|
Η Αθήνα
υποχωρεί τέσσερις θέσεις
στην κατάταξη των
ευρωπαϊκών πόλεων,
φτάνοντας στην 26η θέση
επί συνόλου 32 πόλεων,
ενώ πέρσι βρισκόταν στην
22η θέση. Η θέση της
παραμένει ικανοποιητική
δεδομένου του
περιορισμένου μεγέθους
της αγοράς, που δεν
προσελκύει επενδυτικά
χαρτοφυλάκια μεγάλου
μεγέθους.
Οι
επενδυτές εκφράζουν
επίσης ανησυχίες για
φυσικούς κινδύνους, όπως
καύσωνες και σεισμούς,
επισημαίνοντας ότι η
κλιματική αλλαγή
επηρεάζει τις
επενδυτικές αποφάσεις.
Πρόβλημα αποτελεί και η
κατάσταση στην αγορά
ενοικιάσεων της Αττικής,
όπου πάνω από το 25% του
διαθέσιμου οικιστικού
αποθέματος δεν είναι
προς μίσθωση, λόγω
κενών, κλειστών ή
κατασχεμένων ακινήτων.
Επιπλέον, η δυσκολία
εύρεσης κατάλληλων
οικοπέδων για νέες
κατασκευές ή
ανακατασκευή υφιστάμενων
κτιρίων περιορίζει τις
επενδυτικές δυνατότητες.
Η πολυιδιοκτησία, ειδικά
σε έργα αναβάθμισης ή
αλλαγής χρήσης ολόκληρων
κτιρίων, περιορίζει την
ανάπτυξη μίας από τις
δημοφιλέστερες διεθνείς
κατηγορίες επενδύσεων.
Παράλληλα, οι επενδυτές
αναμένεται να στρέψουν
την προσοχή τους σε
κατηγορίες ακινήτων με
αυξανόμενη ζήτηση το
2026, οι οποίες ήδη
αναπτύσσονται στην
ελληνική αγορά. Τα
data
centers,
οι φοιτητικές κατοικίες,
τα εξυπηρετούμενα
διαμερίσματα, τα κτίρια
υγείας και περίθαλψης,
οι αποθηκευτικές
εγκαταστάσεις και η
προσιτή στέγη αποτελούν
τις δημοφιλέστερες
επιλογές. Αν και σε
απόλυτο μέγεθος οι
επενδύσεις σε αυτές τις
κατηγορίες παραμένουν
μικρότερες, το μερίδιό
τους αυξάνεται διαρκώς
σε σχέση με τις
παραδοσιακές κατηγορίες,
όπως τα κτίρια γραφείων,
τα ξενοδοχεία, τα
logistics
και τα εμπορικά
καταστήματα.
|