|
Η
Moody’s δικαιολόγησε την
υποβάθμιση εκτιμώντας
επιπλέον αύξηση των
ελλειμμάτων και
επικρίνοντας την απουσία
ενεργητικής πολιτικής
διαχείρισης από τους
Αμερικανούς νομοθέτες
απέναντι στα
δημοσιονομικά προβλήματα
της χώρας.
Ο
υπουργός Οικονομικών των
ΗΠΑ, Scott Bessent,
επιχείρησε να
υποβαθμίσει τη σημασία
της αξιολόγησης,
δηλώνοντας σε συνέντευξή
του ότι η κυβέρνηση
παραμένει προσηλωμένη
στη μείωση των
ομοσπονδιακών δαπανών
και στην τόνωση της
οικονομίας.
Επικέντρωση στο χρέος
Παρότι η
υποβάθμιση δεν
αναμένεται να έχει
μακροπρόθεσμες
επιπτώσεις στην αγορά,
εκτιμάται πως θα στρέψει
εκ νέου την προσοχή στο
ύψος του αμερικανικού
χρέους και θα
αναζωπυρώσει τη δημόσια
συζήτηση γύρω από το
νομοσχέδιο
φοροαπαλλαγών, το οποίο
έχει ήδη απορριφθεί από
το Κογκρέσο.
Ο
Mohamed El-Erian,
επικεφαλής οικονομικός
σύμβουλος της Allianz,
σχολίασε στο X ότι,
παρότι η εξέλιξη είναι
ιστορικής σημασίας και
θα τραβήξει την προσοχή
των μέσων ενημέρωσης, ο
αντίκτυπος στην αγορά θα
είναι κατά πάσα
πιθανότητα
περιορισμένος.
Τα
αμερικανικά κρατικά
ομόλογα έχουν ήδη
υποστεί πιέσεις τα
τελευταία χρόνια, με τις
αποδόσεις του δεκαετούς
τίτλου να έχουν
πλησιάσει το 4,5%. Η
υποβάθμιση ενδέχεται να
εντείνει την τάση αυτή,
καθώς —όπως σημείωσε στο
Bloomberg η Tracy Chen
της Brandywine Global—
οι επενδυτές ενδέχεται
πλέον να απαιτούν
υψηλότερες αποδόσεις.
Ωστόσο,
οι περισσότεροι
διαχειριστές κεφαλαίων
αντιμετωπίζουν τους
τίτλους ΑΑΑ και ΑΑ1 με
τον ίδιο τρόπο. Ο Toby
Nangle, πρώην επικεφαλής
στρατηγικής κατανομής
κεφαλαίων της Columbia
Threadneedle, υποστήριξε
στους
Financial Times
ότι η υποβάθμιση δεν θα
επηρεάσει ουσιωδώς τις
πρακτικές διαχείρισης
χρηματοοικονομικού
κινδύνου τη δεδομένη
χρονική στιγμή.
Η Carol
Schleif, επικεφαλής
επενδυτικής στρατηγικής
στην BMO Private Wealth,
επισήμανε ότι η
αξιολόγηση της Moody’s
ενδέχεται να ενισχύσει
τη διστακτικότητα των
επενδυτών, προσθέτοντας
ότι «η αγορά ομολόγων
παρακολουθεί πολύ
προσεκτικά τις εξελίξεις
στην Ουάσιγκτον, ειδικά
φέτος».
Ιστορικό
υποβαθμίσεων
Προηγούμενες
υποβαθμίσεις ενδέχεται
να προσφέρουν χρήσιμα
διδάγματα για την
αντίδραση των αγορών. Το
2011, η S&P Global
αφαίρεσε πρώτη την
αξιολόγηση ΑΑΑ από τις
ΗΠΑ, όταν το Κογκρέσο
καθυστέρησε να αυξήσει
το όριο χρέους, κάτι που
έκτοτε έχει καταστεί
επαναλαμβανόμενο ζήτημα.
Η κίνηση αυτή είχε
προκαλέσει πολιτική
αναταραχή και έντονες
διακυμάνσεις στις
αγορές, οδηγώντας τελικά
σε ράλι των κρατικών
ομολόγων και πτώση των
αποδόσεων εξαιτίας φόβων
για επιβράδυνση της
ανάπτυξης.
Η Fitch
ακολούθησε το παράδειγμά
της τον Αύγουστο του
2023, έπειτα από νέα
σύγκρουση για το ανώτατο
όριο του χρέους.
Ο Andy
Constan, CEO της Damped
Spring Advisors,
σχολίασε πως είναι
δύσκολο να προβλέψει
κανείς τον πραγματικό
αντίκτυπο της
υποβάθμισης από τη
Moody’s, ενώ σημείωσε
ότι ορισμένοι επενδυτές
ενδέχεται να αναμένουν
εξελίξεις ανάλογες με
εκείνες του 2011.
Πρέπει
πάντως να επισημανθεί
ότι η ενέργεια του οίκου
δεν αποτέλεσε έκπληξη,
αφού ήδη από τον
Νοέμβριο του 2023 είχε
υποβαθμίσει τις
προοπτικές της
αμερικανικής οικονομίας
από «σταθερές» σε
«αρνητικές», κάτι που
συχνά προηγείται
υποβάθμισης αξιολόγησης.
Οι ΗΠΑ
δεν χρεοκοπούν
Ορισμένοι αναλυτές
τονίζουν πως οι ΗΠΑ,
εκδίδοντας χρέος στο
ίδιο νόμισμα που
ελέγχουν, δεν διατρέχουν
πραγματικό κίνδυνο
χρεοκοπίας. Ο Stephen
Innes, επικεφαλής της
SPI Asset Management,
ανέφερε χαρακτηριστικά:
«Αν υπάρχει ένα
περιουσιακό στοιχείο με
τη χαμηλότερη πιθανότητα
χρεοκοπίας στον κόσμο,
αυτό είναι το κρατικό
ομόλογο των ΗΠΑ».
Όπως
εξήγησε, οι Ηνωμένες
Πολιτείες δανείζονται σε
δολάρια —ένα νόμισμα που
η ίδια η κυβέρνησή τους
εκδίδει και
διαχειρίζεται— και
διαθέτουν το παγκόσμιο
αποθεματικό νόμισμα.
«Μια χώρα δεν πτωχεύει
όταν η κεντρική της
τράπεζα μπορεί να
καλύψει ανάγκες
ρευστότητας με το πάτημα
ενός κουμπιού. Δεν
πρόκειται για ηθικό
κίνδυνο αλλά για ένα
λειτουργικό δεδομένο»,
τόνισε.
|