|
Αν και πολλοί θεώρησαν
ότι οι απειλές του Τραμπ
είχαν περισσότερο
εσωτερική πολιτική
στόχευση, στην πράξη ο
μέσος πραγματικός δασμός
αυξήθηκε από 2,5% σε
15%. Τα έσοδα από
δασμούς, με βάση τον
τρέχοντα ρυθμό,
ξεπερνούν τα 300
δισεκατομμύρια δολάρια
σε ετήσια βάση — σχεδόν
τετραπλάσια σε σχέση με
την αντίστοιχη περίοδο
πέρυσι.
Οι περισσότεροι
οικονομολόγοι ανέμεναν
ότι η μείωση των
εισαγωγών λόγω δασμών θα
ενίσχυε το δολάριο.
Αντίθετα, το αμερικανικό
νόμισμα σημείωσε τη
χειρότερη εξαμηνιαία
απόδοση από τη δεκαετία
του 1970. Σύμφωνα με τον
Sharma, η εξήγηση
βρίσκεται στο γεγονός
ότι το δολάριο ξεκίνησε
το έτος υπερτιμημένο,
ενώ οι ξένοι επενδυτές
προχώρησαν σε
ανακατανομή κεφαλαίων,
απομακρυνόμενοι από τις
ΗΠΑ και στραφόμενοι σε
άλλες αγορές. Παράλληλα,
οι απειλές για
εμπορικούς φραγμούς
ώθησαν αρκετές χώρες να
επιταχύνουν διαρθρωτικές
αλλαγές και να συνάψουν
νέες εμπορικές
συμφωνίες.
Γιατί δεν έχει
εμφανιστεί
στασιμοπληθωρισμός
(ακόμα);
Το κεντρικό ερώτημα,
σύμφωνα με τον Sharma,
είναι γιατί, μέχρι
στιγμής, δεν έχουν γίνει
ορατά τα αναμενόμενα
σημάδια
στασιμοπληθωρισμού. Θα
μπορούσε αυτό να
σημαίνει ότι οι ΗΠΑ
απολαμβάνουν, προς το
παρόν, ένα «δωρεάν
γεύμα»;
Ορισμένες αναλύσεις
δείχνουν πως περίπου το
20% του επιπλέον κόστους
από τους δασμούς
απορροφάται από ξένους
εξαγωγείς – ποσοστό
αισθητά υψηλότερο από
εκείνο της πρώτης
προεδρικής θητείας
Τραμπ. Το υπόλοιπο 80%
κατανέμεται σχεδόν
ισομερώς ανάμεσα σε
αμερικανικές
επιχειρήσεις και
καταναλωτές.
Οι δύο αντισταθμιστικοί
παράγοντες: AI και
φοροελαφρύνσεις
Κατά τον Sharma, οι
αρνητικές επιπτώσεις των
δασμών εξουδετερώνονται
από δύο ισχυρούς
καταλύτες:
Την εκρηκτική άνοδο της
τεχνητής νοημοσύνης. Από
τον Ιανουάριο, οι
προβλέψεις για τις
φετινές επενδύσεις στις
υποδομές του κλάδου
αυξήθηκαν κατά 60 δισ.
δολάρια, φτάνοντας τα
350 δισ.
Τις φορολογικές
ελαφρύνσεις που έχει
εξαγγείλει ο Τραμπ στο
πλαίσιο του λεγόμενου
«big, beautiful bill»,
οι οποίες εκτιμάται ότι
θα προσφέρουν φέτος στις
επιχειρήσεις φορολογικά
οφέλη ύψους 100 δισ.
δολαρίων, με ακόμα
μεγαλύτερες μειώσεις να
προβλέπονται για το
2026.
Η επενδυτική αισιοδοξία
που πηγάζει από την AI
διατηρεί τις
χρηματοοικονομικές
συνθήκες ευνοϊκές, παρά
το περιβάλλον υψηλών
επιτοκίων. Σύμφωνα με
νέο δείκτη της
Ομοσπονδιακής Τράπεζας
των ΗΠΑ (Fed), αν
αφαιρούνταν η επίδραση
της χρηματιστηριακής
ανόδου — κατά κύριο λόγο
λόγω AI — οι συνθήκες θα
ήταν απλώς ουδέτερες.
Οι πρώτες εμφανείς
επιπτώσεις
Όπως σημειώνει ο Sharma,
οι δασμοί δεν είναι
εντελώς ακίνδυνοι: οι
καταναλωτές ήδη
παρατηρούν αυξήσεις
τιμών σε είδη όπως
μεγάλες οικιακές
συσκευές, αθλητικό
εξοπλισμό και παιχνίδια.
Ωστόσο, ο γενικός
πληθωρισμός συγκρατείται
κυρίως από μειώσεις σε
τομείς όπως τα ενοίκια,
τα μεταχειρισμένα
αυτοκίνητα και η
ενέργεια — τάσεις που
δεν σχετίζονται άμεσα με
τους δασμούς αλλά
οφείλονται στην
ομαλοποίηση των αλυσίδων
εφοδιασμού.
Ο Sharma επισημαίνει πως
οι οικονομολόγοι δεν
έκαναν εντελώς
λανθασμένες προβλέψεις –
ο στασιμοπληθωρισμός θα
μπορούσε να εμφανιστεί
εφόσον υπάρξει νέα
κλιμάκωση στους δασμούς.
Πάντως, προς το παρόν,
ακόμη και ο
τετραπλασιασμός των
δασμών δεν στάθηκε
ικανός να ανακόψει την
οικονομική δυναμική.
Το φαινόμενο θυμίζει την
κατάσταση του 2023, όταν
οι περισσότεροι
προέβλεπαν ύφεση ως
συνέπεια των επιτοκιακών
αυξήσεων από τη Fed.
Αντίθετα, οι μαζικές
επενδύσεις στον τομέα
της AI και η κυβερνητική
στήριξη λειτούργησαν ως
αντίβαρο.
Κατά τον Sharma, το
μεγαλύτερο σφάλμα
εντοπίζεται στην εμμονή
σε υπεραπλουστευμένα
οικονομικά μοντέλα που
υποθέτουν πως ένα
εντυπωσιακό γεγονός Α
οδηγεί με βεβαιότητα σε
αποτέλεσμα Β. Σήμερα, το
ενδιαφέρον
επικεντρώνεται σχεδόν
αποκλειστικά στον Τραμπ,
σαν να καθορίζει μόνος
του την παγκόσμια
οικονομική πορεία. Όμως
οι σύγχρονες οικονομίες
λειτουργούν με
πολυπλοκότητα – ακόμα
και όταν ο «παίκτης»
είναι τόσο ισχυρός όσο
οι δασμοί του Τραμπ.
Πηγή: Financial Times
|