|
Θετικές
εξελίξεις στην αγορά
εργασίας
Στον
αντίποδα, ο ΟΟΣΑ
αναγνωρίζει τη θετική
πορεία της ελληνικής
οικονομίας, τη
συνεχιζόμενη μείωση της
ανεργίας, τη διεύρυνση
της απασχόλησης, καθώς
και τις δράσεις
αναβάθμισης δεξιοτήτων
του εργατικού δυναμικού.
Παρόμοια συμπεράσματα
εξάγουν και η Τράπεζα
της Ελλάδος και το ΙΟΒΕ,
σημειώνοντας ότι η
βελτίωση της απασχόλησης
οφείλεται στην αυξημένη
ζήτηση εργασίας σε
συγκεκριμένους κλάδους
και στο θετικό ισοζύγιο
προσλήψεων–αποχωρήσεων
στον ιδιωτικό τομέα.
Επιμένουν οι
μισθολογικές ανισότητες
Παρά την
αύξηση του μέσου μισθού,
οι ανισότητες μεταξύ
μικρών και μεγάλων
επιχειρήσεων παραμένουν
έντονες, όπως και οι
μισθολογικές διαφορές
μεταξύ ανδρών και
γυναικών. Στις μικρές
επιχειρήσεις με έως 10
εργαζομένους, ο μέσος
μισθός διαμορφώνεται στα
1.023,86 ευρώ, ενώ στις
μεγαλύτερες επιχειρήσεις
(άνω των 10 εργαζομένων)
φτάνει τα 1.467,39 ευρώ.
Για το 2025, ο μέσος
μισθός πλήρους
απασχόλησης εκτιμάται
περίπου στα 1.470 ευρώ.
Στους
χαμηλότερους μισθούς της
Ευρώπης η Ελλάδα
Σε
ευρωπαϊκό επίπεδο, η
Ελλάδα παραμένει στις
τελευταίες θέσεις ως
προς το ύψος των
απολαβών. Σύμφωνα με τα
στοιχεία της
Eurostat
για το 2024, η χώρα
καταγράφει τον δεύτερο
χαμηλότερο μέσο ετήσιο
μισθό πλήρους
απασχόλησης (17.954
ευρώ), ξεπερνώντας μόνο
τη Βουλγαρία. Ακολουθούν
η Ουγγαρία με 18.500
ευρώ, σε μια γενικότερη
εικόνα που αναδεικνύει
τη χαμηλή συγκρισιμότητα
των ελληνικών μισθών με
τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Η ετήσια αύξηση
περιορίστηκε σε 884 ευρώ
ή 5%, καθώς το 2023 ο
μέσος μισθός ήταν 17.070
ευρώ.
Ο μέσος
μισθός στη χώρα
παραμένει 4,5 φορές
χαμηλότερος από τον
αντίστοιχο του
Λουξεμβούργου, 3,4 φορές
χαμηλότερος από της
Ιρλανδίας και 2,2 φορές
κάτω από τον μέσο
ευρωπαϊκό μισθό.
«Πρωταθλητές» Ευρώπης
στις ώρες εργασίας
Οι
χαμηλές απολαβές ωθούν
πολλούς εργαζομένους σε
υπερωριακή απασχόληση ή
σε δεύτερη εργασία, με
αποτέλεσμα η Ελλάδα να
καταγράφει από τις
υψηλότερες εβδομαδιαίες
ώρες εργασίας στην Ε.Ε.
Ένας στους πέντε δηλώνει
ότι εργάζεται πέραν του
νόμιμου ωραρίου ή ότι
έχει δεύτερη δουλειά,
όταν ο μέσος όρος στην
Ε.Ε. διαμορφώνεται στις
36 ώρες εβδομαδιαίως.
Σύμφωνα
με την ΕΛΣΤΑΤ:
• Το 53,6% των
απασχολουμένων εργάστηκε
40–47 ώρες την εβδομάδα.
• Το 19,4% εργάστηκε 48
ώρες ή περισσότερο.
Η
πλειονότητα (79,5%)
δηλώνει ότι τηρεί τα
συνήθη ωράρια. Επιπλέον,
το 5,8% θα επιθυμούσε να
εργάζεται περισσότερο,
το 1,6% αφορά
υποαπασχολούμενους
μερικής απασχόλησης που
θα μπορούσαν να
εργαστούν περισσότερες
ώρες εντός δύο
εβδομάδων, ενώ το 1,4%
διαθέτει περισσότερες
από μία δουλειές.
|