|
Τις
τελευταίες τρεις
δεκαετίες η Πολωνία
έδειξε πόσα μπορεί να
επιτύχει μια χώρα με την
ευρωπαϊκή ολοκλήρωση και
την ορθή οικονομική
πολιτική. Από το 1995 το
κατά κεφαλήν εισόδημα
έχει υπερτριπλασιαστεί.
Από την ένταξή της στην
Ε.Ε. το 2004, η χώρα δεν
έχει γνωρίσει ποτέ
ύφεση, εκτός από μια
σύντομη περίοδο στην
κορύφωση της πανδημίας.
Κατά τη διάρκεια αυτών
των δύο δεκαετιών ο
μέσος ετήσιος ρυθμός
ανάπτυξής της ήταν
σχεδόν 4%.
Οι
καρποί αυτής της
ανάπτυξης είναι εμφανείς
σε ολόκληρη τη χώρα. Η
Βαρσοβία, η πρωτεύουσα,
μπορεί να υπερηφανεύεται
για το ψηλότερο κτίριο
της Ευρώπης εκτός
Ρωσίας, τον πύργο Varso,
ενώ στη σκιά του σφύζει
από καταστήματα και
κομψές καφετέριες,
νεοσύστατες επιχειρήσεις
πληροφορικής και οίκους
μόδας. Στην άλλοτε
παραμελημένη ύπαιθρο,
ωραίοι δρόμοι, που συχνά
κατασκευάστηκαν με
χρήματα της Ε.Ε.,
διασχίζουν φροντισμένα
χωράφια, αγροκτήματα και
νέα σπίτια.
Οι
Πολωνοί συνήθιζαν να
φεύγουν στο εξωτερικό
για να βρουν δουλειά,
αλλά εδώ και μερικά
χρόνια η πατρίδα τους
αποτελεί ισχυρότερο πόλο
έλξης. Η μεταποίηση
ανθεί χάρη στη γειτνίαση
της Πολωνίας με τη
Γερμανία, και συνεχίζει
να ακμάζει ακόμα και τη
στιγμή που ο δυτικός της
γείτονας, όπως και το
μεγαλύτερο μέρος της
Ευρώπης, έχει βαλτώσει.
Όταν η Γερμανία, υπό τον
νέο καγκελάριό της,
Friedrich Merz,
ξεκινήσει τη νέα
προγραμματισμένη έκρηξη
δαπανών για υποδομές και
άμυνα, η Πολωνία είναι
πιθανό να είναι από τις
επωφελούμενες.
Η
Πολωνία, η οποία έχει
από καιρό προσαρμοστεί
στην απειλή της Ρωσίας,
χρησιμοποίησε τον πλούτο
της για να ενισχύσει την
ασφάλειά της. Σήμερα
διαθέτει τον μεγαλύτερο
στρατό στην Ευρώπη μετά
τη Ρωσία, την Ουκρανία
και την Τουρκία και τον
τρίτο μεγαλύτερο στο
ΝΑΤΟ. Δαπανά πολύ πάνω
από το 4% του ΑΕΠ της
κάθε χρόνο για την
άμυνα, πολύ περισσότερο
από το 2%, που είναι ο
στόχος του ΝΑΤΟ από το
2014, και σχεδιάζει να
το αυξήσει σε πάνω από
5% το επόμενο έτος.
Αυτό
μεταφράζεται σε επιρροή.
Στις μέρες μας η ομάδα
που μετράει στην
ευρωπαϊκή ασφάλεια
αποκαλείται μερικές
φορές «οι τέσσερις
σωματοφύλακες»: η νέα
προσθήκη στη Βρετανία,
τη Γαλλία και τη
Γερμανία είναι η
Πολωνία, όπως ο επιπλέον
ξιφομάχος Ντ’ Αρτανιάν.
Είναι χαρακτηριστικό ότι
ο πρωθυπουργός της, ο
Donald Tusk, ταξίδεψε
στο Κίεβο νωρίτερα αυτόν
τον μήνα με τους τρεις
ομολόγους του, για να
τονίσει ότι, τη στιγμή
που η δέσμευση της
Αμερικής υποχωρεί, η
Ευρώπη είναι έτοιμη να
σταθεί στο πλευρό της
Ουκρανίας. Η στάση της
Πολωνίας διαφέρει πολύ
από τις υπόλοιπες χώρες
των «τεσσάρων χωρών του
Βίζεγκραντ». Η Ουγγαρία
υπό τον Viktor Orban και
η Σλοβακία υπό τον
Robert Fico έχουν ταχθεί
στο πλευρό της Ρωσίας
και όχι της Ουκρανίας.
Ακόμα και η Τσεχική
Δημοκρατία αναμένεται να
γείρει προς αυτήν την
κατεύθυνση μετά τις
εκλογές του Οκτωβρίου.
Λαμβάνοντας υπόψη την
εξέλιξη της Πολωνίας, το
μεγαλύτερο μέρος της
οποίας επιτεύχθηκε κατά
τη διάρκεια των συνολικά
δέκα ετών κατά τα οποία
το PiS βρίσκεται στην
εξουσία, κάποιος θα
μπορούσε να πει ότι η
χώρα μπορεί κάλλιστα να
συνεχίσει την αναγέννησή
της με οποιονδήποτε από
τους δύο υποψηφίους στις
επαναληπτικές εκλογές
του Ιουνίου -ιδιαίτερα
δεδομένου ότι ο ρόλος
του προέδρου στην
Πολωνία είναι λιγότερο
ισχυρός από αυτόν του
πρωθυπουργού. Αυτό θα
ήταν λάθος.
Σύμφωνα
με το σύνταγμα, το βέτο
του προέδρου μπορεί να
παρακαμφθεί μόνο με
πλειοψηφία τριών πέμπτων
στο Sejm, την κάτω
βουλή, την οποία ο κ.
Tusk δεν διαθέτει. Ο
σημερινός πρόεδρος,
Andrzej Duda, του οποίου
η θητεία έχει λήξει,
είναι πρώην πολιτικός
του PiS, ο οποίος
μπλόκαρε ή καθυστέρησε
πολλές από τις
μεταρρυθμίσεις της νέας
κυβέρνησης. Το PiS θέλει
διάδοχό του τον Karol
Nawrocki, έναν σκληρό
ιδεολόγο που θα ήταν
λιγότερο διαλλακτικός
και από τον κ. Duda. Ο
κ. Nawrocki είναι σχεδόν
βέβαιο ότι θα
χρησιμοποιήσει τις
εξουσίες του για να
μπλοκάρει την ατζέντα
του κ. Tusk, ώστε στις
επόμενες βουλευτικές
εκλογές να ανοίξει τον
δρόμο για μια νίκη του
PiS. Για να κερδίσει την
προεδρία, θα εξαρτηθεί
από την υποστήριξη των
ακροδεξιών κομμάτων, που
εκμεταλλεύονται τα
αυξανόμενα αντιουκρανικά
αισθήματα. Ένα από αυτά
είναι ανοιχτά
αντισημιτικό.
Αυτό
έχει σημασία επειδή,
κατά την πιο πρόσφατη
θητεία του, από το 2015
έως το 2023, ο κ. Tusk
προσπάθησε να απαλλαγεί
από την κατάληψη του
κράτους από το PiS. Στο
διάστημα αυτό, ενώ
ακολουθούσε ως επί το
πλείστον λογικές
οικονομικές πολιτικές
και πολιτικές ασφάλειας,
το PiS κατέλαβε
συστηματικά ανεξάρτητους
θεσμούς,
συμπεριλαμβανομένων της
δικαιοσύνης, των μέσων
ενημέρωσης, της δημόσιας
διοίκησης, της κεντρικής
τράπεζας και του
τραπεζικού συστήματος.
Οι διαμάχες του PiS με
τις Βρυξέλλες σχετικά με
το κράτος δικαίου
οδήγησαν την Πολωνία στο
να αποκλειστεί προσωρινά
από ορισμένα από τα
προγράμματα βοήθειας της
Ε.Ε.
Αντίθετα, ο κ. Tusk
είναι ένας αφοσιωμένος
Ευρωπαίος και στο
παρελθόν διετέλεσε
πρόεδρος του Ευρωπαϊκού
Συμβουλίου στις
Βρυξέλλες. Υπό την
ηγεσία του η Πολωνία
συνεργάστηκε με άλλες
ευρωπαϊκές χώρες σε
θέματα ασφάλειας,
διπλωματίας και άμυνας
προς όφελος όλων. Εάν οι
Πολωνοί χρησιμοποιούσαν
τις προεδρικές εκλογές
για να ψηφίσουν τον
Rafal Trzaskowski, έναν
σύμμαχο του Tusk και
δήμαρχο της Βαρσοβίας, η
συνεργασία στην Ε.Ε. θα
ήταν ευκολότερη και η
επιρροή της Πολωνίας θα
αυξανόταν περαιτέρω.
Από τότε
που ανέλαβε ο κ. Tusk, ο
κόσμος άλλαξε. Με έναν
άλλον Donald πίσω στον
Λευκό Οίκο, το έργο της
οικοδόμησης της
στρατηγικής αυτονομίας
της Ευρώπης δεν αποτελεί
απλώς πολυτέλεια, αλλά
επείγουσα ανάγκη. Η
Πολωνία θα μπορούσε όχι
μόνο να δώσει το
παράδειγμα στην
ασφάλεια, αλλά και να
λειτουργήσει ως ισχυρή
φωνή για τη στήριξη της
Ουκρανίας και την
αποτροπή της Ρωσίας. Από
οικονομικής άποψης, η
Πολωνία αποτελεί
παράδειγμα για τις χώρες
της κεντρικής και
ανατολικής Ευρώπης -και
ο κ. Tusk θα μπορούσε να
είναι υποστηρικτής των
οικονομικών
μεταρρυθμίσεων που η
Ε.Ε. χρειάζεται
απεγνωσμένα.
Οι
εκλογές της επόμενης
εβδομάδας βρίσκονται στο
μεταίχμιο. Στον πρώτο
γύρο οι υποψήφιοι της
ακροδεξιάς πήραν περίπου
το 52% των ψήφων. Εάν ο
κ. Nawrocki κερδίσει τον
δεύτερο γύρο, τόσο η
Πολωνία, όσο και η
Ευρώπη θα υποφέρουν. Η
Ευρώπη θα έχανε μια πηγή
δυναμισμού και η Πολωνία
θα κινδύνευε να χάσει τη
θέση της στην καρδιά της
Ευρώπης, για την οποία
έχει παλέψει τόσο
σκληρά.
Πηγή:
The Economist
|