|
Η
φορολογική μεταρρύθμιση
του Τραμπ, η οποία
αναμένεται να επιβαρύνει
το ομοσπονδιακό έλλειμμα
κατά 2,4 τρισ. δολάρια
μέσα στην επόμενη
δεκαετία, ασκεί
επιπρόσθετη πίεση στις
αποδόσεις των
αμερικανικών ομολόγων.
Ευνοημένη η Ευρώπη
Σύμφωνα
με τους
Financial Times,
αυτή η τάση αποεπένδυσης
από τις ΗΠΑ έχει
ενισχύσει τις ευρωπαϊκές
κεφαλαιαγορές και
αντανακλάται σε έρευνες
για τη στρατηγική των
μεγάλων επενδυτών.
Έρευνα της Bank of
America καταγράφει το
χαμηλότερο επίπεδο
έκθεσης στο δολάριο των
τελευταίων 20 ετών.
Ο Σεθ
Μπερνστάιν, CEO της
AllianceBernstein (με
περιουσιακά στοιχεία υπό
διαχείριση ύψους 780
δισ. δολαρίων),
σημειώνει: «Το
δημοσιονομικό έλλειμμα
υπήρξε διαχρονικά
πρόβλημα, και τώρα
επιδεινώνεται. Η
συνεχιζόμενη δανειακή
εξάρτηση των ΗΠΑ, σε
συνδυασμό με την
απρόβλεπτη εμπορική
πολιτική, πρέπει να
προβληματίσει όσους
επενδύουν μονομερώς στην
αμερικανική αγορά».
Στέλεχος
αμερικανικής εταιρείας
private equity
χαρακτήρισε την ημέρα
ανακοίνωσης των δασμών
του Τραμπ ως «σημείο
αφύπνισης» για επενδυτές
που είχαν υπερεκτεθεί
στις ΗΠΑ.
Στροφή
σε άλλες αγορές
Το
καναδικό ταμείο
συντάξεων
Caisse de dépôt et
placement du Québec,
το δεύτερο μεγαλύτερο
της χώρας, γνωστοποίησε
πως θα περιορίσει την
έκθεσή του στις ΗΠΑ (από
το 40% του χαρτοφυλακίου
του) και θα κατευθύνει
περισσότερα κεφάλαια
προς το Ηνωμένο
Βασίλειο, τη Γαλλία και
τη Γερμανία.
Ο
Χάουαρντ Μαρκς,
συνιδρυτής της Oaktree
Capital Management (με
υπό διαχείριση κεφάλαια
203 δισ. δολαρίων),
δήλωσε: «Οι ΗΠΑ ήταν για
δεκαετίες η κορυφαία
επενδυτική επιλογή
παγκοσμίως, όμως πλέον
ακούμε επενδυτές να
αμφισβητούν εάν αυτή η
"αμερικανική
ιδιαιτερότητα"
παραμένει».
Περιορισμένα κέρδη στις
ΗΠΑ
Παρά την
ανάκαμψη των μετοχών
μετά τους δασμούς του
Απριλίου, ο δείκτης S&P
500 καταγράφει μικρή
ετήσια άνοδο (κάτω του
2%), έναντι 9% του
ευρωπαϊκού δείκτη Stoxx
600. Το δολάριο κινείται
κοντά στα χαμηλότερα
επίπεδα τριετίας,
έχοντας υποχωρήσει κατά
9% φέτος, παρότι ο Τραμπ
έχει ανακαλέσει πολλούς
αρχικούς δασμούς.
Παρόλο
που η αμερικανική
οικονομία και οι
κεφαλαιαγορές της
παραμένουν εξαιρετικά
ισχυρές, η συνεχιζόμενη
εισροή κεφαλαίων επί
δεκαπέντε χρόνια και η
υπεραπόδοση των ΗΠΑ
προκαλούν ερωτήματα για
το αν αυτός ο κύκλος
φτάνει στο τέλος του.
«Βλέπουμε πλέον σαφή
σημάδια μετακίνησης
κεφαλαίων εκτός ΗΠΑ»,
τονίζει ο Ρίτσαρντ
Όλντφιλντ, CEO της
βρετανικής Schroders.
Η
ευρωπαϊκή αγορά φαίνεται
να επωφελείται, ιδίως
λόγω της αναμενόμενης
αύξησης δημοσίων
επενδύσεων στη Γερμανία
(ύψους 1 τρισ. ευρώ) για
υποδομές και άμυνα.
«Είμαστε ιδιαίτερα
θετικοί για την Ευρώπη»,
ανέφερε ο Τομ Νάιντες
της Blackstone,
προσθέτοντας ότι η
σταθερότητα των
ευρωπαϊκών κυβερνήσεων
αποτελεί πλεονέκτημα.
Η
Neuberger Berman, με
έδρα τη Νέα Υόρκη, έχει
αφιερώσει φέτος το 65%
των private equity
συνεπενδύσεών της στην
Ευρώπη – ποσοστό
υπερδιπλάσιο των
προηγούμενων ετών,
σύμφωνα με την
επικεφαλής Joana Rocha
Scaff. Όπως σημειώνει,
«Η Ευρώπη έχει κερδίσει
έδαφος, όχι μόνο λόγω
των δασμών, αλλά και
εξαιτίας της μεγαλύτερης
πολιτικής σταθερότητας
σε σχέση με τις ΗΠΑ και
των αβεβαιοτήτων που
προκαλούν οι φορολογικές
προτάσεις της
Ουάσινγκτον για τους
αλλοδαπούς επενδυτές».
Αλλά
υπάρχουν και επιφυλάξεις
Κάποιοι
παραμένουν σκεπτικοί ως
προς το αν οι μικρότερες
και πιο
κατακερματισμένες αγορές
της Ευρώπης και της
Ασίας μπορούν να
αποτελέσουν βιώσιμη
εναλλακτική. «Η Ευρώπη
εξακολουθεί να έχει
αδύναμη ανάπτυξη και
υπερβολική ρύθμιση, ενώ
η Κίνα παραμένει
περίπλοκη», επισημαίνει
ο Μαρκς της Oaktree. «Το
ζήτημα είναι πού μπορεί
να απορροφηθεί
πραγματικά τόσο μεγάλος
όγκος κεφαλαίων».
|