|
Κεντρικός άξονας του
νέου πλαισίου είναι
χρηματοδότηση περίπου
200 εκατ. ευρώ, η οποία
θα προέλθει αποκλειστικά
από τα έσοδα του
Συστήματος Εμπορίας
Δικαιωμάτων Εκπομπών
(ΣΕΔΕ), χωρίς καμία
δημοσιονομική
επιβάρυνση. Το πακέτο θα
αποτελείται από δύο
συνιστώσες: την αύξηση
του ποσοστού
αντισταθμίσεων
CO₂
από το 20% στο 25%, που
μεταφράζεται σε περίπου
50 εκατ. ευρώ πρόσθετης
στήριξης, και έναν νέο
μηχανισμό κάλυψης μέρους
του ενεργειακού κόστους,
αξίας περίπου 150 εκατ.
ευρώ, ο οποίος βασίζεται
εξολοκλήρου στο ιταλικό
μοντέλο που έχει ήδη
εγκριθεί από την
DG
Comp.
Σύμφωνα
με κυβερνητικές πηγές, η
ελληνική πρόταση έχει
σχεδιαστεί ώστε να
ευθυγραμμίζεται πλήρως
με το ιταλικό πλαίσιο,
γεγονός που περιορίζει
το ποσοστό κάλυψης
περίπου στο 25% –
επίπεδο σημαντικά
χαμηλότερο από τις
αρχικές προτάσεις του
ΣΕΒ για ενισχύσεις 80%
έως 100%. Ο μηχανισμός
δεν θα λειτουργεί ως
άμεση επιδότηση, αλλά ως
ένα είδος «ενεργειακού
δανείου»: για την
επόμενη τριετία, οι
βιομηχανίες θα μπορούν
να προμηθεύονται
ενέργεια από ΑΠΕ μέσω
του ΔΑΠΕΕΠ, σε σταθερή
τιμή 55–65 €/MWh,
με την υποχρέωση να
υλοποιήσουν ή να
χρηματοδοτήσουν έργα ΑΠΕ
μέσα σε 20 χρόνια,
επιστρέφοντας στο
σύστημα την ενέργεια που
έλαβαν σε μειωμένο
κόστος.
Η
ενίσχυση των
αντισταθμίσεων
CO₂
ενδυναμώνει έναν ήδη
θεσμοθετημένο μηχανισμό,
που στηρίζεται στα έσοδα
από τη δημοπράτηση
δικαιωμάτων εκπομπών και
απευθύνεται σε κλάδους
που κινδυνεύουν από
«διαρροή άνθρακα». Το
επιπλέον 5% μεταφράζεται
σε περίπου 50 εκατ. ευρώ
πρόσθετων πόρων.
Σε σχέση
με την αρχική πρόταση
του ΣΕΒ –που προέβλεπε
πολύ ευρύτερο πεδίο
δικαιούχων και υψηλότερα
ποσοστά κάλυψης, με
κόστος που άγγιζε τα 285
εκατ. ευρώ– η κυβέρνηση
κατέληξε σε μια πιο
ρεαλιστική και απολύτως
συμβατή με τους
ευρωπαϊκούς κανόνες
λύση. Στόχος είναι το
νέο πλαίσιο να λάβει
γρήγορα έγκριση από τις
Βρυξέλλες και να
προσφέρει άμεση
ανακούφιση σε μια
βιομηχανία που εδώ και
χρόνια επιβαρύνεται από
υψηλές ενεργειακές
δαπάνες.
|