|
Μέσα σε
αυτό το περιβάλλον, τα
44 κράτη που συμμετείχαν
στο
Bretton
Woods
συμφώνησαν να
δημιουργήσουν μια
μεταπολεμική διεθνή τάξη
που θα διευκόλυνε τη
συνεργασία και θα
απέτρεπε την επιστροφή
στους νομισματικούς
πολέμους, οι οποίοι
είχαν συμβάλει στη
Μεγάλη Ύφεση. Ο στόχος
ήταν να ενισχυθεί η
διατηρήσιμη ανάπτυξη, να
βελτιωθούν τα επίπεδα
διαβίωσης και να μειωθεί
η φτώχεια.
Η
ιστορική συμφωνία του
Bretton
Woods
οδήγησε στη δημιουργία
του Διεθνούς
Νομισματικού Ταμείου και
της Παγκόσμιας Τράπεζας,
ενώ υποχρέωνε τα
συμμετέχοντα κράτη να
συνδέσουν τα νομίσματά
τους με το δολάριο.
Οι χώρες
που αντιμετώπιζαν
προσωρινά και
περιορισμένα ελλείμματα
στο ισοζύγιο πληρωμών
μπορούσαν να τα
χρηματοδοτήσουν
δανειζόμενες ξένα
νομίσματα από το ΔΝΤ,
αντί να επιβάλουν
περιορισμούς στην κίνηση
κεφαλαίων, να προχωρούν
σε υποτιμήσεις ή να
εφαρμόζουν
αποπληθωριστικές
πολιτικές που απλώς
«μετέφεραν» τα
προβλήματα σε άλλες
οικονομίες.
Ωστόσο,
το σύστημα των σταθερών
ισοτιμιών κατέρρευσε στα
τέλη της δεκαετίας του
1960 και στις αρχές του
1970, εξαιτίας της
υπερτίμησης του δολαρίου
και της απόφασης του
Ρίτσαρντ Νίξον να
αναστείλει τη δυνατότητα
μετατροπής του δολαρίου
σε χρυσό.
Μετά το
1973, το ΔΝΤ ανέλαβε
έναν πιο εκτεταμένο και
ενεργό ρόλο,
παρεμβαίνοντας σε
αναδυόμενες οικονομίες,
από την Ασία έως τη
Λατινική Αμερική.
Στη
δεκαετία του 2010
απέκτησε εκ νέου
πρωταγωνιστικό ρόλο,
όταν η ευρωπαϊκή κρίση
χρέους –και κυρίως η
ελληνική– το έφερε ξανά
στο επίκεντρο των
οικονομικών εξελίξεων.
Στην
περίπτωση της Ελλάδας,
το Διεθνές Νομισματικό
Ταμείο επανέλαβε τα ίδια
λάθη για τα οποία είχε
επικριθεί στο παρελθόν,
επιβάλλοντας υπερβολική
λιτότητα που επιδείνωσε
και βάθυνε την κρίση.
Το 2013,
το Ταμείο παραδέχθηκε
ότι είχε υποτιμήσει το
μέγεθος της ζημιάς που
θα προκαλούσε η πολιτική
του στην ελληνική
οικονομία.
|