|
Τα…roof
gardens της οργής
Η βασική
αιτία της σύγκρουσης
παραμένει: ο Τραμπ ζητά
επιθετικές μειώσεις
επιτοκίων για να
περιοριστεί το κόστος
δανεισμού του Δημοσίου.
Ο Πάουελ και η
πλειοψηφία της αρμόδιας
για την επιτοκιακή
πολιτική επιτροπή της
κεντρικής τράπεας ( FOMC
– Federal Open Market
Committee) φοβούνται πως
τέτοιες κινήσεις θα
τροφοδοτήσουν νέο
πληθωριστικό κύμα.
Καθώς ο
πρόεδρος δεν μπορεί να
απομακρύνει τον διοικητή
της Fed χωρίς «λόγο»
(for cause), επιχειρεί
να χτίσει την υπόθεση
ότι ο Πάουελ παραπλάνησε
το Κογκρέσο για το
κόστος της ανακαίνισης
και ότι το έργο
παραβιάζει τους όρους
της εγκεκριμένης άδειας.
Το
ζήτημα άρχισε να
φουντώνει τον Ιούνιο,
όταν το Mercatus Center
του Πανεπιστημίου George
Mason δημοσίευσε αναφορά
σύμφωνα με την οποία το
έργο περιλάμβανε
αίθουσες δεξιώσεων για
VIP, roof gardens και
πολυτελή μάρμαρα. Ο
Τραμπ άδραξε την
ευκαιρία και χαρακτήρισε
τον Πάουελ «άπληστο» και
«αναξιόπιστο».
Ο ίδιος
ο Πάουελ διέψευσε τα
πάντα ενώπιον της
Γερουσίας, δηλώνοντας
πως πολλά από τα
φερόμενα στοιχεία είχαν
αφαιρεθεί από το 2021.
Επιπλέον, ο ίδιος ζήτησε
επίσημα έλεγχο από τον
ανεξάρτητο γενικό
επιθεωρητή, επιχειρώντας
να διασκεδάσει τις
εντυπώσεις.
Το
πρόβλημα για την Fed
είναι ότι, αν και η
ανακαίνιση αφορά κτίρια
ηλικίας 90 ετών με
σοβαρά δομικά και
υγειονομικά προβλήματα
(αμίαντος, υδραυλικά,
ηλεκτρολογικά), το
κόστος του έργου έχει
ξεφύγει – από 1,9 σε 2,5
δισ. δολάρια.
Η Fed
αποδίδει το υπερβάλλον
κόστος:
στην
άνοδο των υλικών και της
εργασίας το 2021-22,
στην
ανάγκη απομάκρυνσης
επιπλέον αμιάντου,
στις
κατασκευαστικές
ιδιαιτερότητες της
Ουάσιγκτον (περιορισμένο
ύψος, ανάγκη για
υπόγειες υποδομές).
Το 2024,
η Fed ακύρωσε πλήρως
ανακαίνιση τρίτου
κτιρίου λόγω κόστους.
Όμως η κυβέρνηση Τραμπ
ισχυρίζεται τώρα ότι
ακόμη και οι εκπτώσεις
στο αρχικό σχέδιο
αποτελούν παραβίαση των
όρων έγκρισης. Ο
αναπληρωτής προσωπάρχης
Τζέιμς Μπλερ δηλώνει πως
θα εισηγηθεί επίσημη
επανεξέταση της
αδειοδότησης από την
Επιτροπή Σχεδιασμού της
Ομοσπονδιακής
Πρωτεύουσας.
Η αγορά
δεν αστειεύεται
Η απλή
φήμη ότι ο Τραμπ
σκοπεύει να αποπέμψει
τον Πάουελ, προκάλεσε
πτώση στο δολάριο και
μεταβλητότητα στις
αγορές ομολόγων, με την
απόδοση του 30ετούς να
φτάνει το 5,01%. Παρότι
ο πρόεδρος ανασκεύασε
λίγη ώρα αργότερα, οι
επενδυτές δεν πείστηκαν.
Ο
διαχειριστής George
Cipolloni σημειώνει πως,
αν τα επιτόκια κινηθούν
προς το 5,5%-6%, «η
αγορά ομολόγων θα δείξει
για ακόμη μια φορά στον
Τραμπ ποιος είναι το
αφεντικό». Το πρόβλημα
είναι πως οι πολιτικές
παρεμβάσεις φθείρουν την
εμπιστοσύνη των
επενδυτών, ιδιαίτερα σε
μια περίοδο που το
κόστος δανεισμού ήδη
πιέζει τα δημοσιονομικά.
Ακόμα κι
αν τον απολύσει, δεν θα
κερδίσει αυτό που θέλει
Ορισμένοι αναλυτές, όπως
ο Kent Engelke της
Capitol Securities,
υπενθυμίζουν το
αυτονόητο: ακόμη και αν
αποπεμφθεί ο Πάουελ, η
νομισματική πολιτική δεν
αλλάζει με το πάτημα
ενός κουμπιού.
Ο
πρόεδρος της Fed είναι
απλώς ο «εκπρόσωπος» του
FOMC – δεν αποφασίζει
μόνος του.
Και
ακόμα πιο σημαντικό: η
Fed δεν ελέγχει το
μακροπρόθεσμο άκρο της
καμπύλης. Όταν το 2024 η
κεντρική τράπεζα μείωσε
τα επιτόκια κατά 100
μονάδες βάσης, οι
αποδόσεις των 10ετών και
30ετών ανέβηκαν — όχι
γιατί η μείωση δεν ήταν
αρκετή, αλλά γιατί η
αγορά δεν εμπιστευόταν
την κατεύθυνση της
πολιτικής.
Ανεξαρτησία ή
πολιτικοποίηση της Fed;
Η ουσία
του προβλήματος δεν
είναι τα μάρμαρα ή τα
roof gardens. Είναι ότι
ο πρόεδρος των ΗΠΑ, στη
δεύτερη θητεία του,
επιχειρεί να κάμψει την
ανεξαρτησία της
κεντρικής τράπεζας για
πολιτικό όφελος. Αν το
πετύχει, το ρίσκο δεν
είναι θεωρητικό:
υψηλότερος πληθωρισμός,
αύξηση αποδόσεων,
απώλεια εμπιστοσύνης
στις ΗΠΑ ως ασφαλές
καταφύγιο.
Όπως
προειδοποιούν
οικονομολόγοι, αυτό που
διακυβεύεται δεν είναι
μόνο ο ρόλος του Πάουελ,
αλλά ο ίδιος ο θεσμικός
κορμός της αμερικανικής
οικονομίας.
Κι αυτό,
σε μια στιγμή που η
παγκόσμια αγορά ήδη
αναρωτιέται ποιος έχει
το πάνω χέρι: οι θεσμοί
ή οι προεδρικές
αναρτήσεις στο Truth
Social.
Γράφει η
Νατάσα Στασινού στη
Ναυτεμπορική
|