|
Όπως
ανέφερε στους
Financial Times
η Μαρία Δεμερτζή,
επικεφαλής του
οικονομικού think tank
Conference Board
στις Βρυξέλλες, οι
δασμοί ύψους 50% θα
είχαν «μη βιώσιμο»
αντίκτυπο, ειδικά σε
τομείς που βασίζονται
στην αγορά των ΗΠΑ.
Σύμφωνα με οικονομικό
μοντέλο που
χρησιμοποιήθηκε μετά την
ανακοίνωση δασμών 20%
τον περασμένο Απρίλιο, η
επίδραση στο ΑΕΠ της ΕΕ
θα ανερχόταν στο 0,2%.
Αν οι δασμοί φτάσουν στο
50%, το πλήγμα θα
μπορούσε να ανέλθει σε
0,5% του ΑΕΠ, με χώρες
όπως η Ιρλανδία να
δέχονται τις μεγαλύτερες
πιέσεις, λόγω της υψηλής
εξαγωγικής τους
εξάρτησης.
Φαρμακευτικά προϊόντα
Το 2024,
τα φάρμακα αποτέλεσαν το
κορυφαίο εξαγωγικό
προϊόν της ΕΕ προς τις
ΗΠΑ, με αξία 80 δισ.
ευρώ, σύμφωνα με τη
Eurostat. Η Nathalie
Moll, γενική διευθύντρια
της Ευρωπαϊκής
Ομοσπονδίας
Φαρμακευτικών
Βιομηχανιών (EFPIA),
δήλωσε στους
FT ότι ο
κλάδος παρακολουθεί με
μεγάλη ανησυχία την
ενδεχόμενη κλιμάκωση των
εμπορικών εντάσεων.
Η ίδια
προειδοποίησε ότι η
επιβολή δασμών θα
μπορούσε να προκαλέσει
ελλείψεις φαρμάκων και
κάλεσε τις δύο πλευρές
να αποφύγουν αυτό το
ενδεχόμενο «με κάθε
κόστος», σημειώνοντας
ότι τέτοιοι δασμοί θα
ήταν καταστροφικοί για
ασθενείς και τη
φαρμακοβιομηχανία και
στις δύο πλευρές του
Ατλαντικού.
Αν και
προς το παρόν τα
φαρμακευτικά προϊόντα
εξαιρούνται από τα
αμοιβαία μέτρα που
ανακοινώθηκαν τον
Απρίλιο, ο Τραμπ έχει
δώσει εντολή για
διερεύνηση της εξάρτησης
από ξένη παραγωγή για
λόγους εθνικής
ασφάλειας, η οποία
ενδέχεται να οδηγήσει σε
νέους δασμούς.
Ευρωπαϊκές
φαρμακοβιομηχανίες, όπως
η δανέζικη Novo Nordisk
(παραγωγός του Ozempic)
και η γαλλική Sanofi,
διατηρούν σημαντική
παραγωγική δραστηριότητα
εντός της ΕΕ. Ωστόσο,
και οι αμερικανικές
φαρμακευτικές διαθέτουν
μονάδες στην ΕΕ, ειδικά
στην Ιρλανδία, λόγω
φορολογικών κινήτρων. Ο
Τραμπ έχει δηλώσει πως
«η Ιρλανδία κρατά στα
χέρια της τη
φαρμακευτική βιομηχανία
των ΗΠΑ», τονίζοντας ότι
«δεν παράγουμε πλέον τα
δικά μας φάρμακα».
Αεροδιαστημική
βιομηχανία
Όταν ο
Τραμπ είχε επιβάλει
δασμούς 10% σχεδόν
παγκοσμίως, στελέχη του
κλάδου είχαν ήδη
προειδοποιήσει για
αύξηση του κόστους
λειτουργίας. Έκτοτε, η
αεροδιαστημική
βιομηχανία ασκεί πίεση
για επιστροφή στην προ
της δεκαετίας του '80
εμπορική ισορροπία,
χωρίς δασμούς.
Η Boeing
και η Airbus βασίζονται
σε διεθνείς προμηθευτές
για εξαρτήματα των
αεροσκαφών τους. Η
Boeing, συγκεκριμένα,
εισάγει κρίσιμα
εξαρτήματα από την
Ιταλία και την Ιαπωνία,
γεγονός που την καθιστά
ευάλωτη σε εμπορικά
μέτρα.
Η
Ryanair, μεγάλος πελάτης
της Boeing, είχε ήδη
προειδοποιήσει ότι θα
καθυστερήσει τις
παραλαβές νέων
αεροσκαφών σε περίπτωση
αύξησης του κόστους λόγω
δασμών. Ο διευθύνων
σύμβουλος της Ryanair,
Michael O’Leary, ανέφερε
πρόσφατα ότι υπάρχει σε
εξέλιξη «συζήτηση» με
την Boeing για το ποιος
θα αναλάβει το επιπλέον
κόστος. Από την πλευρά
του, ο CEO της Airbus,
Guillaume Faury, δήλωσε
πως «κανείς δεν θέλει να
πληρώσει δασμούς».
Αυτοκινητοβιομηχανία
Στελέχη
του κλάδου εξαπέλυσαν
σφοδρή κριτική στην
αποτυχία της ΕΕ να
επιτύχει συμφωνία με τις
ΗΠΑ για τους δασμούς 25%
που ισχύουν σήμερα στα
αυτοκίνητα και τα
ανταλλακτικά.
Ο Lynn
Calder, CEO της Ineos
Automotive, δήλωσε ότι η
στάση της ΕΕ την καθιστά
ακόμη λιγότερο συμπαθή
και από την Κίνα,
σημειώνοντας ότι η
απραξία της Ευρώπης έχει
αποτύχει ως στρατηγική.
Αντιθέτως, άλλες
περιοχές του κόσμου
ενεργοποιούνται και
προσεγγίζουν τις ΗΠΑ. Η
βιομηχανία ελπίζει σε
συμφωνία, όπως αυτή που
επετεύχθη μεταξύ ΗΠΑ και
Ηνωμένου Βασιλείου για
μείωση δασμών στο 10%.
Η ΕΕ
διατηρεί δασμούς 10% για
τα αμερικανικά οχήματα,
ενώ οι ΗΠΑ επιβάλλουν
μόλις 2,5% σε αντίστοιχα
ευρωπαϊκά. Ο Håkan
Samuelsson, CEO της
Volvo Cars, δήλωσε ότι
δεν πιστεύει πως η
Ουάσινγκτον επιθυμεί να
διακόψει τις εμπορικές
σχέσεις με την Ευρώπη,
προσθέτοντας πως η ΕΕ
οφείλει να εξισώσει τους
δασμούς.
Ο Oliver
Zipse, CEO της BMW, έχει
εκφράσει την εκτίμηση
ότι οι δασμοί στις
εισαγωγές αυτοκινήτων
εκτός ΗΠΑ πιθανώς θα
μειωθούν από τον Ιούλιο.
Ωστόσο, δασμοί άνω του
25% θα καθιστούσαν τις
εξαγωγές οχημάτων μη
βιώσιμες για πολλές
ευρωπαϊκές εταιρείες –
ειδικά για κατασκευαστές
όπως οι Audi και
Porsche, που δεν
διαθέτουν παραγωγική
παρουσία στις ΗΠΑ, αλλά
και για εταιρείες όπως η
Volvo και η
Mercedes-Benz που
εξάγουν απευθείας από
την Ευρώπη.
Τρόφιμα
και ποτά
Οι
εξαγωγές τροφίμων και
ποτών της ΕΕ προς τις
ΗΠΑ, αν και
περιορισμένες (25 δισ.
ευρώ), έχουν υψηλή
πολιτική σημασία και
είναι πιθανό να βρεθούν
στο επίκεντρο των
αντιποίνων και από τις
δύο πλευρές του
Ατλαντικού.
Το
διμερές εμπόριο
αγροδιατροφικών
προϊόντων ανέρχεται σε
περίπου 40 δισ. ευρώ.
Ενώ προϊόντα όπως οι
αμερικανικοί ξηροί
καρποί, φρούτα και
λαχανικά βρίσκονται στον
κατάλογο πιθανών
αντίμετρων της ΕΕ,
ευρωπαϊκά προϊόντα όπως
η γαλλική σαμπάνια και
το ιταλικό Parmigiano
βρίσκονται ήδη στο
στόχαστρο αμερικανικών
απειλών.
Ο Dirk
Jacobs, γενικός
διευθυντής της ένωσης
FoodDrinkEurope,
κάλεσε σε αποκλιμάκωση,
προειδοποιώντας για τον
κίνδυνο οι επιχειρήσεις
του κλάδου να βρεθούν
παγιδευμένες σε έναν
γενικευμένο εμπορικό
πόλεμο.
|