|
Το
επιχείρημα της
κυβέρνησης
Η
κυβέρνηση Τραμπ
υποστηρίζει πως η
ακύρωση των δασμών θα
αποδυνάμωνε την
αμερικανική
διαπραγματευτική θέση
έναντι εμπορικών
εταίρων, στερώντας έναν
κρίσιμο μοχλό πίεσης. Οι
δασμοί, σύμφωνα με τον
Λευκό Οίκο, λειτούργησαν
αποτρεπτικά,
εμποδίζοντας αρκετές
χώρες –μεταξύ αυτών και
η Ευρωπαϊκή Ένωση– να
προχωρήσουν σε
αντίμετρα, ενώ παράλληλα
τις ώθησαν να ανοίξουν
περισσότερο τις αγορές
τους στα αμερικανικά
προϊόντα.
Εμπορικές συνομιλίες και
Ινδία
Μέχρι
την τελική δικαστική
κρίση, οι εμπορικές
διαπραγματεύσεις
συνεχίζονται. Ο Τραμπ
αναφέρθηκε ειδικά στις
συνομιλίες με την Ινδία,
όπου αρκετά προϊόντα
δασμολογούνται πλέον σε
ποσοστά άνω του 50%, ως
«κύρωση» για τις
ενεργειακές συναλλαγές
του Νέου Δελχί με τη
Ρωσία. Ο ίδιος
εμφανίστηκε βέβαιος ότι
οι δύο χώρες θα
καταλήξουν σε συμφωνία
αμοιβαίου οφέλους.
Οι
δασμοί και το νομικό
πλαίσιο
Από τον
Ιανουάριο, ο Τραμπ έχει
προχωρήσει σε διαδοχικά
κύματα πρόσθετων
τελωνειακών
επιβαρύνσεων, με ποσοστά
που κυμαίνονται από 10%
έως 50%, ανάλογα με το
προϊόν και τη χώρα
προέλευσης. Στο
επίκεντρο της δικαστικής
διαμάχης βρίσκονται οι
γενικευμένοι
«ανταποδοτικοί» δασμοί,
και όχι οι πιο
στοχευμένοι σε κλάδους
όπως τα αυτοκίνητα, ο
χάλυβας, το αλουμίνιο
και ο χαλκός.
Το
εφετείο είχε επισημάνει
ότι η επίκληση του νόμου
περί οικονομικής
έκτακτης ανάγκης (IEEPA)
δεν παρέχει στον
εκάστοτε πρόεδρο την
εξουσία να επιβάλλει
μονομερώς εκτεταμένα
τελωνειακά μέτρα, καθώς
το σχετικό δικαίωμα
ανήκει αποκλειστικά στο
Κογκρέσο. Ανάλογη
απόφαση είχε εκδώσει και
το Δικαστήριο Διεθνούς
Εμπορίου (ITC),
τονίζοντας ότι ο IEEPA
περιορίζεται σε
«αναγκαία οικονομικά
μέτρα» για την
αντιμετώπιση
«εξαιρετικών και
ασυνήθιστων απειλών» και
όχι σε γενικευμένες
εμπορικές πολιτικές.
Το
διακύβευμα
Η
επικείμενη απόφαση του
Ανώτατου Δικαστηρίου
αναμένεται να καθορίσει
το εύρος των εξουσιών
του Αμερικανού προέδρου
σε ζητήματα εμπορικής
πολιτικής, αλλά και να
επηρεάσει την πορεία των
διεθνών διαπραγματεύσεων
των ΗΠΑ.
|