Οι κεντρικοί τραπεζίτες πρόκειται να
στραφούν προς μια πιο σταδιακή νομισματική
σύσφιξη, προβλέπουν οι οικονομολόγοι, καθώς οι
πρόσφατες αυξήσεις των επιτοκίων δείχνουν
σημάδια τιθάσευσης του πληθωρισμού και οι
αξιωματούχοι αναγνωρίζουν την αυξανόμενη απειλή
της ύφεσης.
Μετά τις τελευταίες
συνεδριάσεις των
κεντρικών τραπεζών και
την υποχώρηση του
πληθωρισμού των ΗΠΑ στο
7,7% τον Οκτώβριο από
8,2% τον Σεπτέμβριο, οι
αγορές τιμολογούν με
μεγαλύτερη πιθανότητα
αύξηση επιτοκίων 50
μονάδων βάσης αντί για
75 μονάδων βάσης στις
επόμενες συνεδριάσεις
της FED, της ΕΚΤ, της
BoE, της Κεντρικής
Τράπεζας της Ελβετίας
και της Τράπεζα του
Καναδά (BoC) -και
περιμένουν μικρότερες
αυξήσεις επιτοκίων και
το επόμενο έτος.
Η Ομοσπονδιακή
Τράπεζα των ΗΠΑ, η
Ευρωπαϊκή Κεντρική
Τράπεζα και η Τράπεζα
της Αγγλίας (BoE) έδωσαν
ένα «σαφές μήνυμα» ότι «οδεύουμε
προς μια περίοδο πιο
αργής σύσφιξης,
αντικατοπτρίζοντας αυτό
που έχουμε δει από την
Αυστραλία, τον Καναδά
και τη Νορβηγία», όπως
δήλωσε ο James Pomeroy,
οικονομολόγος στην HSBC.
Οι υπεύθυνοι χάραξης
νομισματικής πολιτικής
πιστεύουν ότι οι
επιθετικοί γύροι
σύσφιξης είχαν
επιπτώσεις στις τιμές
καταναλωτή, δήλωσε η
Jennifer McKeown,
επικεφαλής οικονομολόγος
στην Capital Economics.
«Περιμένουμε από τις
κεντρικές τράπεζες να
επιβραδύνουν τον ρυθμό
των αυξήσεων λόγω
συνδυασμού αποδυνάμωσης
των οικονομιών,
χαλάρωσης των εγχώριων
πιέσεων στις τιμές και
του γεγονότος ότι τα
επιτόκια είναι πάνω ή
φτάνουν σε επίπεδα
ισορροπίας [όπου η
δραστηριότητα δεν
περιορίζεται ούτε
ενισχύεται]», είπε.
Η Capital Economics
αναμένει ότι οι
περισσότερες από τις
επόμενες κινήσεις σε
περισσότερες από 20
κεντρικές τράπεζες που
παρακολουθεί, θα είναι
αυξήσεις επιτοκίων κατά
50 ή 25 μονάδες βάσης.
Τα γεράκια από τις
κεντρικές τράπεζες του
κόσμου κέρδισαν τη μάχη
το φθινόπωρο,
ανακοινώνοντας αυξήσεις
επιτοκίων μεγάλου
μεγέθους που είχαν
καταγραφεί για τελευταία
φορά ολόκληρες δεκαετίες
πριν. Συνολικά 20
κορυφαίες κεντρικές
τράπεζες αύξησαν τα
επιτόκια κατά σχεδόν 11
ποσοστιαίες μονάδες από
τον Αύγουστο, δείχνοντας
την πιο πρόσφατη
κατεύθυνση στη
νομισματική πολιτική. Η
Τράπεζα της Ιαπωνίας
είναι ακραία, καθώς δεν
έχει αυξήσει τα επιτόκια
από το 2007 και δεν
προβλέπεται να τα
αυξήσει σύντομα, ενώ η
Ρωσία και η Τουρκία
έχουν μειώσει τα
επιτόκια.
Η Fed, η ΕΚΤ, η BoE
και η BoC μόνες αύξησαν
τα επιτόκια κατά
συνολικά 5,5 ποσοστιαίες
μονάδες κατά τη διάρκεια
αυτής της περιόδου, με
όλες να έχουν κάνει
τουλάχιστον μία αύξηση
75 μονάδων βάσης. Η Fed
είχε να αυξήσει τα
επιτόκια κατά 75 μονάδες
βάσης από το 1994, αλλά
τώρα έχει
πραγματοποιήσει τέσσερις
διαδοχικές αυξήσεις
αυτού του μεγέθους από
τον Ιούνιο, με το βασικό
επιτόκιο των
ομοσπονδιακών κεφαλαίων
να διαμορφώνεται τώρα σε
3,75-4%.
Οι αυξήσεις της ΕΚΤ
κατά 75 μονάδες βάσης
τον Σεπτέμβριο και τον
Οκτώβριο, που ανέβασαν
το επιτόκιο καταθέσεων
στο 1,5%, ήταν οι
μεγαλύτερες κινήσεις
σύσφιξης στην 24χρονη
ιστορία της, ενώ η
παρόμοια αύξηση της BoE
τον Νοέμβριο ήταν η
μεγαλύτερη εδώ τέσσερις
δεκαετίες, οδηγώντας το
βασικό επιτόκιο στο 3%.
Καθώς τα επιτόκια
αυτά είναι πλέον πολύ
πιο κοντά στο επίπεδο
ισορροπίας τους ή
λεγόμενο το «ουδέτερο»
επίπεδο και η οικονομική
δραστηριότητα
αποδυναμώνεται, «η
περίπτωση να μειωθεί η
αυστηροποίηση των
πολιτικών» (…) έχει
ενισχυθεί», δήλωσε ο Ben
May, οικονομολόγος στην
εταιρεία συμβούλων
Oxford Economics.
Υπάρχουν πολλά
σημάδια αποδυνάμωσης της
παραγωγής της οικονομίας.
Οι δείκτες ΡΜΙ της S&P
Global έδειξαν για τον
Οκτώβριο βαθύτερη ύφεση
για τις ΗΠΑ, το Ηνωμένο
Βασίλειο και την
ευρωζώνη. Ο παγκόσμιος
δείκτης διαρκών νέων
παραγγελιών (ΡΜΙ) έπεσε
στο χαμηλότερο επίπεδο
από την άνοιξη του 2020,
στο αποκορύφωμα της
πανδημίας.
Τα επίπεδα
εμπιστοσύνης των
καταναλωτών και των
επιχειρήσεων βρίσκονται
σχεδόν σε χαμηλά επίπεδα
ρεκόρ σε πολλές χώρες,
καθώς ο υψηλός
πληθωρισμός και η αύξηση
του κόστους δανεισμού
μετά τον γύρο των
μεγάλων αυξήσεων των
επιτοκίων έπληξαν τις
δαπάνες των νοικοκυριών
και των επιχειρήσεων.
Οι οικονομολόγοι
αναθεωρούν προς τα κάτω
τις προβλέψεις τους για
την ανάπτυξη για το 2023
για τις πιο πλούσιες
χώρες και αναμένουν
μείωση της παραγωγής στη
Γερμανία, την Ιταλία και
το Ηνωμένο Βασίλειο.
Οι προσδοκίες της
αγοράς για το επόμενο
καλοκαίρι έχουν επίσης
αλλάξει. Με βάση τα
παράγωγα προϊόντα, όπως
τα swaps επιτοκίων, οι
προσδοκίες για το
επιτόκιο καταθέσεων της
ΕΚΤ το επόμενο καλοκαίρι
είχαν εκτοξευθεί στο 3%
τον Σεπτέμβριο, από
λιγότερο από 1% στις
αρχές Αυγούστου, αλλά
δεν έχουν αυξηθεί από
τότε.
Στο Ηνωμένο Βασίλειο,
τα υψηλότερα επιτόκια
τιμολογήθηκαν μετά την
ανακοίνωση επιθετικών
φορολογικών περικοπών
στον «μίνι»
προϋπολογισμό του
Σεπτεμβρίου. Αλλά με
αυτές να ακυρώνονται ως
μέρος των πιο
μετριοπαθών
δημοσιονομικών σχεδίων
της νέας κυβέρνησης, οι
προσδοκίες για το
επόμενο καλοκαίρι έχουν
επανέλθει σε μεγάλο
βαθμό στα επίπεδα του
4,6% που ήταν στα μέσα
Σεπτεμβρίου.
Η Susannah Streeter,
ανώτερη αναλύτρια στην
εταιρεία διαχείρισης
κεφαλαίων Hargreaves
Lansdown, είπε ότι είναι
«λογικό» να αναμένουμε
μικρότερες αυξήσεις στο
Ηνωμένο Βασίλειο, «ειδικά
με μια πρόβλεψη ύφεσης
που θα μπορούσε να
διαρκέσει δύο χρόνια και
να επιφέρει
αποπληθωριστικές πιέσεις».
Στις ΗΠΑ, οι
προσδοκίες της αγοράς
για το επόμενο καλοκαίρι
συνεχίζουν να αυξάνονται
αφού ο Jay Powell, ο
πρόεδρος της Fed,
προειδοποίησε ότι τα
επιτόκια θα κορυφωθούν
σε υψηλότερο επίπεδο από
το αναμενόμενο.
Ωστόσο, ακόμη και η
Fed ενδέχεται να
προσαρμόσει την πολιτική
της καθώς οι πρόσφατες
αυξήσεις των επιτοκίων
αρχίζουν να μειώνουν την
οικονομική δραστηριότητα.
«Οι πιο επιθετικές
κινήσεις φαίνεται να
πλησιάζουν στο τέλος
τους, με μια πιο ήπια
στρατηγική να αναμένεται
τους επόμενους μήνες»,
είπε η Streeter.
Πηγή: Financial
Times – πρώτη μετάφραση
Οικονομικός Ταχυδρόμος