|
Συγκεκριμένα, το
συνολικό απόθεμα μη
εξυπηρετούμενων δανείων
διαμορφώθηκε σε 6 δισ.
ευρώ, μειωμένο κατά
39,8% ή 3,9 δισεκ. ευρώ
σε σχέση με ένα χρόνο
νωρίτερα, σε όλο τον
κλάδο.
Η μείωσή
τους σε σχέση με το
υψηλότερο επίπεδό τους,
το Μάρτιο του 2016,
έφθασε το 94,4% ή 101,2
δισεκ. ευρώ.
Τα
τελευταία στοιχεία
Όπως
επισημαίνει πηγή από τον
κλάδο των servicers, «οι
τράπεζες αυτήν την
στιγμή στην
πραγματικότητα δεν έχουν
κόκκινα δάνεια, ενώ δεν
παρατηρούνται
αξιοσημείωτες ροές νέων
επισφαλειών».
Τα
στοιχεία που ανακοίνωσαν
οι τέσσερις συστημικοί
όμιλοι για το α΄ τρίμηνο
του 2025 καταδεικνύουν
του λόγου το αληθές:
Τα μη
εξυπηρετούμενα ανοίγματα
έχουν υποχωρήσει στα 5
δισ. ευρώ έναντι 6 δισ.
ευρώ ένα χρόνο νωρίτερα
Ο μέσος
δείκτης καθυστερήσεων
βρίσκεται κάτω από το 3%
(Alpha Bank: 3,8%,
Eurobank: 2,9%, Εθνική
Τράπεζα 2,6%, Πειραιώς:
2,6%)
Οι
συσσωρευμένες προβλέψεις
διαμορφώνονται στα 3,6
δισ. ευρώ, που σημαίνει
ότι ο βαθμός κάλυψης του
κόκκινου χαρτοφυλακίου
με μετρητά ξεπερνά το
70% κατά μέσο όρο
Ως εκ
τούτου τα καθαρά
NPEs για τους τέσσερις
συστημικούς ομίλους
βρίσκονται πλέον κάτω
από τα 1,5 δισ. ευρώ
Το
κέρδος
Με αυτήν
την εικόνα ως προς την
ποιότητα του
ενεργητικού, λύνονται τα
χέρια των διοικήσεών
τους για περαιτέρω
μείωση του κόστους για
τον πιστωτικό κίνδυνο.
Οι
τάσεις αυτές είναι ήδη
εμφανείς από το α΄
τριμήνο της εφετινής
χρήσης, κατά τη διάρκεια
του οποίου σχηματίστηκαν
προβλέψεις μόλις 214
εκατ. ευρώ.
Σε σχέση
με την αντίστοιχη
περίοδο της περυσινής
χρήσης καταγράφεται
μείωση της τάξης του
20%.
Αν ο
ρυθμός ετήσιας
υποχώρησης διατηρηθεί σε
αυτά τα επίπεδα και στα
υπόλοιπα 3 τρίμηνα του
2025, τότε οι προβλέψεις
στο σύνολο της χρονιάς
θα κινηθούν γύρω από τη
ζώνη των 800 εκατ. ευρώ,
ήτοι χαμηλότερα κατά 200
εκατ. ευρώ σε σύγκριση
με το 2024.
Το ποσό
αυτό θα λειτουργήσει
υποστηρικτικά στα
αποτελέσματα,
αναπληρώνοντας απώλειες
από ενδεχόμενη μείωση
των συνολικών εσόδων,
λόγω της αποκλιμάκωσης
των επιτοκίων, αλλά και
από την αύξηση των
λειτουργικών δαπανών.
Πρόκειται δηλαδή για ένα
μαξιλάρι που αποτελεί
μέρος της στρατηγικής
των τραπεζών για την
διατήρηση της
κερδοφορίας τους εφέτος
στην περιοχή των 4,5
δισ. ευρώ.
Οι
επόμενοι στόχοι
Να
σημειωθεί πάντως ότι από
εδώ και στο εξής το
ποσοστό των μη
εξυπηρετούμενων
ανοιγμάτων θα υποχωρεί
με χαμηλότερους ρυθμούς
σε σχέση με το παρελθόν.
Εκτιμάται πως μέχρι και
το τέλος της τρέχουσας
τριετίας οι σχετικοί
δείκτες θα έχουν μειωθεί
κάτω από το 2%.
Αυτή η
συρρίκνωση, σε αντίθεση
με το παρελθόν που
συντελέστηκε μέσω
συναλλαγών αποενοποίησης
μεγάλων πακέτων κόκκινων
δανείων, θα σημειωθεί με
τους ακόλουθους τρόπους:
Πρώτον,
μέσω της ενίσχυσης των
ενήμερων χορηγήσεων, με
την αύξηση δηλαδή του
παρονομαστή του δείκτη
NPE.
Δεύτερον, με τη
συγκράτηση των καθαρών
εισροών μη
εξυπηρετούμενων
ανοιγμάτων κοντά στο 0,
καθώς η οικονομία
αναπτύσσεται και τα
επιτόκια υποχωρούν.
Τρίτον,
με οργανικό τρόπο, μέσω
της προώθησης ρυθμίσεων.
Οι
ρυθμίσεις
Ως προς
το τελευταίο, οι πολύ
πρόσφατες αλλαγές στον
εξωδικαστικό μηχανισμό
εκτιμάται ότι θα δώσουν
περαιτέρω ώθηση στις
αναδιαρθρώσεις οφειλών.
Η πιο
βασική μεταρρύθμιση
αφορά τη διεύρυνση της
περιμέτρου των
δανειοληπτών που
εξασφαλίζουν την
υποχρέωση των πιστωτών
για αποδοχή της ρύθμισης
που παράγει ο αλγόριθμος
του συγκεκριμένου
εργαλείου.
Κι αυτό
διότι με βάση τα
διευρυμένα κριτήρια που
έχουν θεσπιστεί, οι νέοι
κανόνες καλύπτουν σχεδόν
9 στους 10 δανειολήπτες.
Οι
προοπτικές για
πρασίνισμα δανείων με
αυτή τη λύση είναι
σημαντικές.
Όπως
δείχνουν τα στοιχεία της
Τράπεζας της Ελλάδος,
στο σύνολο του κλάδου
από τα 6 δισ. ευρώ
επισφαλειών στο τέλος
του 2024, το 1/3,
περίπου 2,01 δισ. ευρώ,
χαρακτηρίζεται ως
αβέβαιης είσπραξης.
Αυτό
σημαίνει πως βρίσκονται
σε καθυστέρηση λιγότερο
από 3 μήνες και ως εκ
τούτου οι πιθανότητες
για μία επιτυχημένη
αναδιάρθρωση είναι
αυξημένες.
|