|
Όπως
είπε, απαντώντας σε
ερώτηση της Βικτώρια
Γκουίντο από το
Politico:
«Αυτή η κατάσταση είναι
διαφορετική… Οι
εταιρείες που σήμερα
έχουν τόσο υψηλή
αποτίμηση διαθέτουν στην
πραγματικότητα κέρδη και
πραγματικές
δραστηριότητες. Αν
επιστρέψουμε στη
δεκαετία του ’90 και στη
φούσκα των dot-com, τότε
είχαμε ιδέες, όχι
εταιρείες.»
Με άλλα
λόγια, σύμφωνα με τον
Πάουελ, η έκρηξη της
τεχνητής νοημοσύνης δεν
αποτελεί “νέα φούσκα
τύπου dot-com”, γιατί οι
πρωταγωνιστές της έχουν
κέρδη, επιχειρηματικά
μοντέλα και προοπτικές.
Ενώ, κατά τη λογική του,
η φούσκα των dot-com
ήταν γεμάτη ψεύτικες
εταιρείες, χωρίς
πραγματικές
δραστηριότητες — απλώς
αέρα.
Ανοησίες.
Η φούσκα
των dot-com έφτανε στην
κορύφωσή της πριν από 26
χρόνια — και στη Wall
Street, όπου οι
περισσότερες καριέρες
δεν διαρκούν ούτε
δεκαετία, αυτό είναι
αιώνας. Δεν προκαλεί
έκπληξη, λοιπόν, που
πολλοί σήμερα έχουν
θολές ή καθόλου
αναμνήσεις. Ας
ξεκαθαρίσουμε τα
πράγματα.
Η
τεχνολογική φούσκα του
τέλους της δεκαετίας του
’90 δεν κυριαρχούνταν
από εταιρείες που είχαν
μόνο «ιδέες». Ναι,
φυσικά υπήρχαν και
αυτές, και συχνά
συγκέντρωναν κεφάλαια με
εξωφρενικές αποτιμήσεις.
Όμως, οι μεγαλύτερες
εισηγμένες εταιρείες
εκείνης της περιόδου —
ακόμη και στο
τεχνολογικά
προσανατολισμένο Nasdaq
— ήταν πραγματικές
εταιρείες, με πραγματικά
έσοδα, δραστηριότητες
και κέρδη, ακριβώς όπως
και σήμερα.
Σύμφωνα
με στοιχεία της FactSet,
οι πιο πολύτιμες
εταιρείες του Nasdaq στο
απόγειο της φούσκας, στα
τέλη Φεβρουαρίου 2000,
ήταν οι τεχνολογικοί
κολοσσοί Microsoft,
Cisco Systems, Intel,
Sun Microsystems και
Texas Instruments. Οι
100 κορυφαίες εταιρείες
του Nasdaq κυριαρχούνταν
από επιχειρήσεις
τεχνολογίας που
παρήγαγαν υποδομές
πληροφορικής, με
πραγματικές πωλήσεις και
κέρδη. Το κλισέ της
εποχής ήταν ότι η
“dot-com εποχή” έμοιαζε
με τον πυρετό του χρυσού
στην Καλιφόρνια: τα
μεγάλα κέρδη θα τα
έβγαζαν όσοι πουλούσαν
“φτυάρια και αξίνες”
στους χρυσοθήρες.
Η
Microsoft, η πιο
πολύτιμη εταιρεία
παγκοσμίως τότε, είχε
κεφαλαιοποίηση 465 δισ.
δολάρια, πωλήσεις 22
δισ. και καθαρά κέρδη
8,7 δισ. μέσα σε 12
μήνες.
Η Cisco Systems,
δεύτερη, με
κεφαλαιοποίηση 450 δισ.,
είχε 15 δισ. πωλήσεις
και 2,55 δισ. κέρδη.
Η Intel, τρίτη με 380
δισ., είχε 29 δισ.
πωλήσεις και 7,3 δισ.
καθαρά κέρδη.
Από τις 30 μεγαλύτερες
εταιρείες του Nasdaq, οι
23 είχαν πωλήσεις άνω
του 1 δισ., και οι 25
ήταν κερδοφόρες.
Η
αντίληψη ότι η φούσκα
των dot-com κυριαρχήθηκε
από εταιρείες όπως η
Pets.com και η eToys
είναι απλώς μύθος.
Η
μεγαλύτερη “καθαρόαιμη”
dot-com, η Yahoo, μόλις
που ξεπέρασε τα 100 δισ.
σε κεφαλαιοποίηση —
υψηλό μεν, αλλά πολύ
πίσω από τους
τεχνολογικούς γίγαντες.
Η Amazon τότε αποτιμάτο
κάτω από 30 δισ., δηλαδή
το 5% της αξίας της
Microsoft ή της Cisco,
λιγότερο ακόμη κι από
την Walgreens. Η eBay
άξιζε κάτω από 20 δισ.
Όσο για
την Pets.com, το σύμβολο
της παράνοιας των
dot-com, συγκέντρωσε
μόλις 82,5 εκατ. δολάρια
στην IPO της
(Φεβρουάριος 2000),
πουλώντας μετοχές στα 11
δολάρια. Η μετοχή έφτασε
στιγμιαία στα 14
δολάρια, αποτιμώντας την
εταιρεία γύρω στα 500
εκατ. δολάρια — μόλις το
0,1% της αξίας της
Cisco.
Ναι, ήταν παράλογο, και
η εταιρεία κατέρρευσε
μέσα σε έναν χρόνο. Αλλά
ήταν ασήμαντη μπροστά
στους κολοσσούς.
Οι
“ευκαιριακές” εταιρείες
ήταν μικρές, αν και
έπαιρναν τα πρωτοσέλιδα.
Οι επενδυτές όμως έχασαν
τα κεφάλαιά τους κυρίως
στις μεγάλες,
“πραγματικές” εταιρείες
— ακόμη κι αν αυτές
επιβίωσαν και ευημέρησαν
αργότερα.
Από την
κορύφωση της φούσκας έως
το τέλος του 2000,
δηλαδή σε περίπου 10
μήνες, οι επενδυτές της
Microsoft έχασαν πάνω
από το μισό των χρημάτων
τους.
Μέχρι την άνοιξη του
2001, η Cisco είχε
υποχωρήσει κατά 75%.
Μέχρι το φθινόπωρο του
2002, η Intel είχε χάσει
τα τρία τέταρτα της
αξίας της.
Αν και η Microsoft είναι
σήμερα ξανά μια από τις
πολυτιμότερες εταιρείες
παγκοσμίως, χρειάστηκαν
13 χρόνια μετά τη φούσκα
για να ανακτήσει την
αξία της.
Αξίζει
να θυμόμαστε ότι οι
επενδυτές της φούσκας
των dot-com είχαν
κατεύθυνση σωστή. Είχαν
δίκιο ότι η νέα
τεχνολογία του
διαδικτύου θα
μεταμόρφωνε την
κοινωνία, τις
επιχειρήσεις και την
οικονομία. Και είχαν
δίκιο ότι οι νικητές θα
κέρδιζαν μια περιουσία.
Οι
σημερινοί επενδυτές της
τεχνητής νοημοσύνης
μπορεί να έχουν δίκιο
κατά τον ίδιο τρόπο.
Όμως, τότε οι επενδυτές
των dot-com έπεσαν έξω
σε τρία κρίσιμα σημεία:
στον χρονισμό, στις
αποτιμήσεις και στην
επιλογή των νικητών.
Στον
χρονισμό, βιάστηκαν
πολύ: το διαδίκτυο
άρχισε να μεταμορφώνει
πραγματικά τον κόσμο
μόνο μετά την ευρεία
διάδοση της γρήγορης
πρόσβασης (broadband)
και, αργότερα, με την
εμφάνιση του iPhone το
2007.
Στις αποτιμήσεις, τα
λάθη ήταν προφανή: η
Microsoft τότε
διαπραγματευόταν 20
φορές τις πωλήσεις και
50 φορές τα κέρδη των
προηγούμενων 12 μηνών· η
Cisco, απίστευτα, 180
φορές τις πωλήσεις.
Και στην επιλογή των
νικητών, ελάχιστοι από
τους κολοσσούς του 2000
παρέμειναν κυρίαρχοι στη
νέα εποχή. Οι τότε
επενδυτές πίστευαν ότι η
Yahoo θα κυριαρχούσε
στις αναζητήσεις και στα
email. Δεν είχαν ακούσει
ποτέ τη Google, η οποία
μόλις είχε ιδρυθεί. Δεν
είχαν ακούσει τη
Facebook, ούτε λόγος για
την Tesla. Η Netflix
τότε έστελνε DVD
ταχυδρομικώς.
Αν κάποιος το 2000 έλεγε
ότι η εποχή των
smartphones θα
κυριαρχούνταν από την
Apple, θα τον γελούσαν.
Το εγχείρημά της στην
κινητή τεχνολογία, το
Newton, ήταν συνώνυμο
αποτυχίας. Θα σας
διαβεβαίωναν ότι ο
νικητής θα ήταν το
Windows Mobile της
Microsoft, μαζί με τις
Palm, Nokia και
Ericsson.
Πού
βρισκόμαστε σήμερα;
Κανείς δεν ξέρει πόσο θα
φουσκώσει η “φούσκα” ή
πότε θα σκάσει. Το παλιό
αστείο της Wall Street
λέει ότι “η φούσκα δεν
τελειώνει μέχρι να γίνει
αισιόδοξος και ο
τελευταίος
απαισιόδοξος.”
Όπως
έλεγε ο αείμνηστος
διαχειριστής κεφαλαίων
Dan Bunting:
«Μην αφήνεις ποτέ μια
φούσκα να πάει χαμένη.
Τα περισσότερα κέρδη θα
τα κάνεις από τις
χειρότερες μετοχές.»
Με άλλα λόγια, οι
τολμηροί μπορούν να
κερδίσουν σε μια μανία —
εφόσον είναι γρήγοροι
και θυμούνται να
πουλήσουν πριν γυρίσει η
τάση. Και φυσικά, εφόσον
δεν τους πειράζει να
αναλαμβάνουν μεγάλα
ρίσκα.
Οι
μακροπρόθεσμοι
επενδυτές, από την άλλη,
μπορούν να ακολουθήσουν
τη σοφή συμβουλή του
Γουόρεν Μπάφετ, ο οποίος
απέφυγε τη φούσκα των
dot-com και επένδυσε
μόνο σε ό,τι κατανοούσε.
Τότε έμοιαζε ανόητος —
αλλά μόνο για λίγο.
Πηγή:
MarketWatch
|