Ευκαιρίες
για περαιτέρω επέκταση της οικονομικής
συνεργασίας με την Ελλάδα διαβλέπουν οι ΗΠΑ σε πράσινη
ενέργεια, υψηλή τεχνολογία και υπηρεσίες υγείας, ενώ
συνεχίζεται η εμβάθυνση της διμερούς στρατηγικής
σχέσης των δύο πλευρών, ιδίως στον αμυντικό
τομέα.
Τα παραπάνω προκύπτουν
από την επικαιροποίηση
της ετήσιας έκθεσης για
την Ελλάδα, στο πλαίσιο
των «Investment Climate
Statements» που
δημοσίευσε το Υπουργείο
Εξωτερικών των ΗΠΑ και
αναλύουν τις συνθήκες
επενδυτικού κλίματος σε
πάνω από 160 οικονομίες.
Η έκθεση για τη χώρα μας
καλλιεργεί προσδοκίες,
ενώ μεγάλες αμερικανικές
εταιρείες όπως Pfizer,
Cisco, Deloitte,
Microsoft, κ.ά.
υλοποιούν ήδη σημαντικές
επενδύσεις. Εξάλλου, για
τις αναδυόμενες
επενδυτικές ευκαιρίες,
ειδικά στο χώρο της
ενέργειας, είχε μιλήσει
στις αρχές του
καλοκαιριού στη Βουλή
και ο επικεφαλής για το
Κλίμα στην αναπτυξιακή
τράπεζα των ΗΠΑ, DFC
(Development Finance
Corporation), Jake
Levine. Ο κ. Levine
αναφέρθηκε στο ρόλο της
Ελλάδας καθώς αλλάζει το
ενεργειακό τοπίο λόγω
της γεωπολιτικής κρίσης μιλώντας
για επενδυτικό
ενδιαφέρον της DFC τόσο
σε υποδομές
υγροποιημένου φυσικού
αερίου όσο και σε ΑΠΕ
και έργα λιμενικών
υποδομών.
Σε συνέχεια αυτών των
αναφορών η ετήσια έκθεση
για την Ελλάδα (Ιnvestment
Climate Statements,
28/7), κάνει μεταξύ
άλλων αναφορά στον μετασχηματισμό
της χώρας στον τομέα της
πράσινης ενέργειας και
υπογραμμίζει το
ενδιαφέρον της DFC για
επενδύσεις, με
ενδεικτικά έργα υποδομής
σε λιμένες Καβάλας και
Αλεξανδρούπολης και στα
ναυπηγεία Ελευσίνας.
Στα σημεία ειδικότερου
ενδιαφέροντος της
έκθεσης για την Ελλάδα
σημειώνεται επίσης η
θέση της Ελλάδας σε
εκθέσεις για τη διαφθορά,
την καινοτομία, το
ακαθάριστο εθνικό
εισόδημα (GNI), το
θεσμικό πλαίσιο
επενδυτικού
περιβάλλοντος, καθώς και
η πρόοδος σε θέματα όπως
η προστασία δικαιωμάτων
διανοητικής ιδιοκτησίας,
το πολιτικό περιβάλλον
και το περιβάλλον
εθνικής ασφάλειας, καθώς
και οι συνθήκες στην
αγορά εργασίας.
Η ανθεκτικότητα της
οικονομίας
Αξίζει να σημειωθεί ότι
αποδίδονται εύσημα στην
ελληνική κυβέρνηση για
την ανθεκτικότητα της
ελληνικής οικονομίας στις
κρίσεις, από την
οικονομική κρίση του
2007 μέχρι τις
προκλήσεις της πανδημίας.
Σε αυτό συνέβαλαν, όπως
αναφέρεται, η συνεπής
εφαρμογή του
κυβερνητικού
μεταρρυθμιστικού
προγράμματος και η
αναγνώριση της
βιωσιμότητας του
δημοσίου χρέους από το
ΔΝΤ και τους ευρωπαϊκούς
θεσμούς, ενώ οι
επενδυτές επιστρέφουν
αξιολογώντας θετικά τις
μακροπρόθεσμες
προοπτικές της ελληνικής
οικονομίας.
Μεταξύ των συνεχιζόμενων
μεταρρυθμίσεων,
ιδιαίτερα θετική
χαρακτηρίζεται η
αναβάθμιση (10/2019) του
νέου επενδυτικού/αναπτυξιακού
νόμου, προς
βελτιστοποίηση των
δημόσιων υπηρεσιών,
αύξηση της απασχόλησης,
και υιοθέτηση βέλτιστων
διεθνών πρακτικών.
Επίσης, σημειώνεται
μεταξύ άλλων, η θετική
αξιολόγηση της
πιστοληπτικής ικανότητας
της χώρας από τους
σημαντικότερους οίκους,
η έξοδος από το καθεστώς
ενισχυμένης εποπτείας
ενώ η δημοσιονομική θέση
της χώρας θεωρείται καλή,
με δημοσιονομικό απόθεμα
(buffer) της τάξης των
30 δισ. ευρώ, που
επαρκεί για κάλυψη των
αναγκών τουλάχιστον
μέχρι τα τέλη του 2022.