|
Σε
ποιους δασμούς
αναφέρεται η απόφαση
Το
επίκεντρο της υπόθεσης
είναι οι δασμοί που
ανακοινώθηκαν τον
Απρίλιο σε σχεδόν όλους
τους εμπορικούς εταίρους
των ΗΠΑ, καθώς και οι
προηγούμενοι που είχαν
επιβληθεί σε Κίνα,
Καναδά και Μεξικό. Στις
2 Απριλίου, ημερομηνία
που ο ίδιος χαρακτήρισε
«Ημέρα της
Απελευθέρωσης», ο Τραμπ
ανακοίνωσε αμοιβαίους
δασμούς έως 50% σε χώρες
με τις οποίες οι ΗΠΑ
καταγράφουν εμπορικό
έλλειμμα, καθώς και
βασικό δασμό 10% για
σχεδόν όλους τους
υπόλοιπους.
Στη
συνέχεια, ανέστειλε για
τρεις μήνες τους
υψηλότερους δασμούς,
δίνοντας χρόνο για
διαπραγματεύσεις. Η
Βρετανία, η Ιαπωνία και
η Ε.Ε. κατέληξαν σε
μονομερείς συμφωνίες με
την Ουάσιγκτον ώστε να
αποφύγουν σκληρότερα
μέτρα. Όσες χώρες δεν
προσαρμόστηκαν, βρέθηκαν
αντιμέτωπες με αυξημένες
επιβαρύνσεις — όπως το
Λάος (40%) και η Αλγερία
(30%).
Ο Τραμπ
δικαιολόγησε τις
αποφάσεις του με βάση
τον
Νόμο περί Διεθνών
Οικονομικών Εξουσιών
Έκτακτης Ανάγκης του
1977,
χαρακτηρίζοντας τα
εμπορικά ελλείμματα
«εθνική κρίση».
Νωρίτερα, τον
Φεβρουάριο, είχε
επικαλεστεί το ίδιο
νομικό πλαίσιο για την
επιβολή δασμών σε
Καναδά, Μεξικό και Κίνα,
με το επιχείρημα ότι η
παράνομη μετανάστευση
και η διακίνηση
ναρκωτικών συνιστούν
απειλή για την ασφάλεια
των ΗΠΑ.
Πάντως,
η προσφυγή δεν αφορά
άλλους δασμούς που
βασίστηκαν σε εκθέσεις
του Υπουργείου Εμπορίου,
όπως σε χάλυβα,
αλουμίνιο και
αυτοκίνητα, ούτε τους
δασμούς κατά της Κίνας
από την πρώτη θητεία
Τραμπ, οι οποίοι
διατηρήθηκαν και από τον
Τζο Μπάιντεν.
Γιατί
απορρίφθηκε το σκεπτικό
της κυβέρνησης
Η
υπερασπιστική γραμμή
επικαλέστηκε την εποχή
Νίξον, όταν δικαστήρια
είχαν εγκρίνει την
επιβολή δασμών με βάση
τον
Νόμο περί Εμπορίου με
τον Εχθρό (1917).
Όμως, το εμπορικό
δικαστήριο στη Νέα Υόρκη
(Μάιος) έκρινε ότι οι
δασμοί του Τραμπ
ξεπερνούν τις εξουσίες
του. Το εφετείο
ακολούθησε, τονίζοντας
ότι «είναι μάλλον
απίθανο το Κογκρέσο να
είχε πρόθεση να
εκχωρήσει στον Πρόεδρο
απεριόριστη διακριτική
ευχέρεια στους δασμούς».
Επιπτώσεις στη
στρατηγική των ΗΠΑ
Η
κυβέρνηση προειδοποίησε
ότι η κατάργηση των
δασμών θα μπορούσε να
την αναγκάσει να
επιστρέψει εισπραχθέντες
φόρους, με σοβαρό
αντίκτυπο στα δημόσια
οικονομικά. Τα έσοδα από
τους δασμούς είχαν
φτάσει τα 159 δισ.
δολάρια μέχρι τον
Ιούλιο, υπερδιπλάσια από
το προηγούμενο έτος. Το
Υπουργείο Δικαιοσύνης
μάλιστα έκανε λόγο για
πιθανή «οικονομική
καταστροφή» σε περίπτωση
ακύρωσης.
Παράλληλα, η απώλεια
αυτού του μοχλού πίεσης
θα αποδυνάμωνε τη
διαπραγματευτική τακτική
των ΗΠΑ, επιτρέποντας σε
ξένες κυβερνήσεις να
αντισταθούν ή να
καθυστερήσουν τις
δεσμεύσεις τους.
Ο Τραμπ
ήδη δήλωσε ότι θα
προσφύγει στο Ανώτατο
Δικαστήριο,
χαρακτηρίζοντας την
απόφαση «καταστροφική
για την Αμερική».
Αν και
υπάρχουν εναλλακτικά
νομικά εργαλεία, όπως ο
Εμπορικός Νόμος του 1974
(με ανώτατο δασμό 15%
και χρονικό όριο 150
ημερών), αυτά
περιορίζουν την ταχύτητα
και την έκταση των
μέτρων. Ειδικοί δασμοί,
όπως σε χάλυβα και
αλουμίνιο, απαιτούν
επίσημες έρευνες και δεν
μπορούν να εφαρμοστούν
μονομερώς.
|