Εξαιρετικά
δύσκολο έως αδύνατον αποδεικνύεται για την
Ευρώπη να καταργήσει οριστικά τα μακροχρόνια
συμβόλαια προμήθειας φυσικού αερίου, που επί
χρόνια προσπαθεί να αποφύγει. Ο πόλεμος στην
Ουκρανία αναγκάζει τις ευρωπαϊκές ενεργειακές
εταιρείες να υπογράφουν μακροχρόνιες συμφωνίες
προκειμένου να διασφαλίσουν την παροχή φυσικού
αερίου από άλλους προμηθευτές. Η Γηραιά Hπειρος
χρειάζεται απεγνωσμένα αυτές τις συμφωνίες για
να καλύψει το κενό που αναμένεται να
δημιουργηθεί από τις ελλείψεις φυσικού αερίου
της Ρωσίας, του υπ’ αριθμόν ένα προμηθευτή της
στο αναγκαίο καύσιμο.
Όπως γράφει η Καθημερινή,
πρόκειται για στροφή 180
μοιρών από πλευράς των
ευρωπαϊκών εταιρειών,
που προσπαθούν επί
μακρόν να απαλλαγούν από
τα ιδιαιτέρως προσφιλή
στη Ρωσία συμβόλαια
δεκαετιών. Μολονότι τα
μακροπρόθεσμα αυτά
συμβόλαια διασφαλίζουν
την παροχή αερίου, είναι
συχνά συνδεδεμένα με την
τιμή του πετρελαίου και
περιορίζουν τη
δυνατότητα του αγοραστή
να επωφεληθεί από τυχόν
υποχώρηση των τιμών στην
αγορά spot.
Τώρα, όμως, η Ευρώπη
προσπαθεί να εξασφαλίσει
άλλους προμηθευτές
αερίου και διαπιστώνει
πως η Ρωσία δεν είναι η
μόνη που προτιμάει τα
μακροπρόθεσμα συμβόλαια.
Το πρόβλημα είναι
ιδιαιτέρως εμφανές στην
αγορά υγροποιημένου
φυσικού αερίου (LNG),
που αναμένεται να
αποτελέσει και έναν από
τους βασικούς πυλώνες
της ευρωπαϊκής
προσπάθειας για
απεξάρτηση από το ρωσικό
αέριο.
Η γαλλική ενεργειακή
Engie SA έκλεισε τη
Δευτέρα συμφωνία
διαρκείας 15 ετών για
την αγορά LNG από την
αμερικανική NextDecade
του Τέξας. Στο μεταξύ, η
Γερμανία οικοδομεί
ταχύτατα τερματικούς
σταθμούς για τις
εισαγωγές LNG, που θα
την αναγκάσουν να
αναθεωρήσει την
εναντίωσή της στα
μακροχρόνια συμβόλαια
προκειμένου να
διασφαλίσει τις
αναγκαίες προμήθειες.
Εξάλλου και οι
βιομηχανίες παραγωγής
LNG πρέπει να κλείνουν
μακροχρόνιες συμφωνίες
με τους πελάτες τους
προκειμένου να
χρηματοδοτούν τα
δαπανηρά προγράμματα
υγροποίησης του αερίου,
αξίας συνήθως πολλών δισ.
δολαρίων. Οπως
επισημαίνει ο Σι Ναν,
αντιπρόεδρος της Rystad
Energy για θέματα
φυσικού αερίου και
ηλεκτρικής ενέργειας, τα
φορτία LNG κατευθύνονται
στις αγορές που
προσφέρουν τις
υψηλότερες τιμές. Ως εκ
τούτου, αν οι ευρωπαϊκές
εταιρείες κοινής
ωφελείας θέλουν να
διασφαλίσουν τις
αναγκαίες προμήθειες, θα
χρειαστεί να
συμβιβαστούν με τα
μακροπρόθεσμα συμβόλαια.
Ηδη από τις αρχές του
έτους οι ευρωπαϊκές
αγορές έχουν αναγκαστεί
να προσφέρουν υψηλότερες
τιμές από εκείνες των
ασιατικών αγορών και
αυτό αναμένεται να είναι
το νέο καθεστώς για
τουλάχιστον ένα ακόμη
έτος. «Η Ευρώπη δεν
είναι πλέον η αγορά
ύστατης ανάγκης, καθώς
σήμερα είναι η αγορά με
τη μεγαλύτερη ανάγκη»,
υπογραμμίζει ο Αντριου
Γουόκερ, αντιπρόεδρος
της Cheniere Energy. Στο
Flame, όπως αποκαλείται
το ετήσιο συνέδριο των
βιομηχανιών φυσικού
αερίου, αναλυτές της
αγοράς επισήμαναν πως η
Ευρώπη προσπαθεί να βρει
άλλους προμηθευτές και
ως εκ τούτου το
μεγαλύτερο μέρος της
υφιστάμενης παραγωγικής
δυνατότητας αλλά και της
νέας παραγωγικής
δυνατότητας που
αναμένεται να αναπτυχθεί
θα έχει στόχο την Ευρώπη,
τουλάχιστον
βραχυπρόθεσμα. Εκτιμούν
ωστόσο ότι τα επόμενα
χρόνια η προσφορά θα
είναι περιορισμένη
μέχρις ότου αναπτυχθεί
περισσότερη παραγωγική
δυνατότητα, κάτι που δεν
αναμένεται να υλοποιηθεί
πριν από το δεύτερο
ήμισυ της δεκαετίας.
Οπως επισήμανε στο
συνέδριο η Σβετλάνα
Ικονίκοβα, ερευνήτρια
στο Κέντρο Οικονομικών
Ενέργειας του
Πανεπιστημίου του Τέξας,
«τα μακροπρόθεσμα
συμβόλαια εξακολουθούν
να αποτελούν ένα
εργαλείο που φέρνει τη
σταθερότητα και την
ασφάλεια στην αγορά».