|
Αντίθετα, η εικόνα είναι
διαφορετική για όσους
βρίσκονται χαμηλότερα
στη μισθολογική κλίμακα.
Η πανδημία είχε δώσει
ώθηση στους μισθούς
τους, όμως αυτή η
δυναμική έχει πλέον
ξεθωριάσει. Οι
εργαζόμενοι με χαμηλές
αποδοχές περιορίζουν τις
δαπάνες τους, συχνά
δυσκολεύονται να βρουν
εργασία, ενώ η ανεργία
είναι υψηλή σε νέους και
Αφροαμερικανούς.
Παράλληλα, η άνοδος στις
τιμές κατοικιών και
ενοικίων κάνει τη
στέγαση όλο και πιο
απρόσιτη.
Τα
στοιχεία της
Bank of America
δείχνουν ότι μέχρι
πρόσφατα οι χαμηλόμισθοι
έβλεπαν τα εισοδήματά
τους να αυξάνονται
ταχύτερα από εκείνα των
πιο εύπορων. Το 2025,
ωστόσο, οι ισορροπίες
άλλαξαν ξανά: τον
Αύγουστο, οι μισθοί του
χαμηλότερου τρίτου
αυξήθηκαν μόλις 0,9% – η
μικρότερη άνοδος από το
2016 – ενώ στο ανώτερο
τρίτο η αύξηση έφτασε το
3,6%, την υψηλότερη από
το 2021. Παράλληλα, οι
δαπάνες των πλουσίων
ενισχύθηκαν πολύ
περισσότερο σε σχέση με
των χαμηλόμισθων.
Σύμφωνα
με οικονομολόγους, η
εξασθένηση της αγοράς
εργασίας
πλήττει κυρίως τους
χαμηλόμισθους, ενώ
ταυτόχρονα η άνοδος των
χρηματιστηρίων και των
περιουσιακών στοιχείων
ενισχύει περαιτέρω τη
θέση των ευπορότερων
νοικοκυριών. Ενδεικτικά,
το ανώτερο 10%
συγκεντρώνει πλέον
σχεδόν το μισό των
συνολικών δαπανών στις
ΗΠΑ, ποσοστό που έχει
αυξηθεί αισθητά σε σχέση
με μία δεκαετία πριν.
Όπως
σημειώνουν ακαδημαϊκοί,
η ιδιοκτησία κατοικίας
αποτελεί βασικό
παράγοντα αυτής της
ανισότητας: όσοι
αγόρασαν σπίτια πριν από
την πανδημία βλέπουν
σήμερα τις αξίες τους να
έχουν εκτοξευθεί, ενώ οι
νεότερες γενιές
βρίσκονται εγκλωβισμένες
εκτός αγοράς.
Την ίδια
στιγμή, η «έκρηξη» στη
Wall Street και η
ανάπτυξη στους τομείς
της τεχνολογίας και των
χρηματοοικονομικών
αυξάνουν τις περιουσίες
των πλουσίων,
διευρύνοντας ακόμη
περισσότερο το χάσμα.
Έτσι, η Αμερική μοιάζει
να ζει δύο διαφορετικές
πραγματικότητες: των
ευνοημένων που
απολαμβάνουν την άνοδο
της οικονομίας και των
υπολοίπων που παλεύουν
με το κόστος ζωής και
την αβεβαιότητα.
Πηγή:
The
Wall Street Journal
|