| Ειδήσεις | Ο Κυνηγός | Λεωφόρος Αθηνών | "Κουλου - Βάχατα" | +/- | "Μας ακούνε" | Fundamentalist | Marx - Soros | Start Trading |

 

 

Τρίτη, 00:01 - 27/09/2022

 
Περίληψη: 
 
Με τον Πούτιν να καταστέλλει την διαφωνία και να οδηγεί την Ρωσία σε έναν όλο και πιο ζοφερό αυταρχισμό, η ιστορία της Σοβιετικής Ένωσης προσφέρει μια πιο κατάλληλη σύγκριση με το παρόν - και καλύτερες ενδείξεις για το τι ίσως θα έκανε ένα πραξικόπημα να επιτύχει ή να αποτύχει σήμερα.
 

 
------------
 
Ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν έχει χάσει την επαφή με την πραγματικότητα. Έχει κηρύξει μερική επιστράτευση για να αντιστρέψει τις ήττες του στην Ουκρανία και, σηματοδοτώντας την απελπισία του, έχει κλιμακώσει τους πυρηνικούς λεονταρισμούς της Ρωσίας. Κάθε μέρα που ο πόλεμος σέρνεται, η χώρα του γίνεται όλο και πιο απομονωμένη από τον υπόλοιπο κόσμο. Όλο και περισσότερο, η Ρωσία εξαρτάται από την Κίνα για να μην αφήσει την οικονομία της να καταρρεύσει υπό το βάρος των κυρώσεων, ακόμη και όταν οι Κινέζοι ηγέτες εκφράζουν αμφιβολίες για την εισβολή. Η αποτυχία της Ρωσίας να καταλάβει το Κίεβο, και οι πρόσφατες ανατροπές στην περιοχή του Χάρκοβο στην ανατολική Ουκρανία, έχουν οδηγήσει ακόμη και τους φιλικούς προς τον Πούτιν σχολιαστές να αμφισβητούν τις αποφάσεις του. Σε αυτό το σκηνικό, είναι λογικό ότι πολλοί Ρώσοι αρχίζουν να αναρωτιούνται για πόσο ακόμη θα μπορέσει ο Πούτιν να παραμείνει στην εξουσία και να επιδιώξει τον βάρβαρο πόλεμο του. Οι ελάχιστοι δημοτικοί σύμβουλοι που αιτήθηκαν τολμηρά στον Πούτιν να παραιτηθεί εξέφρασαν δημόσια αυτό που πολλοί στην ρωσική πολιτική ελίτ σκέφτονται ιδιωτικά. Φαίνεται σίγουρο ότι κάποιος στις σκοτεινές αίθουσες του Κρεμλίνου θα αποφασίσει ότι [ο Πούτιν] πρέπει να φύγει.
 

Ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν, παρακολουθεί μια στρατιωτική παρέλαση στην Μόσχα, τον Μάιο του 2022. Mikhail Metzel / Sputnik via Reuters
 
----------------------------------------------
 
Αλλά ακόμα κι αν οι βουλευτές του Πούτιν συμπεράνουν ότι θέλουν να φύγει [1] ο Πούτιν, η απομάκρυνσή του από την εξουσία θα είναι δύσκολη. Η Μόσχα δεν έχει βιώσει απόπειρες πραξικοπήματος, επιτυχημένες ή ανεπιτυχείς, από τότε που έπεσε η Σοβιετική Ένωση. Δεν έχουν υπάρξει καν σοβαρές συνωμοσίες — γνωστές τουλάχιστον στο κοινό. Η αντιπαράθεση του πρώην Ρώσου προέδρου, Μπόρις Γέλτσιν, με το Ανώτατο Σοβιέτ το 1993 -η οποία έληξε μόνο αφότου ρωσικά τανκς πυροβόλησαν το κτίριο του κοινοβουλίου- είναι ό,τι κοντινότερο έχει βιώσει η χώρα σε πραξικόπημα. Και ακόμη και αυτό δεν πληροί τις προϋποθέσεις, καθώς ήταν μια πολύ δημόσια αντιπαράθεση μεταξύ ενός εκτελεστικού και ενός νομοθετικού σώματος.
 
Η Ρωσία του Γέλτσιν, ωστόσο, ήταν σχετικά ανοιχτή και δημοκρατική, επιτρέποντας έναν βαθμό νομιμοποιημένης αμφισβήτησης. Με τον Πούτιν να καταστέλλει την διαφωνία [2] και να οδηγεί την Ρωσία σε έναν όλο και πιο ζοφερό αυταρχισμό, η ιστορία της Σοβιετικής Ένωσης προσφέρει μια πιο κατάλληλη σύγκριση με το παρόν - και καλύτερες ενδείξεις για το τι ίσως θα έκανε ένα πραξικόπημα να επιτύχει ή να αποτύχει σήμερα. Το ιστορικό εδώ δεν είναι ακόμη τρομερά ενθαρρυντικό, αλλά είναι πιο ανάμικτο. Κορυφαίοι αξιωματούχοι οργανώθηκαν με επιτυχία για να ανατρέψουν τον Νικίτα Χρουστσόφ. Άλλοι κατέλαβαν την εξουσία κατά την διάρκεια των σπάνιων στιγμών που η χώρα δεν είχε σαφή αρχηγό κράτους. Κατά κανόνα αυτοί οι αξιωματούχοι δεν επέδειξαν καθοδηγητική ιδεολογία ή πολιτικές αρχές, απλώς ωμή φιλοδοξία. Η επιτυχία εξαρτάτο σε μεγάλο βαθμό από την χρονική συγκυρία και την δύναμη: να κινηθούν γρήγορα και επιθετικά όταν ο εν ενεργεία ηγέτης επιδείκνυε αδυναμία.
 
Στην περίπτωση του Πούτιν [3] δεν υπάρχει έλλειμμα πιθανών σφετεριστών. Η παρέα κολάκων του προέδρου, οι διαχειριστές κρίσεων και οι επίδοξοι διάδοχοι αποτελούν μια ενδιαφέρουσα ομάδα. Επιλέχθηκαν για την αδιαμφισβήτητη πίστη τους στον Πούτιν, αλλά η πίστη είναι μια σχετική έννοια σε ένα εξαιρετικά δόλιο περιβάλλον. Κανείς από αυτούς δεν μπορεί να εμπιστευτεί πλήρως τον Πούτιν. Κανείς από αυτούς δεν έχει την πολυτέλεια να εμπιστεύεται τον άλλον. Και εάν βρεθούν στην εξουσία μέσω πραξικοπήματος, πιθανώς θα θελήσουν να βάλουν σημαντική απόσταση μεταξύ αυτών και του προκατόχου τους, συμπεριλαμβανομένων —και ίσως ιδιαίτερα— των αποτυχιών του στην Ουκρανία [4]. Ακόμα κι αν έρθουν στην εξουσία αφότου πεθάνει ο Πούτιν, ίσως χαράξουν μια νέα πορεία που θα οδηγεί μακριά από τον ιμπεριαλισμό.
 
ΣΥΝΤΡΟΦΟΙ ΚΑΙ ΑΝΤΙΠΑΛΟΙ
 
Στην Σοβιετική Ένωση, τα πραξικοπήματα ήταν σπάνια. Αναλογιστείτε, για παράδειγμα, την θητεία του Ιωσήφ Στάλιν, ενός βάναυσου δικτάτορα ο οποίος εξαπέλυσε δεκαετίες αιματηρής καταστολής που «τύλιξε» ακόμη και κορυφαίους κομμουνιστές αξιωματούχους. Από τα 139 μέλη και υποψήφια μέλη της Κεντρικής Επιτροπής (Central Committee) της Σοβιετικής Ένωσης που εξελέγησαν στο Συνέδριο του Κόμματος (Party Congress) το 1934, 98 συνελήφθησαν αργότερα και εκτελέστηκαν κατόπιν εντολής του Στάλιν. Ο εκδικητικός και παρανοϊκός αυταρχικός έβαλε στο στόχαστρο τους στενότερους συντρόφους του, ταπεινώνοντας τους ή φέρνοντάς τους αντιμέτωπους μεταξύ τους. Ο Χρουστσόφ, ο τελικός διάδοχός του, θυμόταν με αποστροφή ότι πίστευε πως ήταν κοντά η ημέρα που ο Στάλιν «θα κατέβαζε το παντελόνι του και θα ανακουφιζόταν μπροστά μας και μετά θα έλεγε ότι αυτό ήταν προς το συμφέρον της πατρίδας». Αν είχε συμβεί ένα τέτοιο αίσχος, κανένας δεν θα αντιδρούσε.
 
Εκ των υστέρων, φαίνεται σχεδόν αδιανόητο ότι η σοβιετική κομματική ελίτ ανέχτηκε τον αιμοδιψή τύραννο. Κι όμως το έκαναν. Αυτό ίσως οφειλόταν εν μέρει στην αναγνώριση των επιτευγμάτων του Στάλιν ως βετεράνου επαναστάτη και πολεμικού ηγέτη. Αλλά οφειλόταν σίγουρα και στον φόβο για τις δικές τους ζωές. Η διατήρησή του στην εξουσία ήταν επικίνδυνη, αλλά η συνωμοσία για ένα πραξικόπημα ήταν ακόμη πιο επικίνδυνη. Η αποτυχία θα σήμαινε βέβαιο θάνατο.
 
Όταν πέθανε ο Στάλιν, ακολούθησε μια μάχη εξουσίας και δεν ήταν καλή για τους στενότερους συνεργούς του. Το πρώτο θύμα ήταν το πρωτοπαλίκαρο του Στάλιν και υπουργός Εσωτερικών, Λαβρέντι Μπέρια, τον οποίο φοβούνταν και απεχθάνονταν οι συνάδελφοί του. Είχε ήδη τον έλεγχο των υπηρεσιών ασφαλείας με τις σημαντικές ικανότητες τους για παρακολούθηση και αστυνόμευση - και την φήμη τους για απόλυτη βαναυσότητα. Είχε συσσωρεύσει δυσφημιστικά στοιχεία (kompromat) για τους άλλους ανώτερους ηγέτες. Αυτό που δεν είχε ήταν η εξουσία στο κόμμα και στην χώρα, που επέτρεψε σε άλλους να κινηθούν εναντίον του, υπό την προϋπόθεση ότι θα το έκαναν γρήγορα.
 
Η εκδίωξη του Μπέρια ήταν τόσο χαοτική και τόσο μυστικοπαθής που ακόμη και σήμερα, με τα περισσότερα σχετικά αρχεία να είναι αποχαρακτηρισμένα, είναι αδύνατο να πούμε τι ακριβώς συνέβη. Αλλά σύμφωνα με τις περισσότερες αναφορές, ο Χρουστσόφ και ο πρωθυπουργός Γκεόργκι Μαλένκοφ έπαιξαν βασικούς ρόλους. Οι δυο τους πρώτα ρώτησαν σιωπηρά τα άλλα μέλη του Προεδρείου (presidium) -του ανώτατου οργάνου χάραξης πολιτικής- πώς θα αντιδρούσαν σε μια κίνηση εναντίον του Μπέρια. Στην συνέχεια, μετέφεραν κρυφά στο Κρεμλίνο πολλούς ανώτερους στρατιωτικούς, συμπεριλαμβανομένου του στρατάρχη Γκεόργκι Ζούκοφ. Κατά την διάρκεια μιας συζήτησης στο Προεδρείο, ο Χρουστσόφ έφερε στην κουβέντα τα σφάλματα του Μπέρια, ενώ ο Μαλένκοφ πάτησε ένα μυστικό κουμπί που ζητούσε από τον στρατό να επέμβει και να συλλάβει τον έκπληκτο Μπέρια. Αργότερα δικάστηκε σε μια παρωδία δίκης, όπου δεν του επετράπη να υπερασπιστεί τον εαυτό του (πιθανότατα από τον φόβο ότι ίσως θα ενέπλεκε και άλλους ανώτερους ηγέτες στα απεχθή εγκλήματα της εποχής του Στάλιν). Κρίθηκε ένοχος και εκτελέστηκε.
 
Στα μετέπειτα χρόνια, ο Χρουστσόφ παραγκώνισε σε μεγάλο βαθμό τον Μαλένκοφ. Κανείς δεν θα περίμενε ένα τέτοιο αποτέλεσμα μετά τον θάνατο του Στάλιν: τα διαπιστευτήρια και η πολιτική θέση του Χρουστσόφ ήταν πολύ κατώτερη από αυτή του Μαλένκοφ. Όμως ο Χρουστσόφ μπορούσε και ενήργησε αποφασιστικά, έστω και άξεστα, γεγονός που παραλίγο να προκαλέσει την πτώση του. Σε μια συνάντηση τον Ιούνιο του 1957, μια ομάδα δυσαρεστημένων ισχυρών του Προεδρείου κατηγόρησε τον Χρουστσόφ για δικτατορικές τάσεις και επιχείρησε να τον εκδιώξει. Η ψηφοφορία στο Προεδρείο ήταν επτά κατά του Χρουστσόφ και τέσσερις υπέρ, και παραλίγο να χάσει την εξουσία. Αλλά κατάφερε να κερδίσει τον Ζούκοφ, τότε υπουργό Άμυνας, και τον πρόεδρο της KGB, Ivan Serov, στο πλευρό του, και αυτοί βοήθησαν στο να κινητοποιηθούν οι υποστηρικτές του στην Κεντρική Επιτροπή (Central Committee) —η οποία ψήφισε να απορρίψει το Προεδρείο. Αρκετούς μήνες αργότερα, ο Χρουστσόφ έδειξε την ευγνωμοσύνη του απομακρύνοντας τον Ζούκοφ από την εξουσία.
 
Ο Χρουστσόφ επέζησε στην κορυφή για άλλα επτά χρόνια πριν τελικά εκδιωχθεί σε ένα πραξικόπημα του παλατιού τον Οκτώβριο του 1964. Επικεφαλής της συνωμοσίας ήταν ο ίδιος ο προστατευόμενος του Χρουστσόφ, ο Λεονίντ Μπρέζνιεφ, ο οποίος εκμεταλλεύτηκε την όλο και μεγαλύτερη απογοήτευση στις τάξεις του κόμματος και της κυβέρνησης για τις ατελείωτες γραφειοκρατικές ανακατατάξεις, την συνήθεια του [Χρουστσόφ] να ταπεινώνει τους συναδέλφους του, την τάση του να ενστερνίζεται οικονομικές διορθώσεις – πανάκεια που δεν διόρθωναν τίποτα, και πάνω απ' όλα, τον ανυπόφορο κομπασμό του.
 
Ο Μπρέζνιεφ συνεργάστηκε στενά με τον Alexander Shelepin, τον άλλο προστατευόμενο του Χρουστσόφ και πρώην επικεφαλής της KGB [5], καθώς και με τον τότε αρχηγό της KGB, Vladimir Semichastny. Εκμεταλλεύτηκαν την απουσία του Χρουστσόφ. Ο σοβιετικός ηγέτης έκανε διακοπές στην Αμπχαζία όταν ανακλήθηκε επειγόντως στην Μόσχα, όπου οι συνάδελφοί του στο Προεδρείο του παρουσίασαν μια λίστα αιτιάσεων και τον κάλεσαν να παραιτηθεί. Αυτή την φορά, οι συνωμότες κράτησαν την υπόλοιπη ελίτ υπό έλεγχο. Η βιαστικά κληθείσα ολομέλεια του κόμματος επιβεβαίωσε ότι ο Χρουστσόφ επρόκειτο να αποσυρθεί «για λόγους υγείας». Ο Μπρέζνιεφ, που θεωρήθηκε αρχικά ως πρόσωπο συμβιβασμού, εδραίωσε σταδιακά την λαβή του στην εξουσία αφαιρώντας προσεκτικά από τους αντιπάλους -πρώτα και κύρια τον Shelepin- τα καθήκοντα τους.
 
ΤΥΦΛΗ ΦΙΛΟΔΟΞΙΑ
 
Ένα εντυπωσιακό χαρακτηριστικό αυτών των μαχών εξουσίας ήταν η απουσία πολιτικών διαφορών μεταξύ των συνωμοτών και των θυμάτων τους. Οι αντιλήψεις ότι ο Μπέρια αντιπροσώπευε μια ποιοτικά διαφορετική προσέγγιση στην εξωτερική πολιτική από ό,τι ο Χρουστσόφ ή ότι ο Χρουστσόφ και ο Μαλένκοφ είχαν βαθιές διαφωνίες σχετικά με την αποσταλινοποίηση έχουν πλέον σε μεγάλο βαθμό απαξιωθεί. Οι σύντροφοι του Χρουστσόφ ανέφεραν τις ατυχίες του κατά την διάρκεια της κουβανικής κρίσης των πυραύλων [6] και την διαμάχη του με την Κίνα μεταξύ των λόγων για την απομάκρυνσή του. Αλλά τελικά, οι σοβιετικές ελίτ θεώρησαν την εξωτερική πολιτική έναν εξειδικευμένο τομέα όπου μόνο ο ανώτατος ηγέτης είχε την απαραίτητη εμπειρία και κρίση για να λάβει αποφάσεις. [Η εξωτερική πολιτική] έπαιξε δευτερεύοντα ρόλο σε σχέση με τις εγχώριες ανησυχίες. Και βασικά, τα πραξικοπήματα του παλατιού αφορούσαν τις προσωπικές σχέσεις στους διαδρόμους της εξουσίας: τις τυφλές φιλοδοξίες και τα πισώπλατα μαχαιρώματα των αντιπάλων.
Αξιοσημείωτη ήταν επίσης η αποτυχία των στρατιωτικών ηγετών ή των υπηρεσιών ασφαλείας να κεφαλαιοποιήσουν την δολοπλοκία. Ο στρατός και οι υπηρεσίες ασφαλείας έπαιξαν ουσιαστικό ρόλο στο να βοηθήσουν τους ηγέτες να πάρουν την εξουσία, και όμως ούτε ο Ζούκοφ ούτε ο Shelepin ούτε ο Semichastnyi κατάφεραν να επωφεληθούν πολύ από τους καρπούς των κόπων τους. Μετά την εκδίωξη του Μπέρια, οι ανώτεροι ηγέτες του κόμματος κράτησαν τον στρατό και την KGB σε απόσταση ασφαλείας. Η Σοβιετική Ένωση δεν έγινε ποτέ στρατιωτική χούντα. Πράγματι, όταν ο στρατός και η KGB επιχείρησαν να ηγηθούν ενός πραξικοπήματος, όπως έκαναν το 1991 εναντίον του αείμνηστου Σοβιετικού προέδρου Μιχαήλ Γκορμπατσόφ [7], αποδείχθηκαν απίστευτα ανίκανοι και ηττήθηκαν πάραυτα.
 
Τέλος, δεν υπήρξε ποτέ ούτε ίχνος ξένης εμπλοκής σε οποιαδήποτε από αυτές τις μάχες εξουσίας. Ο Μπέρια κατηγορήθηκε από τους αντιπάλους του ότι ήταν κατάσκοπος της Δύσης, αλλά αυτός ήταν ένας εξωφρενικός ισχυρισμός. Το 1957, ο Χρουστσόφ εξέφρασε την ευγνωμοσύνη του στους Κινέζους για την υποστήριξη τους σε αυτόν (ο Κινέζος ιστορικός Shen Zhihua υποστηρίζει μάλιστα ότι η συμφωνία του, από την οποία αργότερα υπαναχώρησε, να δώσει στους Κινέζους μια πυρηνική βόμβα ήταν ένας τρόπος για να πει «ευχαριστώ»), αλλά η υποστήριξή τους ήρθε κατόπιν εορτής: το Πεκίνο δεν ενεπλάκη, και δεν μπορούσε να εμπλακεί, στις δολοπλοκίες του Κρεμλίνου. Το 1964, η Κίνα ήλπιζε αόριστα ότι ο Χρουστσόφ θα εκδιωκόταν διότι επιδίωκε πολιτικές κατά του Πεκίνου, αλλά δεν έπαιξε κανένα ρόλο στην πτώση του και ο Μπρέζνιεφ διατήρησε την πορεία του.
 
Οι Αμερικανοί και οι Κινέζοι βρέθηκαν να υποστηρίζουν αντίθετες πλευρές στην απόπειρα πραξικοπήματος του 1991. Αλλά ακριβώς την στιγμή που ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Τζορτζ Μπους [ο πρεσβύτερος] [8] συμφιλιώθηκε σιωπηρά με το να συνεχίσει τον διάλογό του με την χούντα (πριν αποτύχουν θεαματικά), το Πεκίνο υπαναχώρησε γρήγορα από την υποστήριξή του στον στρατό και, με τον καιρό, αγκάλιασε ρεαλιστικά τον ριζοσπάστη δημοκράτη Yeltsin.
 
ΑΝΤΑΓΩΝΙΖΟΜΕΝΟΙ ΓΙΑ ΝΑ ΛΑΒΟΥΝ ΘΕΣΗ
 
Το να ακολουθεί κάποιος τις διακυμάνσεις των εσωτερικών διαμαχών του Κρεμλίνου είναι ένα δύσκολο εγχείρημα. Οι πολιτικές συμμαχίες στην κορυφή τείνουν να μετατοπίζονται πολύ γρήγορα. Τα αποτελέσματα των μαχών εξουσίας εξαρτώνται από τις αντιλήψεις για την επιτυχία και οι περισσότεροι παίκτες προτιμούν να παραμένουν αμέτοχοι στο περιθώριο. Κάποιες φορές, οι μηχανορραφίες δεν οδηγούν σε τίποτα. Παρ’ όλες τις αποτυχίες και τις καταχρήσεις, ένας ηγέτης μπορεί κάλλιστα να ζήσει ολόκληρη την ζωή του στην εξουσία και να πεθάνει από φυσικά αίτια.
 
Δεν υπάρχει σχεδόν καμία αμφιβολία ότι ο Πούτιν [9] προτιμά αυτό το τελευταίο σενάριο. Μολονότι κάποιοι παρατηρητές είκασαν ότι οι συνταγματικές τροποποιήσεις που επέβαλε τον Μάρτιο του 2020, οι οποίες κατέστησαν πολύ δύσκολη την αφαίρεση της ασυλίας των πρώην προέδρων, ήταν σχεδιασμένες για να του επιτρέψουν να αποσυρθεί, αυτή η προοπτική φαίνεται πλέον αδιανόητη. Ο πρόεδρος του Καζακστάν, Νουρσουλτάν Ναζαρμπάγιεφ, βρέθηκε εμπλεκόμενος σε σκάνδαλα και στοχοποιήθηκε από μαζικές διαδηλώσεις αρκετά χρόνια αφότου παραιτήθηκε, τον Μάρτιο του 2019, το οποίο απέδειξε σε άλλους αυταρχικούς ότι ακόμη και οι ενορχηστρωμένες μεταβάσεις σπάνια λειτουργούν όπως είναι επιδιωκόμενο.
 
Ο Πούτιν έχει πιθανώς αποφασίσει να παραμείνει στα καθήκοντα του. Αλλά καθώς η ηγεμονία του της διαφθοράς και της ατιμίας πλησιάζει την 23η επέτειό της, και καθώς ο Πούτιν πλησιάζει τα 70, είναι σχεδόν βέβαιο ότι οι επίδοξοι αντικαταστάτες του κοιτούν προσεκτικά ο ένας τον άλλον και σκέφτονται σοβαρά τα δυνητικά σενάρια διαδοχής [10]. Ο υπουργός Άμυνας Σεργκέι Σοϊγκού, ένας απαράτσικ με διακεκριμένα διαπιστευτήρια, αλλά πλέον με ένα απελπιστικά κηλιδωμένο στρατιωτικό ιστορικό, είναι ένας απίθανος υποψήφιος, αν και η υποστήριξή του θα είναι απαραίτητη για κάθε σχέδιο αρπαγής της εξουσίας. Ο επικεφαλής του Συμβουλίου Ασφαλείας (Security Council), Νικολάι Πατρούσεφ, ονοματίζεται κάποιες φορές μεταξύ των διαδόχων του Πούτιν, αλλά αυτό φαίνεται απίθανο, αν μη τι άλλο διότι είναι ακόμη πιο ηλικιωμένος από τον Πούτιν.
 
Ο πρώην πρόεδρος, Ντμίτρι Μεντβέντεφ, έχει καταφύγει στην ρητορική περί γενοκτονίας για να παραμείνει επίκαιρος, αλλά κανείς δεν τον παίρνει στα σοβαρά. Ο δόλιος πρόεδρος της Κρατικής Δούμας (State Duma), Vyacheslav Volodin, σαφώς έχει πιθανότητες και ελέγχει το νομοθετικό σώμα που εγκρίνει ασυζητητί και είναι κρίσιμο για οποιαδήποτε εκ των υστέρων νομιμοποίηση του νέου ηγέτη. Στην συνέχεια, υπάρχει ο Ρώσος πρωθυπουργός, Μιχαήλ Μισούστιν, ο ικανός τεχνοκράτης και ένα αουτσάιντερ που καλπάζει σε έδαφος όπου τα αουτσάιντερ έχουν σημειώσει ιστορικά μεγάλες νίκες. Ο πρώην πρωθυπουργός Sergei Kirienko, ένας πρώην φιλελεύθερος που μετανόησε, στον οποίο ο Πούτιν [11] έχει εμπιστευθεί την επίβλεψη του κατεχόμενου ουκρανικού εδάφους, είναι και αυτός υποψήφιος. Ο Victor Zolotov, ο πρώην σωματοφύλακας του Πούτιν και ο νυν επικεφαλής της Εθνικής Φρουράς (National Guard), μπορεί κάλλιστα να ελπίζει ότι θα διαδεχθεί το αφεντικό του. Το ίδιο θα μπορούσε ο Alexander Kurenkov, ένας άλλος πρώην σωματοφύλακας του Πούτιν και νυν υπουργός Καταστάσεων Έκτακτης Ανάγκης. Τέλος, υπάρχουν και τα αουτσάιντερ: ο ακούραστος Τσετσένος μαφιόζος Ραμζάν Καντίροφ και ο Yevgeny Prigozin, έμπιστος του Πούτιν και Ρώσος ολιγάρχης που ελέγχει την παραστρατιωτική ομάδα Βάγκνερ.
 
Όλοι αυτοί οι υποψήφιοι εμπλέκονται στις πολλές βίαιες ενέργειες του Πούτιν, συμπεριλαμβανομένης της εισβολής του στην Ουκρανία [12]. Και επιφανειακά, φαίνεται ότι η άνοδος εκάστου θα άλλαζε ελάχιστα στην εξωτερική ατζέντα της Ρωσίας. Αλλά τα παιχνίδια εξουσίας του Κρεμλίνου σπάνια περιλαμβάνουν ζητήματα αρχών και οι διάδοχοι μπορεί κάλλιστα να απομακρυνθούν από την συμπεριφορά των προκατόχων τους όταν αυτό είναι βολικό. Αυτό σημαίνει ότι ο τελικός αντικαταστάτης του Πούτιν δεν χρειάζεται να είναι αφοσιωμένος στην νεο-ιμπεριαλιστική του ατζέντα. Πράγματι, εάν ο Πούτιν εκδιωκόταν, οι διάδοχοί του πιθανώς θα κατηγορούσαν την Ουκρανία για τις αποφάσεις του και θα προσπαθούσαν να κάνουν ένα νέο ξεκίνημα.
 
Οι αναλυτές, φυσικά, δεν γνωρίζουν εάν οι απώλειες στην Ουκρανία θα κλονίσουν την λαβή του Πούτιν στην εξουσία. Και ο διάδοχός του ίσως τελικά να συνεχίσει τον πόλεμο για να εξευμενίσει τους υπερεθνικιστές της Ρωσίας ή απλώς λόγω της αδράνειας. Αλλά αν ο Πούτιν όντως φύγει, ο κόσμος θα πρέπει να χρησιμοποιήσει την αποχώρησή του ως ευκαιρία για να συνεχίσει τις διαπραγματεύσεις για την αποχώρηση της Ρωσίας από την Ουκρανία. Μια Ρωσία μετά τον Πούτιν μπορεί ακόμη να είναι αυταρχική, αλλά δεν είναι υποχρεωμένη να συνεχίσει τις απερίσκεπτες περιπέτειές του στο εξωτερικό.
 
Ο SERGEY RADCHENKO είναι διακεκριμένος καθηγητής στην έδρα «Wilson E. Schmidt» στο Johns Hopkins School of Advanced International Studies (SAIS) και μέλος του Kissinger Center της σχολής. Έχει ως βάση το SAIS Europe στην Μπολόνια της Ιταλίας.
 
Foreign Affairs
 
https://foreignaffairs.gr/articles/73831/sergey-radchenko/praksikopimata-sto-kremlino?page=show
 
https://www.foreignaffairs.com/russian-federation/coups-kremlin
 

Greek Finance Forum Team

 

 

Σχόλια Αναγνωστών

 

 
 

 

 

 

 

 

 

 

 
   

   

Αποποίηση Ευθύνης.... 

© 2016-2022 Greek Finance Forum