|
Απόφαση
σταθμός για τις
αμυντικές δαπάνες
Χθες το
Συμβούλιο Υπουργών
Οικονομικών της
Ευρωπαϊκής Ένωσης (ECOFIN),
έπειτα από αίτημα που
υπέβαλαν 15 χώρες-μέλη,
μεταξύ των οποίων και η
Ελλάδα, άναψε το
«πράσινο φως» για την
ενεργοποίηση της εθνικής
ρήτρας διαφυγής για τις
αμυντικές δαπάνες έδωσε.
Πρόκειται για μια
σημαντική εξέλιξη που
επιτρέπει στις χώρες
αυτές να αποκλίνουν από
τους συμφωνημένους
στόχους του εθνικού
προϋπολογισμού τους έως
και κατά 1,5% του ΑΕΠ
ετησίως για την
τετραετία 2025–2028,
με αποκλειστικό στόχο τη
χρηματοδότηση αυξημένων
αμυντικών δαπανών.
Η κίνηση
αυτή, που γίνεται με
φόντο τον πόλεμο στην
Ουκρανία και τις
αυξανόμενες γεωπολιτικές
προκλήσεις, επιτρέπει
στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή
και στο Συμβούλιο να μην
ανοίγουν αυτόματα
διαδικασίες υπερβολικού
ελλείμματος για τα
κράτη-μέλη που
υπερβαίνουν τις
επιτρεπόμενες δαπάνες,
εφόσον οι υπερβάσεις
αυτές προκύπτουν από
αυξημένες αμυντικές
ανάγκες.
Στρατηγική νίκη
Η Ελλάδα
ήταν μία από τις πρώτες
χώρες που υπέβαλαν
αίτημα για την
ενεργοποίηση της ρήτρας,
επικαλούμενη τη
γεωγραφική της θέση, τον
ρόλο της ως
κράτους-μέλους πρώτης
γραμμής και τις
διαχρονικά υψηλές
δαπάνες για την άμυνα.
Όπως
δήλωσε από τις Βρυξέλλες
ο Υπουργός Εθνικής
Οικονομίας και
Οικονομικών Κυριάκος
Πιερρακάκης, «η σημερινή
(χθεσινή) απόφαση του
ECOFIN αποτελεί
στρατηγική νίκη για την
Ελλάδα. Η χώρα μας
υπερασπίζεται τα σύνορα
της ΕΕ και χρειάζεται τα
εργαλεία για να το κάνει
αποτελεσματικά».
Σύμφωνα
με τον ίδιο, η
ενεργοποίηση της ρήτρας
διαφυγής δημιουργεί για
την Ελλάδα έναν πρόσθετο
δημοσιονομικό χώρο της
τάξης των 500
εκατ. ευρώ για το 2026.
«Πρόκειται για μια
εθνική επιτυχία. Η
εθνική κυριαρχία δεν
χτίζεται με συνθήματα
αλλά με πρωτοβουλίες και
αποφάσεις», δήλωσε
χαρακτηριστικά.
Δημοσιονομικός χώρος με
αυστηρές προϋποθέσεις
Παρότι η
ρήτρα αφορά αποκλειστικά
αμυντικές δαπάνες, στην
κυβέρνηση εκτιμούν ότι η
δημοσιονομική ανάσα που
προσφέρει μπορεί να
δώσει περιθώριο για
πρόσθετες στοχευμένες
παρεμβάσεις – υπό την
προϋπόθεση ότι
διατηρείται η πορεία
δημοσιονομικής
προσαρμογής.
Κυβερνητικά στελέχη
βλέπουν την εξέλιξη αυτή
ως «εργαλείο ισορροπίας»
στον σφιχτό
προϋπολογισμό των
επόμενων ετών, με το
βλέμμα στραμμένο και στη
Διεθνή Έκθεση
Θεσσαλονίκης τον
Σεπτέμβριο, όπου
παραδοσιακά
ανακοινώνονται παροχές
και μέτρα ελάφρυνσης.
Αν και ο
επιπλέον χώρος αφορά
καθαρά την άμυνα, στο
οικονομικό επιτελείο
εκτιμούν ότι μπορεί να
εξοικονομηθεί ισόποσος
δημοσιονομικός χώρος από
άλλες πλευρές του
προϋπολογισμού,
διευκολύνοντας έτσι την
άσκηση πολιτικής με
κοινωνικό πρόσημο.
Τι
προβλέπεται για τις
αμυντικές δαπάνες
Η Ελλάδα
παραμένει μια από τις
λίγες χώρες του ΝΑΤΟ που
ξεπερνούν σταθερά τον
στόχο του 2% του
ΑΕΠ για την άμυνα, με
τις ετήσιες δαπάνες να
αγγίζουν – και να
ξεπερνούν – το 3%.
Μόνο για φέτος, το 0,6%
του ΑΕΠ προβλέπεται
να διατεθεί για
εξοπλιστικά προγράμματα,
ενώ το 2026 αναμένεται
αύξηση της τάξης των 500
εκατ. ευρώ, με
αιχμή τις φρεγάτες και
τα νέα μαχητικά
αεροσκάφη.
Ωστόσο,
η σημαντική αυτή
δημοσιονομική πίεση
προκαλεί ανησυχία για
την πορεία του χρέους,
καθώς η Ελλάδα
εξακολουθεί να διατηρεί
το υψηλότερο δημόσιο
χρέος στην ΕΕ ως ποσοστό
του ΑΕΠ. Η ισορροπία
μεταξύ επενδύσεων στην
άμυνα και δημοσιονομικής
σταθερότητας είναι λεπτή
και απαιτεί προσεκτικούς
χειρισμούς.
Το
βλέμμα στη ΔΕΘ
Εν όψει
της Διεθνούς Έκθεσης
Θεσσαλονίκης,
κυβερνητικές πηγές δεν
αποκλείουν τη χρήση του
νέου δημοσιονομικού
περιθωρίου για
ανακοινώσεις με
κοινωνικό αποτύπωμα –
υπό την προϋπόθεση ότι
τα δημοσιονομικά
στοιχεία θα το
επιτρέψουν. Οι τελικές
αποφάσεις θα κριθούν από
την πορεία των εσόδων
και την εκτέλεση του
προϋπολογισμού.
Ήδη στο
κυβερνητικό στρατόπεδο
αναζητούνται ισορροπίες
για να δοθούν «σημαδιακές»
παροχές – ίσως
αυξήσεις επιδομάτων,
ενίσχυση των
χαμηλοσυνταξιούχων ή
επιπλέον στοχευμένες
ενισχύσεις για ευάλωτες
ομάδες – χωρίς να τεθεί
σε αμφισβήτηση η
δέσμευση για
δημοσιονομική
υπευθυνότητα.
«Ο
στόχος παραμένει η
σταθερή αποκλιμάκωση του
χρέους και η συνέπεια
στους ευρωπαϊκούς
κανόνες. Αλλά στο
πλαίσιο αυτό, εφόσον
υπάρχει χώρος, μπορούμε
να ενισχύσουμε και την
κοινωνική συνοχή»,
αναφέρουν στελέχη του
ΥΠΟΙΚ.
Η ΔΕΘ του φετινού
Σεπτεμβρίου, μετά από
αυτή την ευρωπαϊκή
απόφαση, αποκτά αυξημένο
πολιτικό βάρος. Και για
την κυβέρνηση, η εξίσωση
είναι σαφής: άμυνα,
δημοσιονομική πειθαρχία,
αλλά και μέρισμα στην
κοινωνία.
Πηγή: Ημερησία
|