωσε η «Ν»,
συνολικά 43 εισηγμένες
σε σύνολο 151 εισηγμένων
επιβράβευσαν φέτος τους
μετόχους τους με
μερίσματα ύψους 1,924
δισ. ευρώ.
Όπως γράφει ο
Ανέστης Ντόκας στην
Ναυτεμπορική, πρόκειται
για ποσό-ρεκόρ αν
συγκρίνουμε με το 2018
που οι εισηγμένες είχαν
διανείμει μερίσματα
συνολικού ύψους 1,8 δισ.
ευρώ και το 2019 1,1 δισ.
ευρώ. Σημειώνεται ότι το
2020 διανεμήθηκαν
μερίσματα συνολικού
ύψους 1,791 δισ. ευρώ
από 58 εταιρείες, έναντι
34 το 2019, δηλαδή
ποσοστό 37,66% από το
σύνολο των 154
εισηγμένων στο Χ.Α.
Η καταβολή των
μερισμάτων ξεκίνησε τον
περασμένο Μάιο και θα
ολοκληρωθούν τους
επόμενους μήνες, ενώ
απομένει μικρός αριθμός
εισηγμένων (λιγότερες
από 10) που αποφασίζουν
στις γενικές συνελεύσεις
του Σεπτεμβρίου τη
διανομή μερισμάτων, τα
οποία θα βελτιώσουν
περαιτέρω τη συνολική
τους εικόνα, χωρίς να
αλλάξουν σημαντικά την
αξία τους.
Παρά τις δύσκολες
οικονομικές συνθήκες και
τα προβλήματα που
δημιούργησε η πανδημία
σε πολλούς
επιχειρηματικούς τομείς,
οι εταιρείες του Χ.Α.
όχι μόνον κατόρθωσαν το
2021 να βελτιώσουν τις
επιδόσεις τους, αλλά και
να αυξήσουν τη συνολική
κερδοφορία τους.
Ταυτόχρονα έδειξαν
σεβασμό απέναντι στους
μετόχους μειοψηφίας και
προσέφεραν υψηλές
μερισματικές αποδόσεις
στους μετόχους τους, με
εξαίρεση τις τράπεζες
που δεν μπορούν να
διανείμουν κέρδη λόγω
των επιβαρύνσεων από την
προσπάθεια εκκαθάρισης
των κόκκινων δανείων.
Ανεξάρτητα λοιπόν
από την πορεία των
μετοχών, οι επενδυτές
και οι
μεγαλομέτοχοι-ιδιοκτήτες
των εισηγμένων
εξασφαλίζουν ετήσια
απόδοση πολλαπλάσια από
τον τόκο οποιασδήποτε
μορφής τραπεζικής
κατάθεσης ή από την
απόδοση των κρατικών
ομολόγων.
Το χρήμα που
μοιράζεται στους
μετόχους δημιουργεί
ρευστότητα που θα
επιστρέψει κατά μεγάλο
μέρος στο Χρηματιστήριο.
Ίσως όχι άμεσα, επειδή
το κλίμα είναι μάλλον
αρνητικό και επικρατεί
επιφυλακτικότητα -
τουλάχιστον πριν από το
ράλι των τελευταίων
συνεδριάσεων που έχει τη
σφραγίδα του τραπεζικού
κλάδου. Σίγουρα όμως θα
ξαναμπεί σταδιακά στην
αγορά τους επόμενους
μήνες, δημιουργώντας
δυναμική ανάκαμψης και
ανόδου των τιμών. Να
αναφέρουμε ότι από το
1,924 δισ. ευρώ των
περσινών μερισμάτων
τουλάχιστον το ήμισυ του
ποσού θα καταλήξει σε
λογαριασμούς
μεγαλομετόχων ιδιοκτητών
και θεσμικών
χαρτοφυλακίων.
Υπολογίζεται ότι σε
λογαριασμούς
μικροεπενδυτών και
μικρομετόχων θα
εισρεύσουν πάνω από 800
εκατ. ευρώ.
Η άμυνα των εισηγμένων
Με γοργούς ρυθμούς
ολοκληρώνεται και το
οκτάμηνο του 2022 και
απομένουν ακριβώς 89
συνεδριάσεις για να
λήξει το τρέχον
οικονομικό έτος.
Φαίνεται ότι αυτός ο
σκληρός πυρήνας των
κερδοφόρων εισηγμένων,
που δεν ξεπερνούν τις
50, έχει κάνει μια
κάποιου είδους
προετοιμασία για να
αντιμετωπιστεί η αύξηση
των κοστολογίων που
προκαλεί η ενεργειακή
κρίση.
Δεν είναι υπερβολή
αν υποστηρίξουμε ότι οι
εισηγμένες επιχειρήσεις
έχουν «εθιστεί» εδώ και
πολλά χρόνια στο να
λειτουργούν υπό το
καθεστώς έκτακτων
συνθηκών με μικρά
διαλείμματα
κανονικότητας. Και
μάλιστα αυτή η
λειτουργία συνοδεύεται
από ρεκόρ κερδών και
ιδιαίτερα υψηλά
μερίσματα με αποδόσεις
που κάθε άλλο δεν
αφήνουν ασυγκίνητους
τους επενδυτές στο
άνυδρο καταθετικό
περιβάλλον.
Τα συν και τα πλην του
2022
Τα κεφάλαια του
Ταμείου Ανάκαμψης δεν
έχουν ακόμη εισρεύσει
στην αγορά. Αυτή είναι
μια κοινή παραδοχή από
εκπροσώπους και από τους
τέσσερις πυλώνες
δραστηριότητας που θα
υποστηρίξουν οι
επενδύσεις του Ταμείου.
Σε συνδυασμό δε με τις
τουριστικές εισροές, οι
οποίες φέτος αναμένεται
να ξεπεράσουν αυτές του
2019, εκτιμάται ότι θα
διατηρήσουν τους ρυθμούς
ανάπτυξης της οικονομίας
άνω του 4%. Μια καλή
τουριστική χρονιά αρκεί
για να σώσει την παρτίδα
σε πολλούς κλάδους
δραστηριότητας, όπως
έδειξε και η περσινή
χρονιά η οποία για
πολλές εταιρείες
ξεκίνησε πρακτικά από
τον Απρίλιο, λόγω της
πανδημίας.
Ωστόσο, ήδη
συμπληρώθηκαν 180 ημέρες
πολέμου που επιδρούν
αρνητικά στα βασικά
στοιχεία κόστους μιας
επιχείρησης. Μιλάμε για
μεγέθη που για την
πλειονότητα των
εταιρειών θα είναι
δύσκολο φέτος να
επαναληφθούν λαμβάνοντας
υπόψη την επικρατούσα
οικονομική συγκυρία. Ας
πούμε ότι οι εισηγμένες
έφτιαξαν ένα νέο σημείο
αναφοράς ως προς τη
δυνατότητα διεύρυνσης
των μεγεθών τους, την
παραγωγική τους
ικανότητα και την
αξιοποίηση των πόρων
τους.
Πέρα όμως από τη
θεωρία, το 2021
δημιούργησαν και το
λεγόμενο «λίπος» το
οποίο μεταφράζεται σε
αύξηση των ιδίων
κεφαλαίων (+10%) και της
ταμειακής ρευστότητας
(+26,6%) και εν τέλει
στη βελτίωση του προφίλ
του πιστοληπτικού
αξιόχρεου. Η κρίση
βρίσκει τους
ισολογισμούς
ικανοποιητικά
προετοιμασμένους και
ακόμα και αν η φετινή
χρονιά μείνει πίσω σε
επιδόσεις σε σχέση με
πέρυσι, υπάρχουν πλέον
αρκετές δυνάμεις που
μπορούν να καλύψουν το
χαμένο έδαφος.