|
Παράλληλα, τα
αμερικανικά ομόλογα
έχουν επανέλθει στο
προσκήνιο ως ασφαλές
καταφύγιο. Η απόδοση του
10ετούς ομολόγου
υποχώρησε περίπου 0,5%
το τελευταίο τρίμηνο,
ενώ ο χρυσός συνεχίζει
την ανοδική του πορεία,
ενισχυμένος από τη
ζήτηση για σταθερές
αξίες. «Ζούμε σε μια
περίοδο αποσύνδεσης,
όπου η αγορά ανεβαίνει
ενώ οι ειδήσεις γίνονται
ολοένα πιο
ανησυχητικές», δήλωσε ο
Alex
Chaloff,
επικεφαλής επενδύσεων
της
Bernstein
Private
Wealth
Management,
στη
Wall
Street
Journal.
Πίσω από
τα πρόσφατα κέρδη της
Wall
Street,
κρύβεται μια μετατόπιση
κεφαλαίων μακριά από
τους πιο ευάλωτους
τομείς — αυτούς που
πλήττονται πρώτοι σε
περιόδους επιβράδυνσης
της οικονομίας. Οι
μετοχές των
περιφερειακών τραπεζών,
του λιανεμπορίου, των
κατασκευαστικών και των
αεροπορικών εταιρειών
έχουν δεχθεί πιέσεις τον
τελευταίο μήνα, καθώς
αυτοί οι κλάδοι
ευημερούν κυρίως σε
φάσεις ισχυρής
ανάπτυξης.
Η
ανησυχία εντάθηκε μετά
τις χρεοκοπίες της
First
Brands
(προμηθευτής εξοπλισμού
αυτοκινήτων) και της
Tricolor
(εταιρεία δανείων
αυτοκινήτων), οι οποίες
πυροδότησαν φόβους για
απάτες και κρυφές
αδυναμίες μέσα στο
χρηματιστηριακό ράλι.
«Όταν βλέπετε μία
κατσαρίδα, πιθανότατα
υπάρχουν κι άλλες»,
σχολίασε ο
Jamie
Dimon,
διευθύνων σύμβουλος της
JP
Morgan,
η οποία προχώρησε σε
διαγραφή χρέους 170
εκατ. δολαρίων λόγω της
Tricolor.
Οι
μετοχές της
Jefferies,
βασικού τραπεζικού
συνεργάτη της
First
Brands,
έχουν υποχωρήσει περίπου
27% σε έναν μήνα, ενώ
πιέσεις δέχονται και
κολοσσοί διαχείρισης
περιουσίας όπως οι
KKR
και
Apollo
Global
Management.
Αντίστοιχα, η
Zions
ανακοίνωσε διαγραφή
χρέους 50 εκατ.
δολαρίων, ενώ η
Western
Alliance
προσέφυγε στη
δικαιοσύνη, κατηγορώντας
πελάτη της για απάτη. Το
premium
των εταιρικών ομολόγων
υψηλού ρίσκου (junk)
έναντι των αμερικανικών
κρατικών έχει εκτοξευθεί
στο υψηλότερο επίπεδο
από τον Ιούνιο.
Οι
παραπάνω εξελίξεις
έρχονται λίγο μετά από
ένα από τα ισχυρότερα
εξάμηνα στην ιστορία του
S&P
500, που τροφοδοτήθηκε
από τις μεγάλες
τεχνολογικές μετοχές και
την επενδυτική φρενίτιδα
για την τεχνητή
νοημοσύνη. Παρά τις
προειδοποιήσεις, πολλοί
παραμένουν αισιόδοξοι,
καθώς τα εταιρικά
αποτελέσματα
εμφανίζονται ανθεκτικά,
με τους αναλυτές να
προβλέπουν αύξηση κερδών
16% για τις εταιρείες
του δείκτη μέσα στο
επόμενο έτος — την
καλύτερη επίδοση από το
2021. Οι προσδοκίες για
μειώσεις επιτοκίων
στηρίζουν περαιτέρω τις
αποτιμήσεις, αν και
αρκετοί εκτιμούν ότι το
όφελος από τη
νομισματική χαλάρωση
έχει ήδη προεξοφληθεί
στις τιμές.
«Η ισχύς
των μεγάλων τεχνολογικών
κολοσσών έχει καλύψει τα
σημάδια επιβράδυνσης
στην πραγματική
οικονομία», τονίζει ο
Bob
Elliott,
CEO
της
Unlimited
Funds.
Σύμφωνα με τον ίδιο, ο
αντίκτυπος αυτής της
επιδείνωσης στις τιμές
έχει ενταθεί τις
τελευταίες εβδομάδες. Ο
Chaloff
προσθέτει: «Ο
χαμηλόμισθος καταναλωτής
υποφέρει. Οι αυξημένες
δαπάνες για
δευτερεύουσες ανάγκες
μετά την πανδημία έχουν
αρχίσει να μειώνονται,
και αυτό αποτυπώνεται
στα κέρδη και στις
αποτιμήσεις των
μετοχών».
Τέλος,
μεγάλο μέρος του φετινού
χρηματιστηριακού
ενθουσιασμού βασίζεται
στην ελπίδα ότι οι
φορολογικές ελαφρύνσεις
και η μείωση του κόστους
δανεισμού θα ενισχύσουν
την αμερικανική
οικονομία. Ωστόσο, όπως
επισημαίνει η
Wall
Street
Journal,
τα απτά αποτελέσματα
αυτών των πολιτικών δεν
έχουν ακόμη φανεί,
αφήνοντας ανοιχτό το
ερώτημα αν το ράλι στη
Wall
Street
στηρίζεται σε στέρεες
βάσεις ή σε μια νέα
αυταπάτη ευφορίας.
|