|
Υπενθυμίζεται ότι το
2024 αποτέλεσε ακόμη ένα
έτος-ρεκόρ σε ό,τι αφορά
τις ξένες επενδύσεις
στην αγορά ακινήτων,
καθώς εισέρρευσαν
συνολικά κεφάλαια 2,75
δισ. ευρώ, αυξημένα κατά
30% σε σχέση με το 2023
(2,13 δισ. ευρώ). Από
αυτό το ποσό, 1,75 δισ.
ευρώ προήλθε από χώρες
εκτός της Ε.Ε., 18,2%
περισσότερα από το 1,48
δισ. ευρώ του 2023. Τα
κεφάλαια με «άρωμα»
Κίνας υπολογίζεται ότι
διαμορφώθηκαν σε 371
εκατ. ευρώ, ελαφρώς
υψηλότερα από τα 357
εκατ. ευρώ του 2023 και
προήλθαν κυρίως μέσω της
αγοράς του Χονγκ Κονγκ.
Με
διαφορά, πάντως, μία από
τις σημαντικότερες
εξελίξεις είναι η
εκρηκτική άνοδος των
αγορών ακινήτων από
Τούρκους επενδυτές στην
Αττική. Το 2024
τοποθετήθηκαν κεφάλαια
292 εκατ. ευρώ, αυξημένα
κατά 174% σε σχέση με το
2023, ενώ συνολικά από
το 2022 η αύξηση αγγίζει
το 380%. Πρόκειται για
μια σαφή ένδειξη της
αναζήτησης επενδυτικού
«καταφυγίου» στην
ελληνική αγορά ακινήτων
από εύπορους Τούρκους
που επιθυμούν να
προστατευθούν απέναντι
στην πολιτική, καθώς και
στη νομισματική πολιτική
της γειτονικής χώρας,
όπου ο πολύ υψηλός
πληθωρισμός μειώνει την
αξία των καταθέσεων.
Η
εξέλιξη αυτή
αποτυπώνεται και στα
νούμερα από το πρόγραμμα
«χρυσή βίζα», που έχει
αποτελέσει και τον
βασικό «υποδοχέα» των
τουρκικών κεφαλαίων.
Στις αρχές του 2024
είχαν χορηγηθεί 800
άδειες σε Τούρκους
επενδυτές, με το νούμερο
αυτό να αυξάνεται κατά
84% μέχρι και τον φετινό
Φεβρουάριο, καθώς οι
άδειες ανήλθαν σε 1.471.
Η Τουρκία βρίσκεται στη
δεύτερη θέση με βάση τον
αριθμό των αδειών (πίσω
μόνο από την Κίνα), με
το μερίδιό της να
διαμορφώνεται πλέον σε
10,9% του συνόλου. Σε
σχετική της ανάλυση η
βρετανική εταιρεία
επενδυτικής
μετανάστευσης Astons
επισημαίνει ότι συνολικά
η Ελλάδα προσείλκυσε
κεφάλαια από την Τουρκία
482 εκατ. ευρώ, με τα
περισσότερα εξ αυτών να
κατευθύνονται στην αγορά
ακινήτων.
Σύμφωνα
με τα στοιχεία της
Astons, το 2024 οι
Τούρκοι επενδυτές ήταν
υπεύθυνοι για το 15% του
συνόλου των αιτήσεων
χορήγησης αδειών
διαμονής μέσω του
προγράμματος «χρυσή
βίζα». Οπως αναφέρει ο
διευθυντής
επιχειρηματικής
ανάπτυξης της Astons
Ντένις Κραβτσένκο, «η
πολιτική και κοινωνική
αναταραχή στην Τουρκία
είναι ο σημαντικότερος
λόγος για την αυξανόμενη
ζήτηση για προγράμματα
“χρυσής βίζας” στο
εξωτερικό. Το έχουμε δει
και στο παρελθόν, όπως
πρόσφατα στις ΗΠΑ, όταν
μετά τη νίκη του
προέδρου Τραμπ πολλοί
Αμερικανοί αναζήτησαν
καταφύγιο σε άλλες
περιοχές του κόσμου,
προκειμένου να
περιορίσουν την εξάρτησή
τους από την αμερικανική
οικονομία». Σύμφωνα με
τον κ. Κραβτσένκο, η
Τουρκία είναι το πιο
πρόσφατο παράδειγμα,
καθώς σύμφωνα με τα
στοιχεία της Κεντρικής
Τράπεζας της χώρας μόνο
τον φετινό Ιανουάριο οι
Τούρκοι πολίτες
επένδυσαν 127 εκατ. ευρώ
για την αγορά ακινήτων
στο εξωτερικό.
Αλλη μία
περίπτωση χώρας της
οποίας οι πολίτες
βρίσκονται σε αναζήτηση
επενδυτικού καταφυγίου
είναι και το Ισραήλ. Οι
επενδύσεις από εκεί
αυξήθηκαν κατά 46,5%, σε
129 εκατ. ευρώ, στην
ελληνική αγορά ακινήτων.
Σημαντική άνοδος
καταγράφεται επίσης από
τα Ηνωμένα Αραβικά
Εμιράτα κατά 94%, σε 97
εκατ. ευρώ, ενώ αύξηση
κατά 32%, σε 95 εκατ.
ευρώ, σημείωσαν και οι
επενδύσεις από τη
Βουλγαρία.
Αξίζει
να σημειωθεί ότι η αγορά
ακινήτων προσείλκυσε
σχεδόν το 1 στα 2 ευρώ
που εισέρρευσαν πέρυσι
στην ελληνική οικονομία.
Συγκεκριμένα, με βάση τα
στοιχεία από το ισοζύγιο
πληρωμών, το 2024 η αξία
των ξένων επενδύσεων
ανήλθε σε 5,97 δισ. ευρώ
έναντι 4,48 δισ. ευρώ το
2023. Εξ αυτών, 2,75
δισ. ευρώ αφορούσαν την
απόκτηση ακινήτων, με
αποτέλεσμα το μερίδιό
τους επί του συνόλου των
ΑΞΕ να διαμορφωθεί σε
46%. Κύρια αιτία για την
εξέλιξη αυτή ήταν, για
δεύτερο διαδοχικό έτος,
οι αλλαγές στο πρόγραμμα
της «χρυσής βίζας», που
ψηφίστηκαν τον Απρίλιο
του 2024 και ξεκίνησαν
να εφαρμόζονται από την
1η Σεπτεμβρίου. Η αύξηση
του ελάχιστου ύψους
επένδυσης στις 800.000
ευρώ για τη χορήγηση
άδειας διαμονής
προκάλεσε νέο κύμα
αγορών ακινήτων από
ξένους, που θέλησαν να
προλάβουν αυτή την
αλλαγή, η οποία ισχύει
πλέον στο σύνολο του
λεκανοπεδίου της
Αττικής, στη
Θεσσαλονίκη, αλλά και
στα νησιά με ελάχιστο
πληθυσμό 3.100 μόνιμων
κατοίκων. Το αποτέλεσμα
είναι το 2023 οι
αιτήσεις χορήγησης
αδειών διαμονής να
αυξηθούν σε 8.477, καθώς
και τότε είχαν θεσπιστεί
αυξήσεις στο ελάχιστο
όριο επένδυσης, ενώ
πέρυσι αυξήθηκαν ακόμη
περισσότερο σε 9.411
αιτήσεις. Ουσιαστικά
δηλαδή μέσα σε μία
διετία έχουν αποκτηθεί
17.888 ακίνητα, που
αντιστοιχούν σε
επενδύσεις ελάχιστου
ύψους 4,47 δισ. ευρώ.
Ωστόσο,
όπως δείχνουν και τα
στοιχεία της ΤτΕ,
σημαντική κινητικότητα
επέδειξαν και οι
Ευρωπαίοι αγοραστές και
επενδυτές, με έμφαση σε
δύο κατευθύνσεις, στην
απόκτηση εξοχικών
κατοικιών σε διά-φορες
περιοχές της χώρας αλ-λά
και στην αγορά
επενδυτικών ακινήτων,
όπως κατοικίες
τουριστικού χαρακτήρα,
είτε καταλύματα
βραχυχρόνιας μίσθωσης,
είτε εξυπηρετούμενα
διαμερίσματα, που έχουν
αποκτήσει σημαντική
δημοφιλία τους
τελευταίους μήνες.
|