|
Αντίθετα, οι
υπερχρεωμένες χώρες της
Ευρώπης καταγράφουν
σταδιακή βελτίωση των
δημοσιονομικών τους. Η
Ιταλία διατηρεί το χρέος
της γύρω στο 137% του
ΑΕΠ, με προοπτική
σταθεροποίησης έως το
2030, ενώ η Ελλάδα, από
146,7% σήμερα,
αναμένεται να υποχωρήσει
στο 130,2% στο τέλος της
δεκαετίας. Για σύγκριση,
η Γαλλία βρίσκεται στο
116,5%, η Ισπανία στο
100,4%, η Γερμανία στο
64,4%, ενώ οι Ολλανδία,
Σουηδία και Δανία
διατηρούν χρέος κάτω από
το 60%, επιβεβαιώνοντας
το χάσμα μεταξύ βόρειας
και νότιας Ευρώπης ως
προς τη δημοσιονομική
πειθαρχία.
Το
Ταμείο αποδίδει τη
δυναμική αύξηση του
αμερικανικού χρέους στα
παρατεταμένα ελλείμματα
και στο αυξανόμενο
κόστος εξυπηρέτησης,
τονίζοντας ότι πλέον το
προφίλ του θυμίζει
εκείνο των πιο
υπερχρεωμένων ευρωπαϊκών
οικονομιών. Το έλλειμμα
του αμερικανικού
προϋπολογισμού
προβλέπεται να
υπερβαίνει το 7% του ΑΕΠ
κάθε χρόνο έως το 2030 —
το υψηλότερο ποσοστό
μεταξύ των ανεπτυγμένων
χωρών. Παρ’ όλα αυτά, η
αμερικανική οικονομία
αναμένεται να συνεχίσει
να αναπτύσσεται ταχύτερα
από τις ευρωπαϊκές.
Το ΔΝΤ
επισημαίνει πως η
κατάσταση αυτή συνιστά
συστημικό κίνδυνο για
την παγκόσμια οικονομία.
Όπως αναφέρεται στην
έκθεση Fiscal Monitor,
«αν και ο αριθμός των
χωρών με χρέος άνω του
100% του ΑΕΠ θα
μειώνεται, το μερίδιό
τους στο παγκόσμιο ΑΕΠ
θα αυξάνεται». Σε
παγκόσμιο επίπεδο, το
δημόσιο χρέος αναμένεται
να υπερβεί το 100% του
παγκόσμιου ΑΕΠ έως το
2029, φτάνοντας στα
υψηλότερα επίπεδα από το
1948.
Η έκθεση
υπογραμμίζει ότι η εποχή
του φθηνού δανεισμού
έχει τελειώσει. Μετά από
χρόνια μηδενικών
επιτοκίων, η άνοδος του
κόστους χρηματοδότησης
καθιστά το χρέος πολύ
πιο ακριβό στην
εξυπηρέτηση,
περιορίζοντας τους
δημοσιονομικούς χώρους
για κοινωνικές και
αναπτυξιακές δαπάνες. Σε
αρκετές ανεπτυγμένες
οικονομίες, το κόστος
εξυπηρέτησης ξεπερνά ήδη
τους αμυντικούς
προϋπολογισμούς, ενώ
κάθε αύξηση κατά μία
ποσοστιαία μονάδα στο
μέσο επιτόκιο
μεταφράζεται σε δεκάδες
δισεκατομμύρια που
μεταφέρονται από
κοινωνικά προγράμματα
στους τόκους.
Ακόμη
και η Γερμανία, σύμβολο
δημοσιονομικής
πειθαρχίας, έχει
προχωρήσει σε χαλάρωση
του «δημοσιονομικού
φρένου» του Συντάγματός
της, ώστε να επιτρέψει
μεγαλύτερο δανεισμό για
επενδύσεις σε υποδομές
και άμυνα.
Το ΔΝΤ
επισημαίνει τέλος τη
δημογραφική πίεση ως
κρίσιμο διαρθρωτικό
παράγοντα. Οι
αυξανόμενες δαπάνες για
συντάξεις και
υγειονομική περίθαλψη
επιβαρύνουν ολοένα και
περισσότερο τους
προϋπολογισμούς. Στις
ΗΠΑ, ο δείκτης εξάρτησης
ηλικιωμένων εκτιμάται
ότι θα φτάσει το 40% έως
το 2050, ενώ στην ΕΕ θα
ξεπεράσει το 55%. Η
μείωση του εργατικού
δυναμικού, σε συνδυασμό
με αυστηρότερες
μεταναστευτικές
πολιτικές, επιδεινώνει
περαιτέρω την κατάσταση,
οδηγώντας σε έναν φαύλο
κύκλο αύξησης του
χρέους.
Το
Ταμείο προειδοποιεί ότι
η απώλεια εμπιστοσύνης
των επενδυτών σε μία
μεγάλη οικονομία, όπως
οι ΗΠΑ, θα μπορούσε να
προκαλέσει παγκόσμιο
ντόμινο στις αγορές
ομολόγων, τα νομίσματα
και το τραπεζικό
σύστημα, αποτελώντας
ίσως τη σοβαρότερη
μακροοικονομική απειλή
της δεκαετίας.
|