|
Κεντρικός πυλώνας αυτής
της πολιτικής είναι το
σημαντικό «μαξιλάρι
διαθεσίμων», που
έχει αυξηθεί στα 44,8
δισ. ευρώ. Σε
συνδυασμό με τα υψηλά
πρωτογενή πλεονάσματα
(εκτιμώμενο 3,8% του ΑΕΠ
για το 2025), δίνει τη
δυνατότητα στην
κυβέρνηση να καλύπτει
άνετα τις δαπάνες για
τόκους και παράλληλα να
προχωρά σε νέες
προεξοφλήσεις χρέους,
μειώνοντας το συνολικό
κόστος εξυπηρέτησης.
Πρόκειται για μια
στρατηγική
δημοσιονομικής
πειθαρχίας, την οποία η
κυβέρνηση σκοπεύει να
διατηρήσει σταθερά, με
στόχο τη μείωση του
δημόσιου χρέους κάτω από
το 100% του ΑΕΠ τα
επόμενα χρόνια.
Πορεία
αποκλιμάκωσης του χρέους
Σύμφωνα με το
προσχέδιο προϋπολογισμού
του 2026, το
χρέος της Γενικής
Κυβέρνησης
αναμένεται να μειωθεί
στο 137,6% του ΑΕΠ
(359 δισ. ευρώ), από
145,4% (362,8 δισ.
ευρώ) το 2025.
Παράλληλα, το χρέος
της Κεντρικής Διοίκησης
προβλέπεται να
υποχωρήσει στα 394,6
δισ. ευρώ ή
151,2% του ΑΕΠ,
έναντι 398,4 δισ. ευρώ ή
159,6% ένα χρόνο πριν.
Η
αποκλιμάκωση αυτή
οφείλεται κυρίως:
Στην
άνοδο του ονομαστικού
και πραγματικού ΑΕΠ,
Στη
συγκρατημένη δανειακή
πολιτική του
Δημοσίου, και
Στις
διαδοχικές πρόωρες
αποπληρωμές δανείων
προς τους ευρωπαϊκούς
μηχανισμούς στήριξης.
Ενδεικτικά, τον
Δεκέμβριο του 2025
προγραμματίζεται νέα
προεξόφληση 5,29 δισ.
ευρώ, που αφορά
δάνεια του πρώτου
Μνημονίου με λήξεις από
το 2033 έως το 2041. Οι
μέχρι σήμερα πρόωρες
αποπληρωμές υπερβαίνουν
τα 15 δισ. ευρώ,
συμβάλλοντας στη μείωση
της έκθεσης σε
κυμαινόμενο επιτόκιο
και στη βελτίωση της
βιωσιμότητας του χρέους.
Το
υπουργείο Εθνικής
Οικονομίας διατηρεί
ως βασικό στόχο την
πλήρη εξόφληση των
διμερών υποχρεώσεων προς
τις χώρες της Ευρωζώνης
έως το 2031, μία
δεκαετία νωρίτερα από
τον αρχικό
προγραμματισμό. Εφόσον
οι δημοσιονομικές
συνθήκες παραμείνουν
ευνοϊκές, δεν
αποκλείεται ακόμη
ταχύτερη αποπληρωμή.
Η
εκδοτική δραστηριότητα
του Ελληνικού Δημοσίου
κατά το 2025 εξελίχθηκε
ομαλά, με υψηλό βαθμό
υπερκάλυψης. Οι
χρηματοδοτικές ανάγκες
καλύφθηκαν μέσω
δεκαετών, δεκαπενταετών
και τριακονταετών
ομολόγων συνολικού
ύψους 7 δισ. ευρώ,
καθώς και μέσω
μηνιαίων επανεκδόσεων
700 εκατ. ευρώ. Τα
repos
και τα έντοκα
γραμμάτια συνέβαλαν
στη διατήρηση της
ρευστότητας και στη
σταθερότητα της καμπύλης
αποδόσεων.
Οι
δαπάνες τόκων της
Κεντρικής Διοίκησης
παραμένουν σταθερές,
γύρω στα 6–7 δισ.
ευρώ ετησίως
(περίπου 3% του ΑΕΠ),
ενώ για τη Γενική
Κυβέρνηση εκτιμώνται σε
περίπου 5 δισ. ευρώ
το 2025 και το 2026. Η
σταθερότητα αυτή
οφείλεται στη δομή του
χαρτοφυλακίου, που
χαρακτηρίζεται από
υψηλό ποσοστό δανείων
σταθερού επιτοκίου,
μεγάλη διάρκεια
ωρίμανσης και
ευνοϊκές συμφωνίες
ανταλλαγής επιτοκίων.
Για το
2026, η δανειακή
δραστηριότητα αναμένεται
περιορισμένη, με
χρηματοδοτικές ανάγκες
έως 8 δισ. ευρώ.
Έτσι, ο ΟΔΔΗΧ δεν θα
χρειαστεί βεβιασμένες
εξόδους στις αγορές,
αλλά θα κινηθεί
στοχευμένα,
διατηρώντας τη
σταθερή παρουσία του
Ελληνικού Δημοσίου στα
διεθνή χρηματιστήρια και
ενισχύοντας τη
ρευστότητα στη
δευτερογενή αγορά
ομολόγων.
|