|
Η
ανάλυση εξηγεί ότι η
χρηματοπιστωτική κρίση
της περιόδου 2009-2015
έπληξε την αποπληρωτική
ικανότητα των
δανειοληπτών λόγω
συρρίκνωσης των
εισοδημάτων, αύξησης των
πτωχεύσεων και ανόδου
των επιτοκίων. Το 2015
τα ΜΕΔ έφτασαν στο 46,8%
των συνολικών δανείων
του τραπεζικού τομέα. Το
Σχέδιο Προστασίας
Περιουσιακών Στοιχείων
(HAPS – «Ηρακλής») του
2019 συνέβαλε στη μείωση
των ΜΕΔ στους
τραπεζικούς ισολογισμούς
μέσω τιτλοποιήσεων με
κρατικές εγγυήσεις.
Ωστόσο, τα δάνεια αυτά
εξακολουθούν να
επιβαρύνουν την
οικονομία καθώς
διαχειρίζονται πλέον από
ιδιωτικούς φορείς,
κυρίως ξένους επενδυτές.
Το
συνολικό ύψος των ΜΕΔ
στην οικονομία παραμένει
στα 78,1 δισ. ευρώ
(τρίτο τρίμηνο 2024), με
το κράτος να διατηρεί
έκθεση μέσω των
εγγυήσεων που παρείχε
για τις τιτλοποιήσεις –
ύψους 16,3 δισ. ευρώ. Αν
και τυχόν ενεργοποίηση
των εγγυήσεων
προβλέπεται να είναι
στοχευμένη και με
περιορισμένη επίδραση
στο δημόσιο χρέος, το
ρίσκο παραμένει.
Η
μεγαλύτερη μερίδα των
δανείων που
διαχειρίζονται οι
servicers αφορά
νοικοκυριά (54%), κυρίως
ενυπόθηκα και
καταναλωτικά δάνεια.
Πολλά από τα ακίνητα που
αποτελούν εγγυήσεις
παραμένουν «παγωμένα»
λόγω χρονοβόρων
διαδικασιών αναγκαστικής
εκτέλεσης, μειώνοντας
την προσφορά κατοικιών
στην αγορά και
συμβάλλοντας στην αύξηση
των τιμών.
Αντίστοιχα, σημαντικό
ποσοστό των ΜΕΔ αφορά
επιχειρήσεις, κυρίως από
τον τομέα του εμπορίου,
της μεταποίησης και των
κατασκευών (32,6%),
επιτείνοντας τις
επιπτώσεις στην
πραγματική οικονομία.
|