|
Η δήλωσή
του συμπίπτει με τη νέα
συμφωνία συνεργασίας
Γερμανίας–Γαλλίας για
την ενίσχυση της Ένωσης
Κεφαλαιαγορών (CMU), που
περιλαμβάνει τη μεταφορά
περισσότερων εποπτικών
αρμοδιοτήτων σε έναν
ενιαίο ευρωπαϊκό φορέα –
εξέλιξη που σηματοδοτεί
αλλαγή στάσης του
Βερολίνου μετά από
χρόνια δισταγμών.
Η Ευρώπη
υστερεί σε
ανταγωνιστικότητα έναντι
των ΗΠΑ και της Ασίας,
ιδίως σε τομείς υψηλής
τεχνολογίας και
καινοτομίας. Οι
ευρωπαϊκές εταιρείες
δυσκολεύονται να
αντλήσουν χρηματοδότηση
στην εγχώρια αγορά, με
αποτέλεσμα πολλές να
επιλέγουν την
αμερικανική
κεφαλαιαγορά, όπου οι
αποτιμήσεις και η
ρευστότητα είναι
σημαντικά υψηλότερες.
Ενδεικτικά, οι μετοχές
του S&P 500 αποτιμώνται
σε περίπου 23 φορές τα
προβλεπόμενα κέρδη,
έναντι 15 φορές του
Stoxx Europe 600.
Ένα
ενοποιημένο ευρωπαϊκό
χρηματιστήριο θα
μπορούσε να συγκρατήσει
αυτό το κύμα
«μετανάστευσης»
επιχειρήσεων προς τις
ΗΠΑ, προσφέροντας
μεγαλύτερη πρόσβαση σε
κεφάλαια και ενιαίο
πλαίσιο συναλλαγών.
Παράλληλα, θα μπορούσε
να αποτελέσει ισχυρό
ανταγωνιστή του
Χρηματιστηρίου του
Λονδίνου, το οποίο
παραμένει σήμερα ο
κυρίαρχος παίκτης στην
ευρωπαϊκή ήπειρο.
Αν και ο
Μερτς δεν παρουσίασε
συγκεκριμένο σχέδιο, η
ενοποίηση των μεγάλων
χρηματιστηρίων –όπως της
Deutsche Boerse στη
Φρανκφούρτη και της
Euronext που εδρεύει στο
Παρίσι– θεωρείται πιθανό
σενάριο. Ωστόσο, τέτοια
κίνηση θα απαιτούσε την
έγκριση των ρυθμιστικών
αρχών και των μετόχων,
ενώ το παρελθόν έχει
δείξει πως οι ευρωπαϊκές
αρχές είναι
επιφυλακτικές σε
συγχωνεύσεις που μπορεί
να οδηγήσουν σε
μονοπωλιακές δομές. Η
αποτυχημένη συγχώνευση
Deutsche Boerse–NYSE
Euronext το 2012
αποτελεί χαρακτηριστικό
παράδειγμα.
Η στάση
των ίδιων των
χρηματιστηρίων απέναντι
στην ιδέα διαφέρει. Ο
διευθύνων σύμβουλος της
Euronext, Στεφάν
Μπουζνά, δήλωσε έτοιμος
να συμβάλει στη «νέα
φάση ενοποίησης των
αγορών», υπενθυμίζοντας
παράλληλα την πρόθεση
εξαγοράς του
Χρηματιστηρίου Αθηνών.
Αντίθετα, η Deutsche
Boerse υπογραμμίζει πως
η Ευρώπη χρειάζεται
πρωτίστως βαθιές
διαρθρωτικές αλλαγές και
ενίσχυση της διαφάνειας,
αφού σήμερα μόλις το 30%
των συναλλαγών
πραγματοποιείται σε
επίσημα χρηματιστήρια,
με το υπόλοιπο να
κινείται σε dark pools.
Παράλληλα, το εγχείρημα
ενοποίησης σκοντάφτει σε
πρακτικά εμπόδια, όπως η
πολυπλοκότητα των
φορολογικών καθεστώτων
στα κράτη-μέλη και οι
διαφορετικοί κανόνες
εποπτείας. Ωστόσο, αν η
νέα χρηματιστηριακή
αγορά καταφέρει να
προσελκύσει μέρος των
τεράστιων αποταμιεύσεων
που λιμνάζουν σε
τραπεζικούς
λογαριασμούς, θα
μπορούσε να δώσει
σημαντική ώθηση στην
ευρωπαϊκή οικονομία.
Οι
υποστηρικτές της
πρωτοβουλίας
επισημαίνουν ότι η
Ευρώπη χρειάζεται
περίπου 800 δισ. ευρώ
επιπλέον κεφάλαια για να
χρηματοδοτήσει κρίσιμες
προτεραιότητες, όπως η
πράσινη μετάβαση, η
ψηφιοποίηση και η
ενίσχυση της άμυνας. Η
Λαγκάρντ έχει
επανειλημμένα καλέσει
τις ευρωπαϊκές
κυβερνήσεις να κινηθούν
ταχύτερα, τονίζοντας ότι
ο σημερινός
κατακερματισμός των 295
αγορών, 14 κεντρικών
αντισυμβαλλομένων και 32
αποθετηρίων τίτλων
«απορροφά τη ρευστότητα
και ωθεί τις
επιχειρήσεις εκτός
Ευρώπης».
Η
Ευρωπαϊκή Επιτροπή
ετοιμάζει νομοθετικό
πακέτο για τον
Δεκέμβριο, που θα
περιλαμβάνει
τροποποιήσεις σε
τουλάχιστον δέκα
χρηματοοικονομικούς
νόμους, με στόχο τη
δημιουργία μιας «Ένωσης
Αποταμιεύσεων και
Επενδύσεων». Εφόσον το
σχέδιο προχωρήσει, θα
μπορούσε να αποτελέσει
τη σημαντικότερη θεσμική
μεταρρύθμιση της ΕΕ στον
χρηματοπιστωτικό τομέα
από την εποχή της ΟΝΕ.
|