|
Η
έρευνα
Η
ευρωπαϊκή έκθεση «The
State
of
Grocery
Retail
Europe
2025» που
δημοσιεύτηκε πρόσφατα
από την McKinsey
&
Company
και την
EuroCommerce,
διερευνά τις βασικές
τάσεις που διαμορφώνουν
τον τομέα πώλησης των
τροφίμων. Με βάση
συνεντεύξεις με
διευθύνοντες συμβούλους
παντοπωλείων, έρευνες με
περισσότερους από 30
Ευρωπαίους διευθύνοντες
συμβούλους και
περισσότερους από 14.000
καταναλωτές σε 13 χώρες,
η έκθεση επισημαίνει τις
διάφορες τάσεις για το
2025. Τα κύρια θέματα
που απασχολούν τα
στελέχη των σούπερ
μάρκετ αντικατοπτρίζουν
μια μικτή εικόνα.
Αναλυτικά, αναζητούν
απαντήσεις, σε ερωτήσεις
όπως, πώς μπορούν να
προσελκύσουν παράλληλα
τους πιο εύπορους
αγοραστές, καθώς και
εκείνους των οποίων η
ευαισθησία στις τιμές
παραμένει υψηλή; Τί θα
ψάξει ο αγοραστής του
αύριο; Πού είναι οι πιο
ελκυστικοί θύλακες
ανάπτυξης; Πώς μπορούν
να αξιοποιηθούν οι
ευκαιρίες από τη
βιωσιμότητα; Τέλος, πώς
μπορούν οι επιχειρήσεις
λιανικής των τροφίμων να
επωφεληθούν από τα
δεδομένα και την τεχνητή
νοημοσύνη πιο
αποτελεσματικά;
Με
βάση τα στοιχεία της
έρευνας και των
αναλύσεων που
πραγματοποιήθηκαν το
πρώτο τρίμηνο του 2025,
η πίεση του κόστους
παραμένει υψηλή,
ορισμένες αλυσίδες
εφοδιασμού είναι
εξαιρετικά ασταθείς και
πολλοί αγοραστές, στο
χονδρικό εμπόριο
τροφίμων, εξακολουθούν
να είναι προσεκτικοί,
καθώς η οικονομική πίεση
επιμένει. Η έκθεση
επιχειρεί να απαντήσει,
πώς μπορούν τα
παντοπωλεία να
μετριάσουν περαιτέρω
αυξήσεις κόστους και να
βελτιώσουν τα περιθώρια
κέρδους τους. Εάν το «uptrading»
θα επιστρέψει και θα
προωθήσει ξανά τις
πωλήσεις, καθώς και πώς
θα επιτευχθούν έγκαιρα
οι στόχοι βιωσιμότητας.
Εξετάζει, τί πρέπει να
συμβεί για να
προχωρήσουν οι
επιχειρήσεις στην
online
αγορά και πώς μπορούν να
αναπτύξουν οι
επιχειρήσεις λιανικής
μέσα που θα υποστηρίζουν
αξιόπιστα την κερδοφορία
τους. Για να επιτύχουν,
μάλιστα, υψηλότερο
αντίκτυπο πρέπει να
επενδύσουν σε προηγμένα
αναλυτικά ψηφιακά
στοιχεία. Για τη
μελλοντική ανάπτυξή τους
στην αγορά, οι
επιχειρήσεις πρέπει να
προσελκύσουν και να
διατηρήσουν το εργατικό
δυναμικό τους με τις
κατάλληλες δεξιότητες.
Σημειωτέον, πως τα
στοιχεία της σχετικής
έκθεσης της
EuroCommerce
προηγούνται των
εμπορικών δασμών που
ανακοίνωσε η αμερικανική
κυβέρνηση και των
επιπτώσεών τους στην
παγκόσμια οικονομία. Με
τις εξελίξεις, όμως, σε
εκκρεμότητα, σχετικά με
τους δασμούς, ή άλλους
εμπορικούς περιορισμούς,
που εκτυλίχθηκαν αρχές
Απριλίου, να μην
αντικατοπτρίζονται στην
έκθεση, το μέλλον,
μάλλον, παραμένει
αβέβαιο. Ωστόσο, η
ανάκαμψη το 2025
αναμένεται να αποκτήσει
δυναμική. Τα στελέχη στη
λιανική πώληση τροφίμων
στην Ευρώπη είναι
ελαφρώς πιο αισιόδοξα
από πέρυσι, παρά το
γεγονός πως τα επόμενα
χρόνια αναμένεται να
παραμείνουν απαιτητικά,
με χαμηλή αύξηση του
όγκου πωλήσεων και
διαρκή πίεση στην
κερδοφορία. Για να
ευδοκιμήσουν οι
επιχειρήσεις σε αυτό το
ανταγωνιστικό τοπίο, θα
μπορούσαν να
διπλασιάσουν τους
θύλακες ανάπτυξής τους
μέσω της διαφοροποίησης,
να επικεντρωθούν στην
αποτελεσματικότητα της
εκτέλεσης, να
ικανοποιήσουν τις
ανάγκες του καταναλωτή
του μέλλοντος και να
αξιοποιήσουν δεδομένα,
όπως τεχνητή νοημοσύνη
και τεχνολογία.
Η
πέμπτη, κατά σειρά,
ετήσια δημοσίευση της
έκθεσης για την
κατάσταση της λιανικής
πώλησης τροφίμων
προσθέτει διάφορα νέα
χαρακτηριστικά, όπως μια πενταετή
προοπτική, μια ανάλυση
βάσει των δεδομένων των
επιτυχημένων πρακτικών
λιανικής πώλησης
τροφίμων και ένα νέο
μοντέλο μέτρησης της
αύξησης του όγκου
πωλήσεων για την
αξιολόγηση των ευκαιριών
ανάπτυξης σε διάφορα
μέρη της Ευρώπης.
Συνδυάζοντας τις γνώσεις
της
EuroCommerce
στην ευρωπαϊκή πολιτική
και τον τομέα του
εμπορίου με την
παγκόσμια τεχνογνωσία
και την αναλυτική
αυστηρότητα της
McKinsey,
η έκθεση θα προσφέρει
νέες γνώσεις και
προοπτικές για να
βοηθήσει τους ευρωπαίους
επιχειρηματίες του χώρου
της λιανικής πώλησης
τροφίμων να
αντιμετωπίσουν τις
συνεχείς αβεβαιότητες
και να εκμεταλλευτούν
μελλοντικές ευκαιρίες
ανάπτυξης. Η
EuroCommerce,
με την φετινή έκθεσή
της, δημιούργησε μια
πλούσια βάση δεδομένων
για να βοηθήσει τους
επιχειρηματίες και τα
στελέχη του λιανικού
εμπορίου τροφίμων να
περιηγηθούν στην
ευρωπαϊκή αγορά τα
επόμενα πέντε χρόνια.
Τέλος,
η έκθεση εξετάζει τις
πιο διαδεδομένες τάσεις,
που θα επηρεάσουν τον
κλάδο από το 2025 και
μετά.
Οι
εννέα τάσεις που θα
χαρακτηρίσουν την
ευρωπαϊκή αγορά λιανικού
εμπορίου τροφίμων την
επόμενη πενταετία, μέχρι
το 2030, είναι οι εξής:
*
Χαμηλός δείκτης
ανάπτυξης 0,2%,
*
Αύξηση 1-3% της
ιδιωτικής ετικέτας και
μετάβαση στις ιδιωτικές
μάρκες,
*
Αύξηση 7% στην προτίμηση
για προϊόντα υγιεινής
διατροφής,
*
Το 77% της γενιάς Ζ δεν
μαγειρεύει, αγοράζει
φαγητό σε πακέτο, έναντι
του 33% των
baby
boomers,
*
Ανάδειξη νέας κατηγορίας
καταναλωτών, με αύξηση
του εισοδήματος 4-6%,
*
Μείωση 3% στην πρόθεση
αγοράς προϊόντων φιλικών
προς περιβάλλον,
*
Αύξηση 30% στις
συγχωνεύσεις και
εξαγορές επιχειρήσεων
λιανικής,
*
Επιτάχυνση
x2,9
στις αποδόσεις εταιρειών
που επενδύουν στη χρήση
τεχνολογίας,
*
Αύξηση 20% ετησίως της
επαγγελματικής
διαφήμισης στο λιανικό
εμπόριο.
Υπενθυμίζεται
από το ΕΒΕΠ ότι ο όγκος
πωλήσεων το προηγούμενο
διάστημα αυξήθηκε ξανά,
αν και αργά, ορισμένα
τμήματα ανέβηκαν στην
προτίμηση των
καταναλωτών και η
τεχνητή νοημοσύνη
δημιούργησε προστιθέμενη
αξία για ορισμένες
αλυσίδες τροφίμων και
μεγάλα σούπερ μάρκετ.
Μάλιστα,
όπως σημειώνεται, οι
πωλήσεις τροφίμων στην
Ευρώπη αυξήθηκαν κατά
2,4% σε πραγματικούς
όρους, ελαφρώς πάνω από
τον μέσο πληθωρισμό των
τιμών των τροφίμων που
ήταν 2,3%. Παρά όμως την
ανάπτυξη, συνεχίζουν οι
δυσκολίες που
χαρακτηρίζονται από την
οικονομική πίεση, την
προσεκτική συμπεριφορά
των καταναλωτών και τις
περιορισμένες δαπάνες.
Οι προσφορές και οι
ιδιωτικές ετικέτες
συνεχίζουν να κερδίζουν
μερίδιο αγοράς, αν και
με βραδύτερο ρυθμό.
Συγκεκριμένα, 1
στους 4 καταναλωτές
αγοράζει πλέον τρόφιμα
σύμφωνα με ακριβότερες
επιλογές, αντανακλώντας
την αυξανόμενη όρεξη για υγιεινή
διατροφή και
σταθεροποιώντας το
ποσοστό στο 25%, μετά
από δύο χρόνια ισχυρής
υποχώρησης.
|