|
Το 2024,
η Γερμανία είχε ήδη
καταγράψει
21.812 πτωχεύσεις,
τον υψηλότερο αριθμό των
τελευταίων εννέα ετών,
από το 2015.
Προειδοποιήσεις για
ακόμη περισσότερα
«λουκέτα»
Το
Γερμανικό
Βιομηχανικό και Εμπορικό
Επιμελητήριο (DIHK)
εμφανίζεται απαισιόδοξο
για το προσεχές
διάστημα. Όπως
επισημαίνει ο επικεφαλής
αναλυτής του οργανισμού,
Φόλκερ Τράιερ,
η υποχώρηση των εξαγωγών
–ιδίως προς τις Ηνωμένες
Πολιτείες–, η μείωση της
βιομηχανικής παραγωγής
και η γενικότερη
στασιμότητα της
οικονομίας συνθέτουν ένα
δυσμενές σκηνικό για τη
γερμανική
επιχειρηματικότητα.
Ο Τράιερ
εκτιμά ότι μέσα στο
2025
περισσότερες από 22.000
εταιρείες θα
αναγκαστούν να διακόψουν
οριστικά τη λειτουργία
τους λόγω
αφερεγγυότητας, αριθμός
που θα επιβεβαιώσει την
κλιμάκωση της κρίσης.
Παράλληλα, κάλεσε την
κυβέρνηση να προχωρήσει
σε βαθιές
διαρθρωτικές
μεταρρυθμίσεις,
προκειμένου να ενισχυθεί
η ανταγωνιστικότητα της
γερμανικής οικονομίας.
«Πρέπει επειγόντως να
μειώσουμε το υψηλό
ενεργειακό και
μισθολογικό κόστος, αλλά
και τα φορολογικά βάρη
και τη γραφειοκρατία που
επιβαρύνουν τις
επιχειρήσεις σε σχέση με
άλλες χώρες»,
υπογράμμισε
χαρακτηριστικά.
Οι
αιτίες πέρα από τη
γραφειοκρατία
Ο
Σύνδεσμος
Διαχειριστών Πτωχεύσεων
της Γερμανίας (VID)
δίνει μια διαφορετική
οπτική, υποστηρίζοντας
ότι η γραφειοκρατία από
μόνη της δεν αποτελεί τη
βασική αιτία των
πτωχεύσεων. Όπως εξηγεί
ο πρόεδρος του
Συνδέσμου,
Κριστόφ Νιέριγκ,
το διοικητικό βάρος
λειτουργεί περισσότερο
ως «επιταχυντής
κρίσης», όταν
συνδυάζεται με ήδη
υπάρχουσες παθογένειες.
«Οι
περιπτώσεις
αφερεγγυότητας
οφείλονται κυρίως σε
ελλείψεις ρευστότητας,
σε άκαμπτα
επιχειρηματικά μοντέλα,
σε προβλήματα στις
αλυσίδες εφοδιασμού ή σε
στρατηγικά λανθασμένες
αποφάσεις», σημείωσε ο
Νιέριγκ, προσθέτοντας
ότι οι παρεμβάσεις
πρέπει να στοχεύσουν
στις ρίζες των
προβλημάτων και
όχι μόνο στις
γραφειοκρατικές
διαδικασίες.
Η
γενικότερη εικόνα
καταδεικνύει ότι η
γερμανική
οικονομία εξακολουθεί να
δοκιμάζεται από
την επιβράδυνση της
βιομηχανικής
δραστηριότητας και τη
χαμηλή εσωτερική ζήτηση.
Οι αναλυτές εκτιμούν
πως, εάν δεν υπάρξει
σαφής βελτίωση του
επιχειρηματικού
περιβάλλοντος, το κύμα
πτωχεύσεων είναι πιθανό
να ενταθεί περαιτέρω
μέσα στο 2025,
επιβαρύνοντας τόσο την
απασχόληση όσο και την
επενδυτική εμπιστοσύνη
στη μεγαλύτερη οικονομία
της Ευρώπης.
|