|
Σε μια
επέτειο που ακριβώς
κανείς στις Βρυξέλλες
δεν γιορτάζει, η θεωρία
της περισσότερης ένταξης
ή της καταστροφής υπέστη
μια άσχημη διάτρηση πριν
από 20 χρόνια αυτόν τον
μήνα. Μια «συνταγματική
συνθήκη» που πολλοί την
ονειρευόταν ως το
επόμενο μεγάλο βήμα για
την ολοκλήρωση της Ε.Ε.
καταψηφίστηκε από τους
Γάλλους ψηφοφόρους στις
29 Μαΐου 2005, με
ποσοστό 55-45%. Την 1η
Ιουνίου οι Ολλανδοί
ψηφοφόροι την απέρριψαν
με ακόμα μεγαλύτερο
ποσοστό. Αυτοί που ήταν
πεπεισμένοι ότι η Ε.Ε.
είχε μόνο μια
ταχύτητα-en avant,
toute!-εξέφρασαν τη λύπη
τους για το γεγονός ότι
η ήττα αυτή θα μπορούσε
να οδηγήσει σε σταδιακή
αποσύνθεση. Ο πόλεμος
που θα έφερνε τους
Ευρωπαίους πολίτες σε
μεταξύ τους αντιπαράθεση
ήταν απλά θέμα χρόνου.
Αρχικά θεωρήθηκε
υπερβολή, αλλά τελικά
αποδείχτηκε εντελώς
λάθος. Μετά το 2005 η
Ε.Ε. έβαλε στο ράφι τα
μεγαλεπήβολα σχέδιά της
για μια πιο τεχνοκρατική
ζωή – και ως αποτέλεσμα
έγινε απίστευτα
δημοφιλής στους πολίτες.
Όσο πικρή κι αν φάνηκε
τότε, η ήττα στις κάλπες
έβαλε την Ένωση σε
καλύτερη τροχιά.
Στις
μέρες μας η ιδέα ενός
συντάγματος μνημονεύεται
ως ένα αξιοπερίεργο της
ευρωπαϊκής ιστορίας. Η
Ε.Ε. και οι πρόγονοί
της, από την ίδρυσή της
το 1957, διέπονται από
διακυβερνητικές
συνθήκες, νομικά μια
βελτιωμένη περιφερειακή
εκδοχή του ΟΗΕ. Στις
αρχές της δεκαετίας του
2000 ένα νέο κείμενο
ήταν αναμφίβολα
απαραίτητο για τον
εξορθολογισμό των
εργασιών της λέσχης μετά
από μια περίοδο ταχείας
επέκτασης. Η διεύρυνση
με δέκα νέες χώρες το
2004, οι περισσότερες
από τις οποίες
βρίσκονταν στην κεντρική
Ευρώπη, απειλούσε να
καταστρέψει τα γρανάζια
της μηχανής αν δεν
αναθεωρούνταν (πολλές
εργασίες που απαιτούσαν
ομόφωνη συμφωνία των
εθνικών κυβερνήσεων της
Ε.Ε. έπρεπε να
αντικατασταθούν από
ψηφοφορίες με ειδική
πλειοψηφία). Ωστόσο, ο
δεύτερος σκοπός, εξίσου
σημαντικός για
ορισμένους, ήταν να
προικιστεί η Ε.Ε. με τα
διακριτικά ενός εθνικού
κράτους -εξ ου και το
σύνταγμα.
Το
έγγραφο είχε καταρτιστεί
από μια «συνέλευση» υπό
την προεδρία του Valéry
Giscard d’Estaing,
υπεροπτικού ακόμη και
για τα δεδομένα των
πρώην Γάλλων προέδρων.
Οι παραλληλισμοί με τη
γέννηση της Αμερικής
ήταν σκόπιμοι. Το
προοίμιο του
Ευρωσυντάγματος
επικαλέστηκε τη «βούληση
των πολιτών» ως
δικαιολογία γι’ αυτές
τις νέες ρυθμίσεις
μεταξύ τους (χωρίς να
έχει σημασία ότι οι
πολίτες γνώριζαν
ελάχιστα για αυτή την
υποτιθέμενη βούλησή
τους). Το κείμενο
ξεχείλιζε από σύμβολα
που αποσκοπούσαν στην
καλλιέργεια της αγάπης
των πολιτών για την Ε.Ε.
Είχε ήδη ένα άμεσα
εκλεγμένο κοινοβούλιο.
Τώρα η ένωση θα είχε τη
δική της επίσημη σημαία,
ύμνο, υπουργό Εξωτερικών
και ακόμα και μια ειδική
αργία.
Παρά
τους συμβολισμούς που
περιείχε, το σύνταγμα
δεν ήταν μια
ομοσπονδιακή υφαρπαγή
της εξουσίας. Παρά το
γεγονός ότι καταγγέλθηκε
ως «σχέδιο τυραννίας»
από τη βρετανική Daily
Mail, πηγή οργής για το
ευρώ, το κείμενο
απογοήτευσε όσους
ήθελαν, για παράδειγμα,
η Ε.Ε. να έχει τις δικές
της φορολογικές εξουσίες
(ο Economist θεώρησε ότι
το κείμενο ήταν
συγκεχυμένο και
συνέστησε την απόρριψή
του στον πλησιέστερο
κάδο απορριμμάτων). Το
γαλλικό non και το
ολλανδικό nee δεν ήταν
αρκετά για να στείλουν
τη μηχανή εντελώς εκτός
πορείας. Μέχρι το 2009
μεγάλο μέρος των 450
σελίδων του συντάγματος
-το λακωνίζειν δεν ήταν
ένα από τα δυνατά σημεία
του Giscard- είχε
ανακυκλωθεί στη συνθήκη
της Λισαβόνας, η οποία
ενσωμάτωσε τις
περισσότερες διατάξεις
του σε μια τεράστια
τροποποίηση δύο συνθηκών
της Ε.Ε. που ήταν ήδη σε
ισχύ. Η ένωση
εμβαθύνθηκε κάπως ως
αποτέλεσμα, δίνοντας,
για παράδειγμα, στο
κοινοβούλιο της λίγο
περισσότερες εξουσίες.
Ωστόσο, οτιδήποτε
έμοιαζε με συμβολισμό,
έμεινε στο πάτωμα του
κοπτηρίου. Η θέση του
υπουργού Εξωτερικών
αντικαταστάθηκε με την
περίεργα ηχηρή ονομασία
«Ύπατος
Εκπρόσωπος/Αντιπρόεδρος»
για θέματα Εξωτερικής
Πολιτικής.
Ακόμα
χειρότερα, το
αποτυχημένο συνταγματικό
κόλπο επέτρεψε σε ένα
νέο είδος
ευρωσκεπτικισμού να
ριζώσει. Οι αστικές και
ανώτερες τάξεις είχαν
υποστηρίξει την Ε.Ε. στα
δημοψηφίσματα της
Γαλλίας και της
Ολλανδίας. Οι αγροτικές
και εργατικές τάξεις
όχι. Οι λαϊκιστές
κατήγγειλαν την
υιοθέτηση των
περισσότερων ρητρών του
συντάγματος από την πίσω
πόρτα. Η Marine Le Pen
στη Γαλλία το
χαρακτήρισε «τη
χειρότερη προδοσία από
τον Β’ Παγκόσμιο
Πόλεμο». Οι Βρυξέλλες
δεν αποτίναξαν ποτέ από
πάνω τους τη ρετσινιά
ότι πρόκειται για ένα
σχέδιο των ελίτ.
Οι
ψηφοφόροι στην Ιρλανδία
και τη Δανία είχαν
προηγουμένως απορρίψει
τις συνθήκες της Ε.Ε.
-προτού αναγκαστούν να
ψηφίσουν ξανά. Το
γεγονός ότι δύο από τα
έξι ιδρυτικά μέλη της
απέρριψαν το σύνταγμα
ήταν ένα διαφορετικό
θέμα. Οι ψηφοφορίες
«έφεραν τη διαδικασία
της ευρωπαϊκής
ολοκλήρωσης σε μια
απότομη και μόνιμη
παύση», λέει ο
Jean-Claude Piris, ο
οποίος υπηρέτησε επί
δεκαετίες ως κορυφαίος
δικηγόρος της Ε.Ε. και
βοήθησε στη σύνταξη των
συνθηκών. Έκαναν ακόμα
και τη σκέψη για την
προοπτική των
μελλοντικών συνθηκών να
φαντάζει τρομακτική. Η
Ε.Ε. υποχώρησε στη
διακυβερνητική
τεχνοκρατία, όπου
παραμένει μέχρι σήμερα.
Αυτό για
ορισμένους είναι
αποκαρδιωτικό. Δεν
χρειάζεται να είναι.
Ναι, η Ε.Ε. εξακολουθεί
να είναι ένα μακρινό
θηρίο για τους πολίτες.
Πάνω από το ένα τρίτο
των Ευρωπαίων
παραδέχονται ότι δεν
έχουν ιδέα για το πώς
λειτουργεί στην
πραγματικότητα, αλλά
αυτό δεν εμπόδισε την
ένωση να είναι
αποτελεσματική: το 74%
των Ευρωπαίων πιστεύει
ότι εξυπηρετεί καλά τη
χώρα τους, ποσοστό
ρεκόρ. Η Ε.Ε.
ολοκληρώθηκε ακόμα
περισσότερο, σε
περιπτώσεις ανάγκης,
όπως όταν, το 2020, μετά
την πανδημία, οι
κυβερνήσεις συμφώνησαν
να εκδώσουν από κοινού
ομόλογα για να
χρηματοδοτήσουν ένα
ταμείο ανάκαμψης. Μια
ένωση κρατών, με
ανεξάρτητους θεσμούς σε
ετοιμότητα για να
προωθούνται τα κοινά
συμφέροντα σε τομείς
όπου η Ευρώπη πρέπει να
ενεργεί ως μία,
αποδεικνύεται μια καλή
ιδέα. Ποτέ δεν
χρειάστηκε να είναι κάτι
περισσότερο από αυτό.
Πηγή:
The Economist
|