|
Η
συνεργασία με τις ΗΠΑ
ήταν πάντα περίπλοκη. Οι
Αμερικανοί ασκούσαν
πιέσεις για την
περιορισμένη αμυντική
δαπάνη των Ευρωπαίων,
ενώ η ευρωπαϊκή ήπειρος,
παρά τις προσπάθειες για
ενοποίηση, συχνά
διαιρούνταν προς όφελος
αμερικανικών
συμφερόντων. Ωστόσο, η
σημερινή κατάσταση
διαφέρει. Ανώτατοι
αξιωματούχοι της
κυβέρνησης Τραμπ,
λαμβάνοντας κρίσιμες
αποφάσεις που επηρεάζουν
την Ευρώπη –ιδιαίτερα σε
σχέση με την Ουκρανία–
επιδεικνύουν ανησυχητική
αδιαφορία προς τους
ευρωπαίους συμμάχους. Σε
πρόσφατες διαρροές, ο
υπουργός Άμυνας Pete
Hegseth χαρακτήρισε την
Ευρώπη «ΕΛΕΕΙΝΗ», ενώ ο
αντιπρόεδρος J.D. Vance
εκφράστηκε επίσης
επικριτικά, σε συνέχεια
της γνωστής του στάσης
από την ομιλία του στο
Μόναχο. Ο ίδιος ο
Ντόναλντ Τραμπ έχει
κατηγορήσει την Ε.Ε. ότι
επιχειρεί να υπονομεύσει
τις ΗΠΑ, και στις 2
Απριλίου επέβαλε δασμούς
20% στις ευρωπαϊκές
εισαγωγές, με την
Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν
να δηλώνει πως η Ευρώπη
απογοητεύτηκε από τον
πιο παλιό της σύμμαχο.
Το πρώτο
πιθανό σενάριο είναι πως
ο Τραμπ συμμερίζεται την
πάγια αμερικανική
απαίτηση: η Ευρώπη να
αναλάβει μεγαλύτερη
ευθύνη για την άμυνά
της, απαλλαγμένος από
τις διπλωματικές
ευγένειες. Ο Μπαράκ
Ομπάμα είχε ήδη
προειδοποιήσει για τη
στροφή των ΗΠΑ προς την
Ασία, λόγω της
εντεινόμενης κινεζικής
απειλής. Παρ’ όλα αυτά,
η Ευρώπη δεν αύξησε τις
αμυντικές της δαπάνες.
Αντίθετα, η –αν και
προκλητική– πίεση του
Τραμπ είχε αποτέλεσμα.
Αν η αμυντική
υποχρηματοδότηση είναι
πράγματι ο πυρήνας της
δυσαρέσκειας, τότε λύση
διαφαίνεται: στη σύνοδο
του ΝΑΤΟ τον Ιούνιο, η
Ευρώπη αναμένεται να
ανακοινώσει σημαντικές
αυξήσεις στις αμυντικές
της δαπάνες.
Το
δεύτερο σενάριο είναι
πιο ανησυχητικό: η
αμερικανική
επιθετικότητα δεν αφορά
μόνο την άμυνα. Άλλοι
σύμμαχοι των ΗΠΑ, όπως
στην Ασία, επίσης έχουν
περιορισμένες
στρατιωτικές δαπάνες
χωρίς να αντιμετωπίζουν
παρόμοια πίεση. Η Ευρώπη
τιμωρείται όχι για τις
στρατιωτικές της
αδυναμίες, αλλά επειδή
τολμά να έχει δική της
φωνή – είτε με την
επιβολή κανόνων στις Big
Tech, είτε με
αντιρρήσεις για την
αμερικανική επιρροή στη
Γροιλανδία. Υπό αυτό το
σενάριο, η Ευρώπη
καλείται είτε να
αποδεχτεί υποδεέστερο
ρόλο είτε να σιωπήσει,
και να ακολουθήσει τις
ΗΠΑ, π.χ., στην
προσπάθεια περιορισμού
της Κίνας. Αν και η ιδέα
παραχώρησης της
Γροιλανδίας φαντάζει
εξωφρενική, έμπειροι
ευρωπαίοι διπλωμάτες
θεωρούν πως ενδέχεται να
ανοίξει ο δρόμος για μια
δύσκολη αλλά λειτουργική
συνεργασία.
Το τρίτο
σενάριο, που
συμμερίζονται ορισμένοι
Ευρωπαίοι αξιωματούχοι,
είναι το πιο δυσοίωνο:
ότι η Ευρώπη, ό,τι κι αν
κάνει, δεν μπορεί να
επηρεάσει την
Ουάσινγκτον. Σε αυτό το
πλαίσιο, η ήπειρος
εμφανίζεται ως
αποτυχημένη, με
γηράσκοντα πληθυσμό και
καταρρέουσα οικονομία,
όπου η ελευθερία του
λόγου υφίσταται μόνο για
εξτρεμιστές
Μουσουλμάνους που
επιβάλλουν τη Σαρία σε
έναν «woke» πληθυσμό.
Μια εικόνα που, σύμφωνα
με τον
Economist,
υπάρχει μόνο στη
φαντασία των
παρουσιαστών του Fox
News – και η οποία δεν
αφήνει περιθώρια στην
Ευρώπη να προσεγγίσει εκ
νέου τις ΗΠΑ.
Σε κάθε
περίπτωση, παρά τη
δυσκολία να εξηγηθεί
γιατί η Ευρώπη έχει
μετατραπεί σε στόχο, οι
Ευρωπαίοι παραμένουν
πιστοί στα διπλωματικά
τους αντανακλαστικά:
συνεχίζουν τις
προσπάθειες για διάλογο
και δεν εγκαταλείπουν
την ελπίδα. Και σύμφωνα
με τον
Economist,
μερικές φορές αυτή η
επιμονή αποδίδει.
Πηγή:
The Economist
|