|
Η
Κριστίν Λαγκάρντ
επισημαίνει ότι «το ευρώ
είναι σύμβολο
εμπιστοσύνης και
ενότητας»,
υπογραμμίζοντας την
πρόθεση της ΕΚΤ να
προχωρήσει το εγχείρημα.
Όπως εξηγεί εκπρόσωπος
της Τράπεζας, στόχος
είναι η μεταφορά των
πλεονεκτημάτων των
μετρητών – ευκολία,
ιδιωτικότητα,
αξιοπιστία, καθολική
αποδοχή – στο ψηφιακό
περιβάλλον. «Οι πολίτες
αγαπούν τα μετρητά και
φυσικά θα συνεχίσουν να
υπάρχουν. Μάλιστα,
ετοιμάζεται και νέα
σειρά χαρτονομισμάτων»,
αναφέρει. «Όμως καθώς η
ζωή μας μεταφέρεται όλο
και περισσότερο στο
διαδίκτυο, πρέπει να
υπάρχει το ψηφιακό
ισοδύναμο των μετρητών:
δημόσιο χρήμα σε ψηφιακή
μορφή, για όλους».
Το
ψηφιακό ευρώ δεν
αποτελεί νέο νόμισμα,
αλλά μια πρόσθετη μορφή
του υπάρχοντος. Μπορεί
να ιδωθεί σαν ένα
“δημόσιο
Paypal”,
με τη διαφορά ότι θα
στηρίζεται απευθείας από
την κεντρική τράπεζα,
διασφαλίζοντας πλήρη
ασφάλεια. Η ΕΚΤ
δεσμεύεται ότι δεν θα
έχει πρόσβαση στις
λεπτομέρειες των
συναλλαγών. Σημαντική
καινοτομία είναι ότι θα
λειτουργεί και χωρίς
σύνδεση στο δίκτυο,
επιτρέποντας πληρωμές
ακόμη και σε περιπτώσεις
διακοπής ρεύματος ή
διαδικτύου – όπως
ακριβώς τα μετρητά.
Το έργο
βρίσκεται ακόμη σε
δοκιμαστικό στάδιο και
θα χρειαστεί χρόνος
μέχρι την πιθανή
εφαρμογή του. Η ΕΚΤ έχει
καταρτίσει το τεχνικό
σχέδιο, συνεργάζεται με
παρόχους τεχνολογίας και
αναμένει πλέον την
απόφαση του
Ευρωκοινοβουλίου. Αν το
νομοθετικό πλαίσιο
εγκριθεί μέσα στο 2026
–κάτι που θεωρείται
πιθανό– θα ακολουθήσει
πιλοτική περίοδος το
2027, με στόχο πλήρη
εφαρμογή το 2029. Η
τελική υιοθέτηση θα
εξαρτηθεί από τις
κοινωνικές και πολιτικές
αποφάσεις των επόμενων
ετών. Στην πράξη, οι
πολίτες θα προμηθεύονται
ψηφιακά ευρώ μέσω
τραπεζών ή ταχυδρομείων
και θα μπορούν να τα
αποθηκεύουν είτε σε
τραπεζικό ψηφιακό
πορτοφόλι, είτε σε
ειδική κάρτα, είτε στην
επίσημη εφαρμογή της ΕΚΤ
για άμεσες πληρωμές.
Ένα
βασικό επιχείρημα υπέρ
του ψηφιακού ευρώ είναι
ότι θα ενισχύσει τη
νομισματική αυτονομία
της ΕΕ. Σήμερα,
μεγάλο μέρος των
ψηφιακών πληρωμών
στηρίζεται σε μη
ευρωπαϊκές εταιρείες και
οι περισσότερες χώρες
της Ευρωζώνης δεν
διαθέτουν πανευρωπαϊκά
συστήματα. Το ψηφιακό
ευρώ φιλοδοξεί να
αποτελέσει μια κοινή
λύση που θα περιορίσει
την εξάρτηση από
εξωευρωπαϊκούς παρόχους.
Δύο
θεμελιώδη χαρακτηριστικά
του συστήματος θα είναι
η δωρεάν χρήση για
βασικές υπηρεσίες
και η υποχρεωτική
αποδοχή του σε ολόκληρη
την Ευρωζώνη. Αυτό
αναμένεται να ενισχύσει
τον ανταγωνισμό, να
διευκολύνει την
καινοτομία και να
μειώσει το κόστος για
εμπόρους και
καταναλωτές.
Φυσικά,
η συζήτηση για το
ψηφιακό ευρώ συνοδεύτηκε
από ανησυχίες που
αφορούν κυρίως την
ιδιωτικότητα. Πολλοί
υποστήριξαν ότι η
ψηφιοποίηση των μετρητών
καταργεί την ανωνυμία. Η
ΕΚΤ διαβεβαιώνει ότι δεν
θα μπορεί να
παρακολουθεί συναλλαγές
και ότι όλα τα δεδομένα
της θα είναι
ψευδωνυμοποιημένα. Οι
τράπεζες θα έχουν
πρόσβαση μόνο στα
απολύτως απαραίτητα
στοιχεία για να τηρούν
τις ευρωπαϊκές
υποχρεώσεις (AML
κ.λπ.). Στις
offline
συναλλαγές, το επίπεδο
ιδιωτικότητας θα
προσεγγίζει αυτό των
μετρητών, αφού θα είναι
γνωστό μόνο στους δύο
συναλλασσόμενους.
Όπως
εξηγούν στελέχη της ΕΚΤ,
θα υπάρξει όριο στο ποσό
ψηφιακού ευρώ που μπορεί
να κρατά ένας πολίτης,
ώστε αφενός να
αποτρέπεται η
φοροδιαφυγή ή η
νομιμοποίηση παράνομων
εσόδων και αφετέρου να
διασφαλίζεται ότι οι
τράπεζες διατηρούν
επαρκείς καταθέσεις.
Το
εγχείρημα δίνει
ιδιαίτερη έμφαση στη
συμπερίληψη. Άτομα
χωρίς ψηφιακές
δεξιότητες θα μπορούν να
ανοίξουν λογαριασμό με
φυσική παρουσία και να
λάβουν καθοδήγηση. Όσοι
δεν έχουν τραπεζικό
λογαριασμό θα μπορούν
επίσης να αποκτήσουν
βασική πρόσβαση. Για τα
άτομα με αναπηρίες θα
υπάρχουν ειδικές
λειτουργίες – φωνητικές
εντολές, μεγάλες
γραμματοσειρές,
απλοποιημένα μενού.
Η ΕΚΤ
επιταχύνει το έργο και
εξαιτίας των εξελίξεων
στις αγορές ιδιωτικού
ψηφιακού χρήματος. Τα
κρυπτονομίσματα και
κυρίως τα
stablecoins
κερδίζουν έδαφος, όμως
αποτελούν ιδιωτικούς
τύπους χρήματος, χωρίς
τα χαρακτηριστικά
σταθερότητας και
εγγύησης της κεντρικής
τράπεζας. Το ψηφιακό
ευρώ, αντιθέτως, θα
λειτουργεί ως δημόσιο
αγαθό, με τα ίδια
πλεονεκτήματα που έχουν
τα μετρητά.
Το
συνολικό κόστος
ανάπτυξης του συστήματος
μέχρι το 2029 εκτιμάται
γύρω στο 1,3 δισ. ευρώ,
ενώ τα ετήσια
λειτουργικά έξοδα
υπολογίζονται σε περίπου
320 εκατ. ευρώ. Το
μέλλον του σχεδίου
παραμένει αβέβαιο, καθώς
αντιμετωπίζει
αντιδράσεις: 14 τράπεζες
προειδοποίησαν πρόσφατα
ότι θα μπορούσε να
επηρεάσει αρνητικά την
αγορά πληρωμών τους, ενώ
η έκθεση του εισηγητή
του Ευρωκοινοβουλίου,
Φερνάντο Ναβαρέτε,
εισηγείται μια πιο
περιορισμένη εφαρμογή.
Παρ’ όλα αυτά, εφόσον
υλοποιηθεί, το ψηφιακό
ευρώ θα αποτελέσει μια
σημαντική ευρωπαϊκή
κατάκτηση απέναντι σε
ένα πολυδιάστατο σύνολο
αντιρρήσεων και
ανταγωνιστικών
συμφερόντων.
|